17/10/12

Συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή - Treaty of Küçük Kaynarca 1774


1. Σύντομο ιστορικό πλαίσιο
Με την ειρηνευτική συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επισφραγίστηκε η λήξη του δαπανηρότατου πρώτου, επί Αικατερίνης Β΄, Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774). Υπήρξε απότοκη των, υπό το στρατάρχη Π.Α. Ρουμιάντσεφ, νικηφόρων στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Δούναβη και τη Βουλγαρία και της ήττας των Οθωμανών, οι οποίοι εξαναγκάστηκαν να ζητήσουν ειρήνη. Η συνομολόγηση της συνθήκης πραγματοποιήθηκε στις 10/21 Ιουλίου 1774 στο στρατόπεδο των ρωσικών δυνάμεων, που βρίσκονταν κοντά στο Κιουτσούκ Καϊναρτζή (Küçük Kaynarca), μικρό χωριό της Σιλιστρίας (σημ. Kaynardja, παραδουνάβια Βουλγαρία), από το οποίο έλαβε και την ονομασία της. Πρόκειται για την πιο φημισμένη ως προς τη μεθερμήνευση των όρων της συνθήκη –λόγω και της σκόπιμης αοριστίας πολλών σημείων της– και συγκαταλέγεται στις ευφυέστερες διπλωματικές ενέργειες της Ρωσίας. Η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή μαζί με την επακόλουθη συμπληρωματική, διασαφηνιστική σύμβαση του Αϊναλί Καβάκ (1779) αποδυνάμωσαν την ισχύ της Πύλης και ενίσχυσαν παντοιοτρόπως την επιρροή και τις δυνατότητες ανάμειξης της Ρωσίας στα εσωτερικά θέματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

2. Οι συντελεστές

Οι γενικές κατευθύνσεις για τους περιλαμβανόμενους όρους στη συνθήκη ειρήνης είχαν χαραχθεί υπό την εποπτεία του διπλωμάτη Ν.Ι. Πάνιν, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Κολλεγίου των Εξωτερικών Υποθέσεων και δεξί χέρι της Αικατερίνης. Αποτύπωναν το χαρακτήρα της βαλκανικής πολιτικής στην οποία είχαν ρεαλιστικά συνυπολογιστεί οι κρίσιμοι παράγοντες της πολεμικής κατάστασης με τους Τούρκους, του διαμελισμού της Πολωνίας, των θέσεων της Αυστρίας και των εσωτερικών συνεπειών της εξέγερσης του Εμελιάν Πουγκατσόφ. Συνεπώς, το ρωσικό διπλωματικό δόγμα, που βασιζόταν στο τρίπτυχο «λιγότερες προσαρτήσεις, περισσότερες αυτονομίες και δυνητικότερες εσωτερικές αναμείξεις», αποτέλεσε το θεμέλιο νου των όρων που επέβαλε η Ρωσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στην οριστική άρθρωση των περισσότερο «ασαφών» όρων καίρια υπήρξε η συμβολή του Α.Μ. Ομπρεσκόβ, πρέσβη της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη. Η σύλληψη της ιδέας για τη θρησκευτική προστασία των χριστιανών υπηκόων του σουλτάνου, καθώς και η τελική διατύπωσή της [άρθρο 7], ανήκει στον Ομπρεσκόβ.1 Το ολιγόγραμμο και εκ πρώτης όψης αδιάγνωστο αυτό άρθρο αποτελεί, συνδυαστικά με το άρθρο 14, την κορωνίδα της πολιτικής διάνοιάς του και της διπλωματικής σπουδαιότητας της συνθήκης. Η συνθήκη επικυρώθηκε στις 15 Ιουλίου 1774, υπογεγραμμένη και σφραγισμένη από τους πληρεξούσιους της αυτοκράτειρας Αικατερίνης και του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Α΄, δηλαδή τον αρχιστράτηγο των ρωσικών δυνάμεων κόμη Πιότρ Ρουμιάντσεβ και το μεγάλο βεζίρη Μουσίν Ζαντέ Μεχμέτ Πασά. Τέθηκε σε ανέκκλητη ισχύ και άμεση εφαρμογή με την έγκριση της Αικατερίνης στις 11 Αυγούστου 1774.

3. Η γεωπολιτική σημασία



Στο απαρτιζόμενο από 28 κατά αύξοντα αριθμό άρθρα και 2 χωριστά άρθρα κείμενο της συνθήκης προτάσσεται προοίμιο, στο οποίο κηρύσσεται η κατάπαυση των εχθροπραξιών. Με την επίκληση του ονόματος του μεγαλοδύναμου Θεού αναγγέλλεται «η αιώνια λήθη και η εγκαθίδρυση αιώνιας ειρήνης μεταξύ των δύο Δυνάμεων». Το σύνθετο εδαφικό, δικαιικό πλέγμα των διμερών θεμάτων που είχαν επιλυθεί διά των όπλων ρυθμίζεται με ρητές διατυπώσεις σε αρκετά άρθρα. Αντίθετα, ορίζονται με δεξιοτεχνικά ηθελημένη αταξία σειράς και σκόπιμη νοηματική ασάφεια ή αοριστία όλες οι ρωσικές απαιτήσεις και οι οθωμανικές υποχρεώσεις, οι συνέπειες των οποίων έχουν τεράστια γεωπολιτική σημασία, καθώς μεταβάλλουν ριζικά το συσχετισμό των δυνάμεων στη λεκάνη της Μαύρης Θάλασσας. Η ραγδαία άνοδος της Ρωσίας και η αντίστοιχη εξασθένηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έθεσαν στο προσκήνιο το ζήτημα της ρωσικής εξόδου στη Μεσόγειο και της υποχώρησης της τουρκικής κυριαρχίας στην Ευρώπη. Με δεδομένη την απώλεια της ανεξαρτησίας της οθωμανικής εξωτερικής πολιτικής, η επίλυση των ζητημάτων αυτών έλαβε διεθνή χαρακτήρα, καθώς η Ρωσία θα συγκρουστεί αρκετές φορές με όσες ευρωπαϊκές δυνάμεις ήγειραν αξιώσεις πάνω στην «οθωμανική κληρονομιά» και αναμειγνύονταν τόσο στις ρωσοτουρκικές υποθέσεις, όσο και στις σχέσεις ανάμεσα στο σουλτάνο και τους χριστιανούς υπηκόους του.

4. Τα ρωσικά ωφελήματα

Η Ρωσία με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή εξασφάλισε στρατιωτική δόξα, κρατικό γόητρο, ισοδυναμία του αυτοκρατορικού τίτλου με το σουλτανικό, εδαφική διεύρυνση και έξοδο στη Μαύρη Θάλασσα, εγκατάσταση προξενικών αρχών στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ελεύθερη παντός κωλύματος ναυσιπλοΐα στις οθωμανικές θάλασσες, εμπορικά προνόμια ισότιμα των ευρωπαϊκών, πολεμική αποζημίωση και το δικαίωμα θρησκευτικής προστασίας των χριστιανών υπηκόων του σουλτάνου. Στη χρήση αυτού του δικαιώματος θεμελιώθηκε και το επονομαζόμενο στην ευρωπαϊκή πολιτική Ανατολικό Ζήτημα.

5. Οι όροι 

Σύμφωνα με όρους της συνθήκης, η Ρωσία απέσπασε από την πολιτική κυριαρχία του σουλτάνου τους Τατάρους και το Χανάτο της Κριμαίας [άρθρο 3], το οποίο κηρύχθηκε ανεξάρτητο. Έλαβε στρατηγικής σημασίας φρούρια, οχυρά, εποικισμένες ή άγονες στεπώδεις περιοχές στη Μαύρη θάλασσα: Κινμπούρν [άρθρο 18], Κερτς, Γενί Καλέ [άρθρο 19], Αζόφ [άρθρο 20], Μικρή και Μεγάλη Καβαρδία [άρθρο 21]. Επέστρεψε στην κυριαρχία της Πύλης ολόκληρη τη Βεσσαραβία με τις πόλεις Άκκερμαν, Κίλι, Ισμαήλ [άρθρο 16] και το φρούριο του Μπέντερ [άρθρο 24]. Αποχώρησε από τη Μολδαβία και τη Βλαχία, που με ειδικό καθεστώς αυτονομίας αποδόθηκαν ξανά στο σουλτάνο [άρθρο 16], διατηρώντας ωστόσο ισχυρό πλέγμα θρησκευτικών δικαιωμάτων. Τα δικαιώματα αυτά απέρρεαν τόσο από τα 8 εδάφια του άρθρου 16, όσο και από την αναγωγική ερμηνευτική ισχύ των άρθρων 1, 7, 9, 14, που με πρόσχημα τα θρησκευτικά διαβήματα εξυπηρετούσαν τα ρωσικά συμφέροντα, αλλά και αντικειμενικά ωφελούσαν τους υποτελείς χριστιανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων και τους Φαναριώτες, ενώ συντηρούσαν σταθερά τις δυνατότητες επιρροής και μελλοντικής παρέμβασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες.

Με το άρθρο 17 η «Ρωσική Αυτοκρατορία αποδίδει στην Υψηλή Πύλη όλα τα νησιά του Αρχιπελάγους που είχε στην κατοχή της, ενώ από την πλευρά της η Υψηλή Πύλη δεσμεύεται: 1) Να τηρήσει με ιερότητα, και για τους κατοίκους των νησιών αυτών, τους συμφωνημένους στο πρώτο άρθρο όρους αναφορικά με τη γενική αμνηστία και αιώνια λήθη κάθε είδους και από οποιονδήποτε πραχθέντων ή υποπτευομένων για πράξη εγκλημάτων σε βάρος των συμφερόντων της Υψηλής Πύλης. 2) Να μην καταπιέζει ούτε στο ελάχιστο το χριστιανικό νόμο, να μην παρεμποδίζει την ανοικοδόμηση και επισκευή των χριστιανικών ναών, να μην καταπιέζει και να μην προσβάλλει όποιους ιερουργούν σε αυτούς. 3) Να μην απαιτήσει από τα νησιά πληρωμή για κανέναν ετήσιο φόρο που αντιστοιχούσε στη χρονική περίοδο της κατοχής των νησιών από τη Ρωσική Αυτοκρατορία, εξαιτίας των τεράστιων ζημιών που έπαθαν στη διάρκεια του παρόντος πολέμου, αλλά και για δύο ακόμη χρόνια, τα οποία θα υπολογίζονται από το χρόνο επιστροφής των νησιών στην Υψηλή Πύλη. 4) Σε όποιες οικογένειες επιθυμούν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να εγκατασταθούν σε άλλους τόπους να επιτρέψει την ελεύθερη μαζί με τα υπάρχοντά τους αναχώρηση· στις οικογένειες αυτές, προκειμένου να έχουν ευχέρεια για τη διευθέτηση των υποθέσεών τους, να χορηγήσει χρονική περίοδο διάρκειας ενός έτους για την ελεύθερη μετοικεσία από την πατρίδα τους, υπολογιζόμενη από την ημέρα ανταλλαγής της παρούσας συνθήκης. 5) Στην περίπτωση που ο ρωσικός στόλος κατά την αναχώρησή του, η οποία υπολογίζεται να γίνει σε τρεις μήνες από την ανταλλαγή του παρόντος συμφώνου, αντιμετωπίσει οποιαδήποτε ανάγκη, η Υψηλή Πύλη υπόσχεται να τον εφοδιάσει με κάθε δυνατό σε αυτή τρόπο». Οι διατυπωμένοι όροι στο άρθρο 17 ενισχύονται και αποσαφηνίζονται σε συνδυασμό με τις προσθήκες που περιλαμβάνονται στα άρθρα 17, 24, καθώς και στο πρώτο χωριστό άρθρο. Με το άρθρο 23 η Ρωσία παρέδωσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τμήματα της Γεωργίας και Μιγκρελίας, διατηρώντας το δικαίωμα παράστασης που εξασφαλιζόταν από την ισχύ των γενικών περί αμνηστίας ή των σχετικών με τη θρησκευτική προστασία και τη ρητή διπλωματική αρμοδιότητα άρθρων. 

Από την πλευρά της η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεσμεύτηκε (δεύτερο χωριστό άρθρο) να καταβάλει στη Ρωσία, σε αντιστάθμισμα των δαπανών πολέμου που είχαν διενεργηθεί, πολεμική αποζημίωση ύψους 7.500.000 πιάστρων (4.500.000 ρούβλια), πληρωτέα κάθε πρώτη Ιανουαρίου των ετών 1775, 1776 και 1777 στον εκάστοτε έκτακτο και πληρεξούσιο πρέσβη της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη.

Αποδέχτηκε [άρθρο 5] ανώτατη διπλωματική ρωσική εκπροσώπηση, σε επίπεδο δευτέρου στην τάξη υπουργού, δηλαδή πρέσβη ή πληρεξούσιου υπουργού, ίσων δικαιωμάτων, εγγυήσεων ζωής και περιουσίας, κύρους και σεβασμού με τα αποδιδόμενα σε υπουργούς των εκλεκτότερων δυνάμεων, ξεχωριστής και διακριτής εθιμοταξίας στις δημόσιες τελετές. Η παρουσία της ανώτατης διπλωματικής αρχής στην Κωνσταντινούπολη με την εκτεταμένη γεωγραφικά δικαιοδοσία της σε ζητήματα θρησκευτικής προστασίας [άρθρα 7, 14, 16, 17, 23, 24, 25] αποκτούσε τεράστια σημασία για τις έγκαιρες και καίριες δυνατότητες φανερής ή μυστικής πολιτικής επέμβασης τόσο στα εσωτερικά πράγματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και στο επίπεδο των ενδοευρωπαϊκών ανταγωνισμών.

Υποχρεώθηκε να επιτρέπει σε εκκλησιαστικούς και κοσμικούς υπηκόους της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ελεύθερη παντός κωλύματος μετάβαση στους Άγιους Τόπους και σε ολόκληρη την οθωμανική επικράτεια. Οι προσκυνητές, περιηγητές, ταξιδιώτες απαλλάσσονταν πλήρως από το χαράτσι και από κάθε άμεσο ή έμμεσο φόρο, δασμό και παντός είδους υποχρέωση. Στο διάστημα διέλευσης από ή παραμονής στην οθωμανική επικράτεια απολάμβαναν της προστασίας του νόμου, της φιλοξενίας και διευκόλυνσης σε πλήρη ισοτιμία με τα χορηγούμενα προνόμια σε υπηκόους άλλων φίλων δυνάμεων [άρθρο 8].

Υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει τη θεσμική θέση των οποιασδήποτε εθνικότητας διερμηνέων που υπηρετούσαν υπουργούς της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διαμονή τους στην Κωνσταντινούπολη, όσο ενεργούσαν σε κρατικές υποθέσεις απολάμβαναν σεβασμό και διευκολύνσεις για την ευόδωση των υποθέσεών τους [άρθρο 9].

Με τα άρθρα 11, 12 θεσπίζεται «για το αμοιβαίο των συμφερόντων και ωφελημάτων των δύο αυτοκρατοριών» η ελεύθερη και χωρίς εμπόδια πλεύση εμπορικών πλοίων που ανήκουν στις δύο συμβαλλόμενες δυνάμεις, σε όλες τις θάλασσες και τα εδάφη που βρέχονται από αυτές. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποχρεώθηκε να παραχωρήσει προνόμια και δικαιώματα στους κατέχοντες ρωσική υπηκοότητα, διπλώματα ή σημαία ισοδύναμα με εκείνα άλλων ευρωπαϊκών εθνών. Δεσμεύτηκε οι γαλλικές και αγγλικές διομολογήσεις να γίνουν απαραβίαστος κανόνας για το ρωσικό εμπόριο και τους υπηκόους της Ρωσίας οι οποίοι ασκούσαν εμπόριο σε όλους τους τόπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένης της Κωνσταντινούπολης. Για την τήρηση της εμπορικής ευταξίας και καλής πρακτικής, η Υψηλή Πύλη υποχρεώθηκε να επιτρέψει σε όλη, χωρίς εξαίρεση, την επικράτειά της την εγκατάσταση Ρώσων προξένων και υποπροξένων, οι οποίοι θα έχαιραν τιμής και σεβασμού όπως ισχύει για τους Ευρωπαίους ομολόγους τους και θα δικαιούνταν να προσλαμβάνουν στην υπηρεσία τους μπερατλήδες (προστατευόμενους) διερμηνείς σύμφωνα με το ισχύον για τα ευρωπαϊκά έθνη καθεστώς.

6. Η σημασία για τον ελληνισμό

Από την άκρως ευνοϊκή για τη Ρωσία και δυσμενή για την Οθωμανική Αυτοκρατορία συνθήκη επωφελήθηκαν όλοι οι Βαλκάνιοι χριστιανοί υποτελείς του σουλτάνου, ανάμεσα στους οποίους και οι Έλληνες, οι οποίοι καθώς τέθηκαν υπό την ασπίδα της ρωσικής πολύπλευρης προστασίας έκαναν εκτεταμένη χρήση των παρεχόμενων προνομίων και δικαιωμάτων. Υπό τη σκέπη της αμνηστίας, της χορήγησης θρησκευτικής ελευθερίας, της ελεύθερης αποδημίας, της πολιτικής προστασίας των Ρώσων προξένων ή υποπροξένων και των διομολογήσεων βελτιώθηκαν οι όροι και το επίπεδο του κοινωνικοοικονομικού βίου τους. Πολυάριθμοι πληθυσμοί εγκατέλειψαν τον υπό οθωμανική κυριαρχία χερσαίο και νησιωτικό ελλαδικό χώρο κατευθυνόμενοι στη Ρωσία και τα μεγάλα ευρωπαϊκά ή μικρασιατικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πύκνωσαν τα αθρόα μεταναστευτικά ρεύματα της διασποράς δημιουργώντας στους ξένους τόπους, σε καθεστώς προνομιακής υποδοχής, διακριτές εθνοτικά εστίες, ανθηρές παροικίες και πολυσχιδούς δράσης κοινότητες. Οι Έλληνες που τέθηκαν υπό τη νομική κατοχύρωση και τα πλεονεκτήματα της συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή συμμετείχαν δραστικά στην πολιτισμική και οικονομική εξέλιξη των άγονων νοτιορωσικών περιοχών και συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάπτυξη του διαμετακομιστικού εμπορίου και της ναυτιλίας στη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και την Αζοφική. Τα ωφελήματα των Ελλήνων από την πολυσήμαντη ρωσοτουρκική συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή απάλυναν τις αρνητικές συνέπειες των Ορλωφικών, δημιούργησαν στην προοπτική του χρόνου ευνοϊκές προϋποθέσεις για την εθνική συγκρότηση και για την προετοιμασία της Επανάστασης που οδήγησε στη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους.

1. Για τα άρθρα της συνθήκης βλ. Дружинина, Е.И., Кючук-Кайнарджийский мир 1774 г. (Москва 1955).



Treaty of Küçük Kaynarca

Συγγραφή : Selekou Olympia (29/1/2008)
Μετάφραση : Nakas Ioannis
Για παραπομπή: Selekou Olympia, "Treaty of Küçük Kaynarca",
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL:


1. Short historical background 

With the peace treaty of Küçük Kaynarca between Russia and the Ottoman Empire the end of the costly first Russian-Turkish war (1768-1774) under Catherine II was sealed. The treaty was a product of the victorious military operations at the Danube and Bulgaria under the commander-in-chief P.A. Roumiantsev, and of the defeat of the Ottomans, who were forced to ask for a peace treaty. The signing of the treaty took place on 10th/21st July 1774 at the camp of the Russian troops, which was located near Küçük Kaynarca, a small village of Silistra (modern Kaynardja, Danubian Bulgaria), from which it receive its name. It is the most famous treaty concerning the later interpretation of its peace terms –also due to the deliberately vagueness of many of its terms- and is amongst Russia’s most ingenious diplomatic actions. The treaty of Küçük Kaynarca, along with the subsequent complementary explanatory contract of Aynalıkavak (1779), depleted the power of the Porte and strengthened in every way the influence and the interference possibilities of Russia in domestic issues of the Ottoman Empire.

2. The contributors

The general directions for the terms the peace treaty included were drawn under the supervision of the diplomat N.I. Panin, who was in charge of the College of the External Affairs and the right hand of Catherine. They imprinted the character of Russian Balkan policy, in which the critical factors of the war situation with the Turks, of the dismemberment of Poland, of the positions of Austria and of the internal consequences of the revolt of Yemelyan Pugachev were realistically calculated. As a consequence, the Russian diplomatic dogma, which was based on the triptych “less annexations, more autonomies and more possible inner interferences”, became the foundation of the terms Russia enforced to the Ottoman Empire. In the final formulation of the increasingly more “vague” terms the contribution of A.M. Obreskov, ambassador of Russia in Constantinople (Istanbul) was central. The apprehension of the idea for the religious protection of the Christian subjects of the Sultan, as well as its final formulation [article 7], belonged to Obreskov.1 This short article is, in combination to the article 14, the pinnacle of his political genius and of the treaty’s diplomatic importance. The treaty was validated on 15th July 1774, signed and sealed by the proxies of the empress Catherine and of the sultan Abdulhamid I, i.e. the commander-in-chief of the Russian forces count Roumiantsev and the grand vizier Muhsin Zade Mehmet Paşa. It became irreversibly valid and was enforced immediately with the approval of Catherine on 11th August 1774.

3. The geopolitical importance

In the treaty’s text, comprised of 28 articles set in a serial number and 2 separate articlesö an introduction is prefixed, in which the end of the hostilities is declared. With the invocation of the mighty God the “eternal oblivion and the establishment of an eternal peace between the two Powers” is announced. The composite territorial and judicial network of issues, which had been solved via warfare between the two countries, is regulated in many articles. On the contrary, with a skilfully deliberate irregularity and an intentional obscurity of meaning all Russian demands and Ottoman obligations are determined, the results of which had huge geopolitical importance, since they radically changed the interrelation of the Powers in the Black Sea Basin. The fast rise of Russia and the weakening of the Ottoman Empire brought in the scene the issue of the Russian exit to the Mediterranean and of the retreat of the Turkish dominance in Europe. Given the loss of the independence of the Ottoman foreign policy, the solving of these issues took an international character, since Russia would often clash with any European powers raising claims on the Empire’s “Ottoman heritage” and interfering in the Russian-Ottoman issues, as well as in the relations between the Sultan and his Christian subjects.

4. The Russian profits

Russia with the treaty of Küçük Kaynarca secured military glory, state prestige, equation of the imperial title with the sultanic title, territorial expansion and exit to the Black Sea, establishment of consulate authorities in the lands of the Ottoman Empire, totally free navigation within the Ottoman seas, merchant privileges equal to the European ones, war compensation, and the right to religiously protect the Christian subjects of the sultan. In the use of this right the so-called Eastern Question in European politics was founded.

5. The terms

According to the terms of the treaty, Russia assumed the sultan’s political authority over the Tatars and the Chanate of Crimea [article 3], which was declared an independent state. Russia also occupied strategically important fortresses, forts, arid or colonized steppes of the Black Sea: Kinburn [article 18], Kerch, Yeni Kale [article 19], Azov [article 20], Small and Great Kavardia [article 21]. The whole of Bessarabia with the cities of Akkerman, Kilia and Izmail [article 16] along with the fort of Bender [article 24] returned to the hands of the Porte. Russia abandoned Moldavia and Wallachia, which under a special regime of autonomy were returned to the sultan [article 16] maintaining however a strong network of religious rights. These rights were based on 8 of the passages of the article 16, as well as on the interpretation of the articles 1, 7, 9, 14, which, under the pretext of religion served the Russian interests, but also practically profited the Christian populations of the Balkans and the Phanariots, whereas they also firmly confirmed the possibility of influence and future intervention in the Danubian Principalities. 

With the article 17, “the Russian Empire returns to the Sublime Porte all the islands of the Archipelago which it had occupied, whereas the High Porte is bound: 1) To follow with sanctity, and in favour of the inhabitants of these islands, the terms which were agreed in the first article and concern the general amnesty and eternal oblivion of crimes of every kind, perpetrated or suspected to be perpetrated by anyone against the interests of the Sublime Porte. 2) Not to suppress in any way Christian law, not to hinder the construction and repair of the Christian churches, not to oppress or insult anyone officiating in them. 3) Not to demand from the islands a payment of any yearly tax which corresponded to the time period these islands were occupied by the Russian Empire, because of the terrible damages they had suffered during the previous war, and also for two further years, which would be calculated from the time of the islands’ return to the Sublime Porte. 4) Any family wishing to leave their homeland and settle to other places should be allowed to leave with their belongings freely; to these families, in order to be able to settle their cases more easily, the Porte would offer a time period of one year to freely leave their homeland. 5) In case the Russian fleet during its departure, which was to be made within three months after the exchange of the present agreement, faces any need, the Sublime Porte is obliged to supply it with any means available”. The terms formulated in article 17 are strengthened and clarified in combination to the additions included in articles 17, 24, as well as in the first separate article. With the article 23 Russia offered parts of Georgia and Mingrelia to the Ottoman Empire, maintaining the right to remonstrate, a right secured by the validity of the general articles concerning the amnesty or religious protection along with the articles concerning clearly diplomatic jurisdictions. 

On its side the Ottoman Empire was bound (second separate article) to pay to Russia, as a counterbalance of the war expenses, a war compensation of 7,500,000 piaster (4,500,000 rubles), which was to be paid every first of January of the years 1775, 1776 and 1777 to the temporary and proxy ambassador of Russia in Constantinople. 

The Ottoman Empire accepted [article 5] a higher diplomatic Russian representation, in the level of a minister of the second order, i.e. an ambassador or a proxy minister, of equal rights, of life and possessions guarantee, of authority and respect, with the rights offered to the ministers of the most powerful Powers, of special and distinguished etiquette in public ceremonies. The presence of the higher diplomatic authority in Constantinople with its geographically extended jurisdiction in issues of religious protection [articles 7, 14, 16, 17, 23, 24, 25] acquired a huge importance for the possibilities of open and secret political intervention to the domestic issues of the Ottoman Empire, as well as in the realm of the inter-European competitions. 

The Ottoman Empire was obliged to allow ecclesiastical and lay subjects of the Russian Empire totally free passage to the Holy Lands and to the whole Ottoman dominion. The pilgrims and travellers were fully exempted from the haraç head tax and of every direct and indirect tax, duties and any other kind of obligation. During their trip or sojourn in the Ottoman dominion they enjoyed protection of the law, hospitality and accommodation in full equality with the privileges offered to the subjects of other friendly Powers [article 8]. 

The Ottoman Empire was also obliged to recognize the institutional position of the interpreters (dragomans) of any nationality who served the ministers of the Russian Empire. During their stay in Constantinople, as long as they were occupied with state cases, they enjoyed respect and accommodations for the success of their duties [article 9]. 

With the articles 11 and 12 “for the mutual interest and profit of both empires” the free and unhindered sailing of merchant ships belonging to both contracting powers in every sea and land around them was regulated. The Ottoman Empire was obliged to cede privileges and rights to everyone who possessed Russian citizenship, a license or a flag equal to the ones of the other European nations and was bound that the French and English merchant conventions would also become an inviolable rule for the Russian trade and the Russian subjects who were involved in trade in every part of the Ottoman Empire, including Constantinople. For the maintenance of the order and good practice in trade, the Sublime Porte was obliged to allow to the whole of its dominion, with no exceptions, the establishment of Russian consuls and vice consuls, who would enjoy every honour and respect their European colleagues enjoyed and would have the right to hire beratli (protégés) interpreters according to the regime valid for the European nations.

6. The importance for the Greeks

From the extremely favourable for Russia and unfavourable for the Ottoman Empire treaty almost every Balkan subject of the sultan was favoured, amongst them the Greeks too, who, being placed under the shield of the Russian protection, made an extensive use of the privileges and rights offered. Under the protection of amnesty, religious freedom, free travel, political protection by the Russian consuls or vice consuls, and merchant conventions, the conditions and the level of their social and economic life were improved. Large populations left the Ottoman territory heading for Russia, Europe and the economic centres of Asia Minor. They enlarged the great emigrational waves of the Diaspora creating in foreign lands under a regime of privileged acceptance etnically distinct centres and prosperous communities. The Greeks placed under the legal protection and the privileges of the treaty of Küçük Kaynarca actively participated in the cultural and economic development of the arid regions of southern Russia and decisively contributed to the development of the transport trade and of seamanship in the Mediterranean, the Black Sea and the Sea of Azov. The gains of the Greeks from the Russian-Turkish treaty of Küçük Kaynarca eased the negative consequences of the Orlov incidents, created with the perspective of time favourable conditions for the national formation and the preparation of the Greek War of Independence, which led to the creation of the Greek state.

1. For the articles of the treaty see Дружинина, Е.И., Кючук-Кайнарджийский мир 1774 г. (Москва 1955).

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου