Η κοινή γνώμη και η επιστημονική κοινότητα συγκλίνουν, από κοινού με οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς κύκλους, στη διαπίστωση ότι η χώρα μας αντιμετωπίζει δημογραφικό πρόβλημα. Το δημογραφικό πρόβλημα είναι μακράς διάρκειας, καθίσταται δε όσο προχωρεί ο χρόνος
πολυπλοκότερο, οξύτερο και δυσεπίλυτο, αφού στις επιμέρους ειδικές και ιστορικές αποχρώσεις του προστίθενται συνεχώς νέες, προερχόμενες από τις εξελίξεις που σημειώνονται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο ευρύτερο (ευρωπαϊκό και παγκόσμιο) περιβάλλον. Ανάλογο πρόβλημα, αν και με αισθητές διαφοροποιήσεις, παρουσιάζουν σχεδόν όλες οι αναπτυγμένες χώρες.
Η ύπαρξη ενός έθνους, εφόσον δεν απειλείται από άλλους εξωτερικούς παράγοντες, βασίζεται κατά κύριο λόγο στην αντικατάσταση των γενεών.
«Άνδρες γάρ πόλις καί ού τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί»
« Οι άνδρες λοιπόν είναι η πόλη (κράτος) και όχι τα τείχη, ούτε τα πλοία κενά από άνδρες». (ΘΟΥΚΙΔΙΔΗΣ Η 77)
« Μίαν γάρ πληγήν ούχ’ υπήνεγκεν η πόλις , αλλ’απώλετο δια την ολιγανθρωπίαν»
« Μια λοιπόν πληγή δεν υπέστη η πόλη (κράτος), αλλά χάθηκε εξαιτίας της ολιγανθρωπίας». (ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ Πολιτ. 1270 α 33 επ.)
Όπως μπορούμε να καταλάβουμε το φαινόμενο της «ολιγανθρωπίας» απασχόλησε τους Έλληνες από τους αρχαίους χρόνους και συνεχίζει να τους απασχολεί μέχρι και σήμερα.
«Δημογραφικό πρόβλημα» είναι η διατάραξη της ισορροπίας φαινομένων
βιολογικών (γεννήσεις – θάνατοι) ή κοινωνικών (μεταναστεύσεις– γάμοι – διαζύγια) που προκαλούν μεταβολές του πληθυσμού και επηρεάζουν αρχικά τη σύνθεσή του κατά φύλο, ηλικία και οικογενειακή κατάσταση και ακολούθως την εγκατάστασή του, την οικονομική δραστηριότητα και την κοινωνική συμπεριφορά του1.
Με την προσέγγιση και τη μελέτη των φαινομένων αυτών ασχολείται επιστημονικός κλάδος, η Δημογραφία2, η οποία χρησιμοποιεί συνδυασμούς επιστημών3 έχοντας ως υπόβαθρο τη Στατιστική.
Το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα, τα τελευταία σαράντα χρόνια,
βρίσκεται σε οξύτατη φάση και αναγνωρίζεται ως εθνικό πρόβλημα γιατί:
α Η υπογεννητικότητα του πληθυσμού της χώρας, σε συνδυασμό με την πληθυσμιακή έκρηξη των γειτόνων, ιδιαίτερα της Τουρκίας και της Αλβανίας, επαυξάνει τους κινδύνους.
β Η μείωση των γεννήσεων και η αύξηση του ορίου ζωής έχουν ως
αποτέλεσμα την σταδιακή γήρανση του πληθυσμού και
γ Η μετανάστευση, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό, αποδυναμώνει την ύπαιθρο χώρα, ανατρέπει την ισόρροπη διασπορά του πληθυσμού και δημιουργεί εξογκωμένα αστικά κέντρα, με επιπτώσεις στον κοινωνικό και οικονομικό τομέα, στο περιβάλλον, την ποιότητα ζωής και την υγεία.
Προϋποθέσεις
Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη γεννητικότητα είναι πλέον εξακριβωμένοι, συνάμα όμως τόσο αστάθμητοι ώστε πολλές φορές τα δημογραφικά δεδομένα και οι προοπτικές για την περαιτέρω εξέλιξη ενός πληθυσμού να ανατρέπονται.
1 Γ.Ν Τζιαφέτας, Το Δημογραφικό Πρόβλημα της Ελλάδας
2 Δημογραφία ετυμολογικά από το Δήμος και Γράφω (περιγράφω τον πληθυσμό)
3 Η νομική, οι πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες, η ιατρική, η γεωγραφία, η ιστορία, η βιομετρία, η εθνογραφία, η ανθρωπογεωγραφία, κλπ.
Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, είναι απαραίτητο στην παρούσα έρευνα να τεθούν εξαρχής οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Ότι οι δείκτες γεννητικότητας και γονιμότητας θα ακολουθήσουν τις τά
σεις των τελευταίων ετών.
β. Ότι οι συνταγματικά προστατευόμενοι θεσμοί της οικογένειας και της μη-
τρότητας, θα απολάβουν του ενδιαφέροντος που τους αναλογεί, εκ μέρους της Πολιτείας.
γ. Ότι η είσοδος μεταναστών στη χώρα μας, θα συνεχίσει να υπερέχει ένα-
ντι της αποδημίας.
δ. Ότι η απειλή από ανατολάς θα εξακολουθήσει να παραμένει ενεργή και
κύρια για την Ελλάδα.
ε. Ότι τα στοιχεία που έχουν ληφθεί από την Ελληνική (ΕΛΣΤΑΤ) και Ευ-
ρωπαϊκή (EUROSTAT) Στατιστική Υπηρεσία, κρίνονται ως πλήρως αξιόπιστα, διότι όπως είναι γνωστό όλα αναφέρονται στον «πραγματικό πληθυσμό» δηλαδή το σύνολο των για οποιαδήποτε αιτία παρόντων σε μια περιφέρεια – δήμο προσώπων κατά την ημέρα της απογραφής ,είτε αυτά διαμένουν μόνιμα εκεί, είτε βρέθηκαν να διαμένουν προσωρινά ή τυχαία.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ιστορική αναδρομή
Το Έθνος μας δεν αντιμετωπίζει για πρώτη φορά τη δημογραφική απειλή.
Κύρια αιτία της υποδούλωσης της Ελλάδας στους Ρωμαίους, όπως αναφέρει ο ιστορικός Πολύβιος, ήταν η «απαιδία και συλλήβδην η ολιγανθρωπία».
Ακόμη όμως και η τελική πτώση του Βυζαντίου, στην ολιγανθρωπία των
Ελλήνων δεν οφείλεται; Ο δυστυχής Φραντζής, που είχε διαταχθεί τις παραμονές της Άλωσης από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να έλθει σε επαφή με τους δημάρχους της Βασιλεύουσας για να καταγράψει το μέγιστο αριθμό των μαχίμων που θα μπορούσαν να υπερασπίσουν την Πόλη, με πόνο ψυχής αναφέρει 4.970 άνδρες όλων των κατηγοριών. Αυτοί οι άνδρες αντιμετώπισαν τελικά τους 160.000 καλά γυμνασμένους στρατιώτες του Πορθητή. Η πραγματική «κερκόπορτα» ήταν η ολιγανθρωπία των Ελλήνων και είχε ανοιχθεί πολλά χρόνια πριν.
Δημογραφική μετάβαση
Η δημογραφική μετάβαση στη Χώρα μας ακολούθησε το πρότυπο των άλ-
λων Ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες προηγήθηκαν προς αυτή την κατεύθυνση και μπορούμε να διακρίνουμε τις ακόλουθες πέντε φάσεις εξελίξεως:
α. Η πρώτη φάση είναι εκείνη της υψηλής γεννητικότητας και της υψηλής
θνησιμότητας, οι οποίες δίνουν ευκαιρία για μικρή μόνο αύξηση του πληθυσμού.
Στη φάση αυτή βρέθηκε η χώρα μας κατά τη διάρκεια του 19 ου αιώνα, με επίπεδα γεννητικότητας και θνησιμότητας άνω των 35 και 45 σε 1.000 κατοίκους. Ήταν η περίοδος εκείνη, κατά την οποία οι γονείς θεωρούσαν τους εαυτούς τους ευτυχείς εάν από το σύνολο των παιδιών που αποκτούσαν, κατόρθωναν να επιζήσουν δύο τουλάχιστον και να έλθουν σε γάμο, αποκτώντας και αυτά τα δικά τους παιδιά.
β. Η δεύτερη φάση αρχίζει με την έναρξη μειώσεως της θνησιμότητας γε-
νικά και της βρεφικής θνησιμότητας ειδικότερα. Στη φάση αυτή φαίνεται ότι εισήλθε η χώρα μας στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η μείωση αυτή της θνησιμότητας, δημιούργησε μεγαλύτερο περιθώριο αυξήσεως του πληθυσμού, επειδή το ποσοστό γεννητικότητας εξακολουθούσε να είναι υψηλό. Με την πάροδο του χρόνου όμως, φαίνεται ότι οι γονείς άρχισαν να πείθονται πως ήταν δυνατό να τους επιζήσουν περισσότερα παιδιά, ακόμη κι αν περιόριζαν τις γεννήσεις τους.
γ. Η τρίτη φάση αρχίζει να γίνεται αισθητή από τότε που τα έγγαμα ζεύγη,
δεδομένου ότι τα εξώγαμα αποτελούσαν πάντα μικρό ποσοστό στην Ελλάδα, αύξησαν τις ελπίδες τους ότι, θα μπορούσαν να επιζήσουν περισσότερα από τα παιδιά που αποκτούσαν. Αυτό φαίνεται ότι συνέβη κατά την μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων περίοδο, οπότε το ποσοστό γεννητικότητας από τις 40 ή 45 γεννήσεις στους 1.000 κατοίκους της προηγούμενης περιόδου, μειώθηκε σε 30 γεννήσεις κατά το 1930 και σε 25, μόλις πριν από τον τελευταίο πόλεμο. Η μείωση της γεννητικότητας κατά τη φάση αυτή δεν περιόρισε πολύ τη φυσική αύξηση, επειδή εξακολούθησε εκ παραλλήλου η μείωση της θνησιμότητας. Με αυτές τις τάσεις λοιπόν, το ποσοστό της φυσικής αύξησης διατηρήθηκε στο 12 έως 13 στους 1.000 κατοίκους. Αν και η περίοδος του πολέμου ανέτρεψε τα επίπεδα αυτά και μετέτρεψε τη φυσική αύξηση του πληθυσμού σε αρνητική, κατά τη μεταπολεμική περίοδο
(μετά το 1950) συνεχίσθηκε μία βραδεία μείωση του ποσοστού γεννητικότητας κάτω των 20 γεννήσεων, ενώ εκ παραλλήλου, η τάση του πολύ χαμηλού ποσοστού θνησιμότητας οριζοντιώθηκε και μετά το 1960 άρχισε μία βραδεία αύξηση.
δ. Η τέταρτη φάση αρχίζει από τότε που το μειούμενο ποσοστό γεννητικό-
τητας δεν ακολουθείται από μείωση ποσοστού θνησιμότητας, αλλά παραμένει σε στασιμότητα στη δεκαετία του 1950 και στη συνέχεια, λόγω της γήρανσης της πυραμίδας του πληθυσμού, αρχίζει μία βαθμιαία αύξηση από τη δεκαετία του 1960 και ύστερα, οπότε το ποσοστό της φυσικής αύξησης (μετρούμενο σε 1.000 κατοίκους) αρχίζει να περιορίζεται από 12 της δεκαετίας του 1950, σε 10 στη δεκαετία του 1960, σε 7 στη δεκαετία του 1970 και σε 2,5 περίπου στη δεκαετία του 1980.
ε. Η πέμπτη φάση, την οποία άλλωστε και διανύουμε, είναι αυτή που το
μειούμενο ποσοστό γεννητικότητας, όχι μόνον συνάντησε αλλά και ξεπέρασε το αυξανόμενο (λόγω της γήρανσης του πληθυσμού) ποσοστό θνησιμότητας. Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τα έτη 2000 και 2014, οι γεννήσεις ανήλθαν σε 114.766 και 92.148 αντίστοιχα, ενώ οι θάνατοι σε 109.084 και 113.740.
Οι φάσεις αυτές από τις οποίες διήλθαν η γεννητικότητα και η θνησιμότητα
στην Ελλάδα, επηρέασαν και διαμόρφωσαν την εξέλιξη της σύνθεσης του πληθυσμού της κατά τα διάφορα χαρακτηριστικά του, όπως είναι το φύλο, η ηλικία, η οικογενειακή κατάσταση κ.ά.
Η εξέλιξη των δεικτών των γεννήσεων και των θανάτων (ανά 1000 κατοί-
κους) από το 1931 μέχρι το 2014 φαίνεται στον παρακάτω πίνακα 1, ενώ στο
γράφημα 1 φαίνεται παραστατικά η συνάντηση των δύο δεικτών το 2000 καθώς και η πορεία τους από το 2010 και μετά όταν ο αριθμός θανάτων άρχισε να ξεπερνά των αριθμό γεννήσεων:
Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
Η εξέλιξη της γεννητικότητας
Γεννητικότητα είναι η συχνότητα των γεννήσεων στον πληθυσμό. Για τη μέ-
τρηση της γεννητικότητας χρησιμοποιούνται κυρίως δύο δείκτες4 :
α. Το ακαθάριστο ποσοστό γεννητικότητας (ΑΠΓ) δηλαδή οι γεννήσεις
ζωντανών παιδιών σε 1.000 κατοίκους και,
β. Ο δείκτης γονιμότητας ή μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα. Πρόκει-
ται για τον αριθμό γεννήσεων ζωντανών παιδιών ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας 15-49 ετών.
Για να εξασφαλιστεί η αντικατάσταση των γενεών σε ένα πληθυσμό ,θα
πρέπει από κάθε γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία να γεννιούνται 2,1 παιδιά ή 2.100 παιδιά από 1.000 γυναίκες . Το επίπεδο αναπλήρωσης γενεών λαμβάνει υπόψη τις γεννήσεις κατά ηλικία της μητέρας, την αναλογία των φύλων κατά τη γέννηση και το επίπεδο θνησιμότητας.
Ο δείκτης γονιμότητας από το 1950 έως το 1980 διατηρήθηκε στο 2,3-2,2
γεννήσεις ανά γυναίκα με μικρές διακυμάνσεις. Τα ποσοστά αυτά χαρακτηρίζονται ως πολύ ικανοποιητικά, αν λάβουμε υπόψη το επίπεδο αναπλήρωσης των γενεών. Αυτή όμως η σταθερότητα του δείκτη γονιμότητας δεν συνεχίζεται μετά το 1981. Αντίθετα, παρατηρείται μία ιδιαίτερα σημαντική και επικίνδυνη πτώση, κατεβάζοντας τα μεγέθη για το έτος 1984 σε 1,82 γεννήσεις ανά γυναίκα ενώ για τα έτη 1987 έως 1999 ο δείκτης γονιμότητας κατεβαίνει ακόμη περισσότερο και θα φτάσει το 1999 1,23. Στην επόμενη δεκαετία παρατηρείται μία μικρή αύξηση του δείκτη από 1,23 στο 1,50 το 2009 και τέλος το χρονικό διάστημα από το 2009 έως το
2013 ο δείκτης μειώνεται ξανά για να φτάσει στο 1,29, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών με το χαμηλότερο δείκτη γονιμότητας στην
Ευρώπη.
4 Γ. Σιάμπος, «Δημογραφικές εξελίξεις»
Η μείωση της αναπαραγωγής του πληθυσμού την τελευταία δεκαετία, είχε
ως αποτέλεσμα τον περιορισμό όχι μόνον των μεγάλων οικογενειών, ιδιαίτερα αυτών με τρία και τέσσερα παιδιά, αλλά ακόμη και αυτόν των οικογενειών με δύο παιδιά. Σύμφωνα με στοιχεία των απογραφών των ετών 2001 και 2011, προκύπτει ως διαπίστωση ότι, μέσα σε μία δεκαετία, αυξήθηκαν κατά 16,27% και 11,35 τα παντρεμένα ζευγάρια χωρίς παιδιά και ένα παιδί αντίστοιχα, ενώ αντίθετα μειώθηκαν κατά 1.86% οι οικογένειες με δύο παιδιά, κατά 6,35% οι οικογένειες με τρία παιδιά, κατά 15,68% οι οικογένειες με τέσσερα παιδιά και κατά 23,16% οι οικογένειες με πέντε και πάνω παιδιά.
Στο γράφημα 3 απεικονίζονται τα παραπάνω στοιχεία:
Τα στοιχεία αυτά στην ουσία δείχνουν ότι, τα τελευταία χρόνια αυξάνονται
ιλιγγιωδώς οι οικογένειες χωρίς παιδιά, δηλαδή αυξάνεται ο πληθυσμός που γερνάει και μειώνονται με πολύ ανησυχητικούς ρυθμούς, οι οικογένειες με παιδιά.
Θνησιμότητα
Θνησιμότητα είναι η σχέση των θανάτων προς τον πληθυσμό. Ο ακαθάρι-
στος συντελεστής θνησιμότητας (θάνατοι ανά 1000 κατοίκους) παρουσιάζει την εξής εξέλιξη όπως φαίνεται και στον γράφημα 4:
Οι θάνατοι, κατά το 2013, παρουσίασαν μείωση κατά 4,2 % και ανήλθαν σε
111.794, (57.630 άντρες και 54.164 γυναίκες) έναντι 116.668 (60.135 άντρες και 56.533 γυναίκες) που ήταν το 2012. Όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, κυριότερες αιτίες θανάτου για το 2013 ήταν τα νοσήματα του κυκλοφορικού συστήματος με 46.342 θανάτους. Ακολουθούν οι θάνατοι από νεοπλάσματα που ανήλθαν σε 28.857, ενώ σε 10.924 ανήλθαν οι θάνατοι που οφείλονται σε νοσήματα του αναπνευστικού συστήματος.
Διεθνείς Συγκρίσεις
Η πτώση του συντελεστή γονιμότητας κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης
γενεών, δεν αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο. Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όλες σχεδόν οι χώρες της Ευρώπης παρουσίασαν ανοδικές τάσεις στη γονιμότητα, το οποίο συνεχίστηκε μέχρι το 1964 ενώ από την επόμενη χρονιά άρχισε η μείωση της, η οποία εξαπλώθηκε στη Βόρεια και Δυτική Ευρώπη και μετά το 1980 και στις χώρες της Νότιας Ευρώπης με ταχύ ρυθμό.
Σύμφωνα με στοιχεία έτους 2013 της Eurostat όπως απεικονίζονται στο
γράφημα 5 σε καμία από τι χώρες της ΕΕ ο δείκτης γονιμότητας δεν ξεπερνά το επίπεδο αναπλήρωσης των γενεών.
Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στους ουραγούς της Ευρώπης σε ότι αφορά
τη γονιμότητα, κατέχοντας την 25η θέση στην κατάταξη των σχετικών δεικτών σε
σύνολο 28 χωρών της ΕΕ. Ο δείκτης γονιμότητας, που όπως προαναφέρθηκε έ
φτασε το 1,29 ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι στο 1,55 .
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι, η Πορτογαλία και η Ισπανία κατέχουν τους
χαμηλότερους δείκτες με 1,21 και 1,27 αντίστοιχα, ενώ οι χώρες με τους υψηλό-
τερους δείκτες γονιμότητας είναι η Γαλλία με 1,99 και Ιρλανδία με 1,96.
ΑΙΤΙΑ ΥΠΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Η ευημερία υπήρξε ένας από τους βασικούς λόγους που προκάλεσε το
μέγα πρόβλημα της υπογεννητικότητας. Η ευημερία αυτή επιδιώχθηκε, όχι τόσο με
την αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας, αλλά και με τη μείωση των
μελών της οικογένειας, που κατέληξε στην υπογεννητικότητα. Σήμερα, το "πνεύμα
της ευζωίας" μετακίνησε τον κύλινδρο της ζωής έξω από τα βιολογικά, από τα φυσιολογικά πλαίσια.
Η μείωση των γεννήσεων που έχει πάρει σήμερα δραματικές διαστάσεις
στη χώρα μας, δεν είναι ένα φαινόμενο ανεξάρτητο από το κοινωνικοοικονομικό
γίγνεσθαι αλλά και από την κάθε μορφής ανθρώπινη δραστηριότητα. Αντίθετα, διαμορφώθηκε από πλείστους όσους παράγοντες, όπως κοινωνικούς, οικονομικούς,
πολιτισμικούς, δημογραφικούς, ψυχολογικούς κ.ά. που μάλιστα αλληλοεπηρεάζονται. Ας δούμε όμως, τους κυριότερους εξ αυτών:
Μείωση της γαμηλιότητας
Η γαμηλιότητα, που ορίζεται ως η συχνότητα γάμων στον πληθυσμό, ήταν υ-
ψηλή κατά τη μεταπολεμική περίοδο, αλλά έχει παρατηρηθεί αισθητή μείωση τα
τελευταία χρόνια. Για τη μέτρηση της γαμηλιότητας χρησιμοποιείται ο Ακαθάριστος
Συντελεστής Γαμηλιότητας (αριθμός γάμων σε 1.000 κατοίκους). Τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρουσιάστηκε μείωση του
συντελεστή στην περίοδο 1960-1990, που ήταν ιδιαίτερα αισθητή μετά το 1980. Τα
τελευταία χρόνια έχει παρουσιαστεί το φαινόμενο της αναβολής των γάμων, γεγονός που επηρεάζει άμεσα την πορεία της γεννητικότητας στην Ελλάδα, όπου οι
περισσότερες γεννήσεις λαμβάνουν χώρα μέσα στο γάμο. Ως παράγοντες που
διαμορφώνουν τη γαμηλιότητα, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε την αύξηση της
μέσης ηλικίας γάμου, την αύξηση της ηλικίας των αγάμων, την ανεργία και κατά
επέκταση την έλλειψη εισοδήματος, κλπ.
Αύξηση των διαζυγίων
Ο αριθμός των διαζυγίων αυξήθηκε σημαντικά στις χώρες της Ευρώπης και
στην Ελλάδα. Όταν τα διαζύγια αφορούν τις ηλικίες κάτω του 50ού έτους, ηλικίες
που δεν έχουν ολοκληρώσει την αναπαραγωγική περίοδο τους, έχουν δυσμενή
δημογραφικά επακόλουθα.
Ανεργία
Στη χώρα μας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής
Υπηρεσίας, το ποσοστό ανεργίας κατά το πρώτο τρίμηνο του 2014 ανήλθε στο
27,8%, που είναι από τα μεγαλύτερα ποσοστά των τελευταίων δεκαετιών για τη
χώρα μας καθώς και το μεγαλύτερο στην ΕΕ σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Βέβαια, τα διαθέσιμα στοιχεία, δεν αποδίδουν με ακρίβεια το πραγματικό μέγεθος
της ανεργίας, γιατί δεν μπορούν να μετρήσουν την "συγκεκαλυμμένη ανεργία"
στον αγροτικό τομέα και δεν καταγράφουν την απασχόληση στην παραοικονομία.
Επίσης δεν υπολογίζονται άτομα, που έχουν αποθαρρυνθεί, λόγω της αδυναμίας
εξεύρεσης εργασίας και γι' αυτό αποσύρονται από το εργατικό δυναμικό, φαινόμενο εκτεταμένο στο γυναικείο πληθυσμό.
Επιπλέον, οι πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας με την
εμφάνιση της οικονομικής κρίσης δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό την εύρεση εργα-
σίας και πολύ περισσότερο μόνιμης από τους νέους, στοιχείο το οποίο δημιουργεί
ανασφάλεια και αποτελεί πρόσθετο αρνητικό παράγοντα για τη σύναψη γάμου και
τη γέννηση παιδιών. Ιδιαίτερα στις μέρες μας που το κοινωνικό κράτος έχει παραλύσει τα οικογενειακά επιδόματα, η στήριξη των πολυμελών οικογενειών καθώς
και η προώθηση μιας πολιτικής φιλικής ως προς την αύξηση της γεννητικότητας
δεν θεωρούνται προτεραιότητα του κράτους. Άλλωστε, τα κοινωνικά δικαιώματα
που αναφέρονται στο Σύνταγμα (όπως η οικογένεια, η μητρότητα) διακηρύσσεται
ότι πρέπει να προφυλάσσονται, όμως η ουσιαστική τους εφαρμογή και προστασία
εναπόκειται στην οικονομική ευρωστία του κράτους.
Με την ανεργία εμφανίζονται πλείστα σοβαρά, ατομικά και κοινωνικά προ-
βλήματα και οδηγούν τους νέους και τις νέες στο περιθώριο της κοινωνίας, δημιουργούν ψυχώσεις και κοινωνικά τραύματα, προκαλούν ανυπολόγιστες ηθικές,
ψυχικές και κοινωνικές ζημίες. Χιλιάδες άνδρες και γυναίκες ικανοί για εργασία είναι καταδικασμένοι σε αναγκαστική αργία. Καθώς η ανεργία παρατείνεται μπαίνει
σε λειτουργία μία διαδικασία φθοράς. Υπάρχουν οικονομικές δυσχέρειες, απώλεια
αυτοπεποίθησης, απώλεια ψυχικής ευεξίας, οικογενειακά και στεγαστικά προβλήματα, κοινωνική απομόνωση κλπ. Πώς κάτω από αυτές τις συνθήκες τα υπεύθυνα
ζευγάρια και γυναίκες θα αποφασίσουν να κάνουν παιδιά;
Για όλους αυτούς τους λόγους υπάρχει μείωση του αριθμού των γεννήσεων
κυρίως στις νεότερες ηλικίες. Επομένως η ανεργία, η υποαπασχόληση ακόμα και η
περιστασιακή απασχόληση των νέων ανδρών και γυναικών συμβάλλει στη μείω-
ση των γεννήσεων.
Κόστος ανατροφής των παιδιών
Η Μικροοικονομική θεωρία υποθέτει ότι κάθε ζευγάρι αποφασίζει για το πό-
σα παιδιά θα αποκτήσει με βάση το εισόδημα που διαθέτει, τις σχετικές προτιμή-
σεις του για τα παιδιά και το κόστος των παιδιών σε σχέση με άλλα αγαθά και
δραστηριότητες, με στόχο να πετύχει τον καλύτερο συνδυασμό παιδιών και άλλων
αγαθών. Μία αύξηση του εισοδήματος, δεν επηρεάζει μόνο τον αριθμό των παιδιών αλλά και την ποιότητα της ζωής τους.
Η ικανοποίηση που αποκομίζεται από το παιδί εξαρτάται από την ποιότητα
του. Όσο πιο υψηλή είναι η ποιότητα τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανοποίηση. Η
ποιότητα ορίζεται βάσει του χρηματικού ποσού που καταβάλλουν οι γονείς για τα
έξοδα των παιδιών. Μία αύξηση του εισοδήματος οδηγεί σε αύξηση του αριθμού
των παιδιών (ποσότητα), αλλά και αύξηση στην ποιότητα, δηλαδή ένα ζευγάρι
μπορεί να αποκτήσει λιγότερα παιδιά αλλά να δώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στην
ανατροφή τους και ιδιαίτερα στην εκπαίδευση τους. Μία αύξηση στο συγκριτικό
κόστος των παιδιών θα πρέπει να προκαλέσει πτώση της γεννητικότητας.
Η απόφαση για την απόκτηση ενός συγκεκριμένου αριθμού παιδιών λαμ-
βάνεται κάτω από τον περιορισμό του εισοδήματος που διαθέτει το ζευγάρι και το
κόστος των παιδιών σε σύγκριση με τις τιμές άλλων αγαθών. Η μόρφωση απαιτεί
επένδυση χρόνου και χρήματος αλλά αποδίδει μόνο όταν η διαδικασία έχει ολοκληρωθεί. Η απόκτηση και η φροντίδα των παιδιών συνδέεται με ένα χρηματικό
κόστος (την τιμή των καταναλωτικών αγαθών που χρησιμοποιούνται για την ανατροφή τους) και ένα κόστος χρόνου, που αποτελεί βασικό στοιχείο για τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά. Ο αριθμός των παιδιών που αποκτούν τα ζευγάρια
καθορίζεται από το εισόδημα των γονιών, το κόστος των παιδιών, τις τιμές των άλλων αγαθών και τις προτιμήσεις των γονιών.
Οι προτιμήσεις αυτές μεταβάλλονται και επηρεάζονται από διάφορους πα-
ράγοντες, όπως ο τόπος κατοικίας, η εθνικότητα, το θρήσκευμα αλλά και από την
κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γονιών τους όταν οι ίδιοι ήταν σε εφηβική ηλικία. Τα ζευγάρια που ανατράφηκαν από εύπορους γονείς, συχνά προτιμούν την
απόκτηση αγαθών πολυτελείας αντί για παιδιά, ενώ για τα ζευγάρια που έχουν
ανατραφεί από φτωχότερους γονείς ισχύει το αντίθετο.
Από μελέτη διεθνούς εμπειρογνώμονα προέκυψε ότι η αύξηση της αναλο-
γίας των ζευγαριών με δύο μισθούς, συνέβαλε στη μείωση της γονιμότητας κάτω
από το επίπεδο αντικατάστασης των γενεών. Η αύξηση του πραγματικού εισοδήματος των δύο συζύγων, προκαλεί μία παράλληλη αύξηση του κόστους εκπαίδευσης των παιδιών τους, που είναι ικανή να απορροφήσει τους πρόσθετους πόρους.
Επισημαίνεται ότι, μία αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών επηρεάζει
τις προτιμήσεις και τις αξίες σε τέτοιο βαθμό, ώστε να περιορίζει τον αριθμό των
παιδιών. Πολλοί γονείς προτιμούν να αγοράσουν ή να αλλάξουν αυτοκίνητο, να
αγοράσουν εξοχικό σπίτι ή καινούρια έπιπλα παρά να αποκτήσουν ένα ακόμη
παιδί. Η κατανάλωση τους είναι ανταγωνιστική προς την απόκτηση παιδιών.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι επειδή για το μεγαλύτερο μέρος της ελληνι-
κής κοινωνίας το διαθέσιμο εισόδημα είναι καθορισμένο και το κόστος της ανατροφής των παιδιών υψηλό, υπάρχει αλληλεπίδραση ποσότητας και ποιότητας ως
προς την απόφαση για τη γεννητικότητα.
Η επαγγελματική απασχόληση της γυναίκας
Ορισμένοι αποδίδουν τη μείωση της γονιμότητας μόνο ή κυρίως, στην ε-
παγγελματική απασχόληση της γυναίκας. Αυτό όμως, δεν είναι απόλυτα σωστό
αφού η μείωση των γεννήσεων δεν οφείλεται σε ένα μόνο παράγοντα, αλλά σε
πολλούς. Η πανελλήνια έρευνα γονιμότητας θεώρησε την απασχόληση της γυναίκας ως έναν από τους παράγοντες που αποδείχθηκαν στατιστικά σημαντικοί στη
μείωση της γονιμότητας. Στη διεθνή βιβλιογραφία, η γονιμότητα και η επαγγελματική απασχόληση είναι αλληλένδετες και θεωρούνται ως λογικές αποφάσεις που
προσδιορίζονται από το οικονομικό κόστος και τα οφέλη.
Στις μέρες μας, η επαγγελματική απασχόληση των γυναικών, αποτελεί μία
πραγματικότητα και μία ανάγκη όχι μόνο για την οικογένεια αφού ο ένας μισθός
δεν φτάνει για να αντιμετωπιστούν οι οικογενειακές δαπάνες, αλλά και για τις ίδιες τις γυναίκες για να δημιουργήσουν και σε άλλους τομείς έξω από το σπίτι αφού
έχουν τις δυνατότητες και τα εφόδια. Η γυναίκα έχει σήμερα περισσότερες απαιτήσεις. Θέλει να εργαστεί, να κάνει καριέρα, να έχει οικονομική άνεση, επιθυμώντας
παράλληλα να αποκτήσει και παιδιά. Δεν θέλει όμως να έχει πολλά παιδιά, τα οποία απαιτούν χρόνο και χρήμα, που ως επί το πλείστον, δεν διαθέτουν οι εργαζόμενοι γονείς.
Οι έρευνες και μελέτες, που έγιναν για την Ελλάδα, έδειξαν την αρνητική
σχέση γονιμότητας και επιπέδου εκπαίδευσης. Επιστημονική μελέτη κατέληξε στο
συμπέρασμα ότι η γονιμότητα "βαίνει μειούμενη αντιστρόφως προς το επίπεδο
μορφώσεως". Γυναίκες με υψηλότερη μόρφωση εργάζονται για την ικανοποίηση
που τους προσφέρει το επάγγελμα που ασκούν, επομένως οι προτιμήσεις τους
μετατοπίζονται από το ρόλο της συζύγου και μητέρας προς το επάγγελμα τους.
Η φύλαξη των παιδιών και οι βρεφονηπιακοί σταθμοί
Οι βρεφονηπιακοί σταθμοί αποτελούν σημαντικό μέτρο κοινωνικής προ-
στασίας που έμμεσα συμβάλλει σημαντικά στην ενίσχυση της αναπαραγωγικότη-
τας. Στην Ελλάδα υπάρχουν κρατικοί, δημοτικοί και ιδιωτικοί σταθμοί, όχι όμως
αρκετοί για να καλύψουν τις υφιστάμενες ανάγκες. Πολλές φορές μάλιστα, η ακαταλληλότητα των υπηρεσιών φύλαξης παιδιών, είναι ανάμεσα στις αιτίες που κάνουν τα ζευγάρια και τις γυναίκες να αποκτούν λιγότερα παιδιά από όσα θα επιθυμούσαν. Όταν οι βρεφονηπιακοί σταθμοί λειτουργούν κάτω από καλές συνθήκες,
αναμφισβήτητα παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο γιατί το
παιδί που έρχεται στον κόσμο δεν είναι μόνο παιδί ενός ζευγαριού ή μιας μητέρας,
αλλά ένας πολίτης που θα προσφέρει κοινωνικά και οικονομικά στη μελλοντική
ζωή της χώρας.
Το φορολογικό σύστημα
Το φορολογικό σύστημα που ισχύει στην Ελλάδα, δεν ευνοεί και ιδιαίτερα
στην απόκτηση παιδιών και στη δημιουργία μεγάλων οικογενειών. Η σημερινή
μορφή του φορολογικού συστήματος, είναι κοινωνικά άδικη. Δεν είναι δυνατόν να
εξακολουθήσει η υπέρμετρη φορολόγηση των πολυμελών οικογενειών, χωρίς να
λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των μελών στον επιμερισμό του διαθέσιμου οικογενειακού εισοδήματος, όταν είναι γνωστές οι απαιτήσεις για την ανατροφή των παιδιών. Εν κατακλείδι, οι παροχές του κράτους θεωρούνται ανεπαρκείς ή και ασήμαντες από τα ζευγάρια και τις γυναίκες και δεν συμβάλλουν στην απόκτηση του επιθυμητού αριθμού παιδιών. Επομένως η έλλειψη κοινωνικής υποδομής και η άσκηση πλημμελούς πολιτικής επί του θέματος, αποτελούν βασική αιτία περιορισμού των γεννήσεων.
Η αστικοποίηση
Στην Ελλάδα, οι πολυμελείς οικογένειες ήταν κυρίως αγροτικές. Από τα μέ-
σα της δεκαετίας του 1950 και μετά, πολλοί νέοι αγρότες άρχισαν να μετακινού-
νται στις πόλεις ή να μεταναστεύουν στο εξωτερικό. Επομένως η μείωση της γονιμότητας στις αγροτικές περιοχές, οφείλεται στη μείωση του πληθυσμού αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι αγρότες που εγκαθίστανται στις πόλεις υιοθετούν το μικρό μέγεθος της οικογένειας που ισχύει σ' αυτές αφού η γονιμότητα επηρεάζεται σημαντικά από τον τόπο κατοικίας. Όσο μεγαλύτερη είναι η πόλη, τόσο μικρότερη είναι
η γονιμότητα. Από παλαιότερη μελέτη αποδείχθηκε ότι, η γονιμότητα στην περιφέρεια της πρωτεύουσας είναι μικρότερη από τη γονιμότητα των αστικών περιοχών,
η οποία είναι μικρότερη των ημιαστικών περιοχών και τέλος η γονιμότητα των ημιαστικών περιοχών είναι μικρότερη της γονιμότητας των αγροτικών περιοχών.
Μετανάστευση
Σε πολλές μελέτες αναφέρεται ότι η εξωτερική μετανάστευση ασκεί αρνητική
επίδραση στη γονιμότητα διότι προκαλεί τον χωρισμό των συζύγων και είναι επιλεκτική ως προς το φύλο και την ηλικία: π.χ. στην περίοδο 1955-1977 για την οποία υπάρχουν στατιστικά στοιχεία οι περισσότεροι (58,7%) από τους 1.236.290
μετανάστες, ήταν άνδρες και 8 στους 10 μετανάστες ανήκαν στην ομάδα ηλικιών
15-44 ετών.
Μελέτη απέδειξε ότι στην Ελλάδα υπήρξε αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στη
μετανάστευση προς το εξωτερικό και τα επίπεδα γονιμότητας. Καθώς δηλαδή η
μετανάστευση αυξανόταν, η γονιμότητα μίκραινε αφού απομακρύνονταν οι σύζυγοι
ο ένας από τον άλλο και χάνονταν για τη χώρα άτομα των αναπαραγωγικών ηλικιών.
Το φαινόμενο της μετανάστευσης δεν αφορά όμως μόνο τις προηγούμενες
δεκαετίες αλλά και την προηγούμενη και αυτή που τώρα διανύουμε. Αρκετοί νέοι
εγκαταλείπουν την πατρίδα μας επιλέγοντας να μεταναστεύσουν για σπουδές και
τελικά μένουν στις χώρες εγκατάστασης τους, μια και στην Ελλάδα δεν μπορούν
να βρουν εργασία που να ανταποκρίνεται στα προσόντα τους, δεδομένου της οικονομικής κατάστασης που επικρατεί στη χώρα μας. Σημειώνεται ότι, αυτή τη φορά η πλειονότητα των Ελλήνων μεταναστών είναι υψηλού μορφωτικού επιπέδου
και ως εκ τούτου η Ελλάδα δεν χάνει μόνο τους νέους που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία αλλά και τους αυριανούς της επιστήμονες.
Πέραν όσων κατεγράφησαν παραπάνω, μπορούμε σαφώς να προσμετρήσουμε στα αίτια μείωσης της γονιμότητας, ορισμένους μη μετρήσιμους αλλά εύκολα ορατούς παράγοντες, όπως είναι η απομάκρυνση από τα παραδοσιακά ελλη-
νικά πρότυπα με τη χαλάρωση των οικογενειακών δεσμών, η διαρκώς ελαττωμένη
επίδραση των αρχών της Χριστιανικής διδασκαλίας, παρά τις προσπάθειες ανοίγματος της Εκκλησίας προς τους νέους που συντελούνται κατά τα τελευταία χρόνια,
καθώς επίσης και η εισαγόμενη λανθάνουσα (μάλλον) αντίληψη για τον οικογενειακό προγραμματισμό.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Είναι γεγονός ότι μερικοί από εμάς που ζουν στη μακαριότητα του ευδαιμονι-
σμού και της ευημερίας μπορούν εύκολα να ισχυρισθούν ότι κινδυνολογούν όσοι
επισείουν τους κινδύνους από τη συρρίκνωση του πληθυσμού και χαρακτηρίζουν
το ζήτημα της υπογεννητικότητας ως μείζον εθνικό πρόβλημα.
Έρχεται όμως η Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Βουλής των
Ελλήνων, που συστήθηκε για τη μελέτη του δημογραφικού προβλήματος της χώρας μας και τη διατύπωση προτάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του,
να τους αποστομώσει, αφού ρητά και εμφαντικά αναφέρει στο πόρισμά της ότι
« Στη χώρα μας στην οποία σήμερα η γεννητικότητα είναι από τις χαμηλότερες της
Ευρώπης, το δημογραφικό πρόβλημα παίρνει τεράστιες εθνικές διαστάσεις, που
μπορεί να απειλήσουν την εθνική μας ανεξαρτησία και την εδαφική μας ακεραιότητα»5.
Επιπρόσθετα, αξίζει να σημειωθεί ότι, το δημογραφικό πρόβλημα συμπεριλαμβάνεται στα αδύνατα σημεία της Ελληνικής πλευράς, σύμφωνα με την Πολιτική
Εθνικής Άμυνας (ΠΕΑ) της Χώρας.
Οι κυριότερες επιπτώσεις του δημογραφικού προβλήματος στην Ελληνική κοι-
νωνία είναι οι ακόλουθες:
Η δημογραφική γήρανση
Γήρανση πληθυσμού ή δημογραφική γήρανση ορίζεται η αύξηση της ανα-
λογίας των ηλικιωμένων ατόμων (65 και άνω) στον πληθυσμό, η οποία αντανακλάται στη επακόλουθη αύξηση της μέσης ηλικίας του πληθυσμού (15-64), με
ταυτόχρονη μείωση της αναλογίας των νέων (0-14 ή 0-19). Με άλλα λόγια όταν η
γονιμότητα είναι χαμηλή και ο αριθμός των ηλικιωμένων αυξάνει, η μέση ηλικία
ανέρχεται και η διάρθρωση του πληθυσμού γερνάει.
Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ευρύτατες ανισότητες ως προς το ύψος σύ-
νταξης και τις προϋποθέσεις απονομής της και από κατακερματισμό των ασφαλιστικών φορέων. Με την αυξανόμενη δυσαναλογία συνταξιούχων προς εργαζόμενους δυσχεραίνεται η χρηματοδότηση των συντάξεων και η βελτίωση των χαμηλών συντάξεων.
5 Διακομματική Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων (Φεβρουάριος 1993)
Επιπλέον, η δημογραφική γήρανση με την ταυτόχρονη μείωση του νεανι-
κού εργατικού δυναμικού οδηγεί στην μείωση της παραγωγικότητας και της εξέλιξης της τεχνολογίας. Αυτό συμβαίνει καθώς οι ηλικιωμένοι δεν μπορούν να είναι το
ίδιο ενεργητικοί και δημιουργικοί σε σύγκριση με της νέους και τους είναι δύσκολο
να προσαρμόζονται στην νέα τεχνολογία και στη γεωγραφική και επαγγελματική
κινητικότητα. Τα στοιχεία αυτά λοιπόν επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την οικονομική ανάπτυξη και την ανάπτυξη της τεχνολογίας, η οποίες μένουν στάσιμες.
Επίσης, η δημογραφική γήρανση αποτελεί βασικό παράγοντα διαμόρφω-
σης αυξητικής τάσης των δαπανών υγείας, κάτω από τη διπλή επίδραση της αύξησης του αριθμού των ηλικιωμένων και της αύξησης της ροπής για κατανάλωση
ιατρικών υπηρεσιών σε αυτήν την ηλικία. Η αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων στον πληθυσμό, και η αύξηση του μέσου όρου ζωής συνεπάγονται σημαντική
αύξηση των δαπανών για τις συντάξεις. Οι ασφαλιστικοί Οργανισμοί, στα μέσα της
δεκαετίας του 1990 αντιμετώπισαν μεγάλη αύξηση του αριθμού των συνταξιούχων, εκείνων που γεννήθηκαν στη δεκαετία 1930 όταν η γεννητικότητα ήταν υψηλή (25-31 /1000) και μείωση των νεοεισερχόμενων στο εργατικό δυναμικό δηλαδή
εκείνων που γεννήθηκαν στη δεκαετία του 1970 όταν η γεννητικότητα ήταν ήδη
χαμηλή (15-16 /1000) και συνέχιζε να μειώνεται. Η επιδείνωση των δημογραφικών
δεδομένων αντανακλάται στη σχέση ηλικιωμένων – συνταξιούχων που αναλύεται
στο παρακάτω γράφημα.
Η βελτίωση των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης στην χώρα μας, η πα-
ροχή τους σε ευρεία κλίμακα στο σύνολο του πληθυσμού, μαζί με την συνεχιζόμενη πρόοδο της ιατρικής επιστήμης, κατατάσσουν πλέον τον λαό μας ανάμεσα
στους μακροβιότερους του πλανήτη με τα 78 χρόνια προσδόκιμο ζωής. Έτσι το
1971 οι άνω των 65 ετών ήταν 956.564 (10,92% του συνολικού πληθυσμού), το
1981 γίνανε 1.237.708 (12,71%), το 1991 έγιναν 1.402.717 (13,72%), το 2001
1.827.004 (16,71%) και το 2011 φτάσανε τους 2.108.669 σε ποσοστό 19,50% του
συνολικού πληθυσμού.
Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε ότι η ύπαρξη περισσοτέρων ηλικιωμένων σε
σχέση με νέους έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του εργατικού δυναμικού που απασχολείται με χειρωνακτικές εργασίες, στα επίπονα και ανθυγιεινά επαγγέλματα
(λατομεία, ναυπηγία, οικοδομές, γεωργία κλπ.). Το γεγονός αυτό οδηγεί στην παρακμή της οικονομίας μας και δεν συντελεί στην αυτάρκεια της χώρας.
Αλλοίωση του πληθυσμιακού στοιχείου
Η μετανάστευση πληθυσμών από γειτονικές χώρες που έχει λάβει στις μέ-
ρες μας επικίνδυνες διαστάσεις, τείνει να καλύψει το κενό των γεννήσεων, που
όπως προαναφέρθηκε, ολοένα και διευρύνεται. Σύμφωνα με την απογραφή του
2011 οι νόμιμα διαβιούντες και εργαζόμενοι αλλοδαποί στην Ελλάδα ανέρχονται στις 912.000, ποσοστό δηλαδή 8,43% επί του συνολικού πραγματικού πληθυσμού
της χώρας μας. Η κατάσταση σαφώς έχει χειροτερέψει σημαντικά τα τελευταία
τέσσερα χρόνια λόγω των εξελίξεων στις χώρες της Μέσης Ανατολής με αποτέλεσμα ο αριθμός των αλλοδαπών να ξεπερνά πλέον κατά πολύ το 1 εκατομμύριο.
Επιπρόσθετα, οι γεννήσεις στην Ελλάδα, κατά το 2014, όπως προαναφέρθηκε
ανήλθαν σε 92.148. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σχετικά με την υπηκοότητα της μητέρας, το 2014 καταγράφηκαν 79.975 γεννήσεις από Ελληνίδες (ποσοστό 86,8%)
και 12.173 από αλλοδαπές (ποσοστό 13,2%).
Επιπλέον, η δημογραφική κρίση των προηγούμενων δεκαετιών, οδήγησε
στην δημιουργία κενών θέσεων εργασίας στις χειρωνακτικές δουλειές, το οποίο
ενθάρρυνε τους αλλοδαπούς κυρίως από τις χώρες της Αλβανίας και της Ασίας,
να μεταναστεύσουν στη χώρα μας. Το στοιχείο αυτό είναι στενά συνυφασμένο με
την επίταση του φαινομένου της ξενοφοβίας και των ρατσιστικών εκδηλώσεων. Οι
ντόπιοι θεωρούν πως οι ξένοι μετανάστες τους παίρνουν τις δουλείες καθώς και
ότι είναι υπεύθυνοι για την αύξηση της εγκληματικότητας, στην οποία καταφεύγουν
λόγω της άσχημης οικονομικής κατάστασης τους. Όλα αυτά έχουν δυσμενή απο-
τελέσματα στην συνοχή του πληθυσμού και στην ενότητα του, η οποία δέχεται ένα
σημαντικό πλήγμα.
Ερήμωση της υπαίθρου
Η δημογραφική κρίση έχει ως επίπτωση την κρίση του θεσμού της οικογένει-
ας. Παρατηρείται αύξηση του αριθμού των ατόμων που ζουν μόνα τους, αύξηση
επίσης σημειώνεται και στον αριθμό των μονογονεϊκών οικογενειών ενώ οι πολυμελείς οικογένειες ολοένα και μειώνονται. Το στοιχείο αυτό σε συνδυασμό με την
αύξηση της αστικοποίησης έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση του μεγαλύτερου
όγκου του πληθυσμού της χώρας στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ η ύπαιθρος και
τα απομακρυσμένα χωριά της Ελλάδας ερημώνουν και παρουσιάζουν εικόνα εγκατάλειψης.
Τα αποτελέσματα της υπογεννητικότητας είναι πλέον ολοφάνερα, στις αί-
θουσες των δημοτικών κυρίως της περιφέρειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια κλείνει μεγάλος αριθμός σχολείων παρά τον σημαντικό και ολοένα αυ-
ξανόμενο αριθμό αλλοδαπών μαθητών. Από το σχολικό έτος 1980-81 έως το
2009-2010 ο συνολικός αριθμός των μαθητών έχει περιοριστεί περισσότερο από
το 1⁄4 του αρχικού του μεγέθους, ως φυσικό επακόλουθο της δημογραφικής γή-
ρανσης. Το πρόβλημα καθρεπτίζεται εξάλλου και στους υποβιβασμούς των σχολείων. Τα μονοθέσια σχολεία δεν έχουν συνήθως περισσότερους από 8 μαθητές,
ενώ αρκετά λειτουργούν με 2-3 παιδιά. Συνεπώς, παρατηρούμε πως τα δεδομένα
αποδεικνύουν ότι οι μαθητές λιγοστεύουν, τα σχολεία κλείνουν και τα χωριά μετατρέπονται σε κατοικίες γερόντων.
Εθνικές- Γεωπολιτικές συνέπειες
Το δημογραφικό πρόβλημα μιας χώρας είναι Εθνικό θέμα. Είναι ο βασικός
παράγοντας για την εξέλιξη του πληθυσμού της χώρας, την ανανέωσή του, την
ανάλογη αύξησή του και την δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την περαιτέρω
ομαλή πορεία ενός Έθνους, στον χρόνο. Τόσο η Εθνική ανεξαρτησία μιας χώρας,
όσο και η εδαφική της ακεραιότητα, εξαρτώνται από την ύπαρξη ενός ανανεωμένου και αυξανόμενου πληθυσμού. Δεν είναι επομένως υπερβολή να αναφερθεί ότι
πέρα από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του, το δημογραφικό πρόβλημα είναι θέμα κυριολεκτικά Εθνικής επιβίωσης.
Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο πως η δημογραφική ανισορροπία μεταξύ γει-
τονικών κρατών και μεταξύ ομάδων θρησκείας ή εθνικοτήτων που διαβιούν στο
εσωτερικό μιας χώρας αργά ή γρήγορα τείνει να καλυφθεί με ειρηνικό ή βίαιο τρόπο και οδηγεί στην επικράτηση εκείνου που διαθέτει τις υπέρτερες δημογραφικές
δυνάμεις ακόμη και αν δεν υπερτερεί στην πολεμική τέχνη. Το γεγονός αυτό έχει
παρατηρηθεί και επισημανθεί από την αρχαιότητα και πιο συγκεκριμένα από τον
Θουκυδίδη, κατά τον οποίο ο πληθυσμός είναι το πιο ουσιαστικό στοιχείο μιας
χώρας.
Συγκριτικά με τις γειτονικές χώρες η Ελλάδα κατέχει τον μικρότερο δείκτη
γεννητικότητας με 8,6 γεννήσεις ανά 1000 κατοίκους ενώ η Αλβανία έχει τον δεύτερο υψηλότερο δείκτη με 12,3, μετά την Τουρκία στην οποία ο δείκτης γεννητικότητας είναι σχεδόν διπλάσιος της Ελλάδας με 16,9 γεννήσεις ανά 1000 κατοίκους.
Μεταφράζοντας τους εν λόγω δείκτες σε απόλυτους αριθμούς συμπεράνουμε ότι
το 2013 στην Ελλάδα είχαμε 94.134 γεννήσεις ενώ στη Τουρκία 1.283.068. Λαμβάνοντας υπόψη τη διατήρηση των εν λόγω δεικτών γεννητικότητας και θνησιμότητας προκύπτει ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας σε δέκα χρόνια θα μειωθεί κατά
200.000 περίπου και της Τουρκίας θα αυξηθεί κατά 9.000.000 περίπου προσεγγίζοντας τα 85 εκατομμύρια.
Ταυτόχρονα θα επιτείνεται η αραίωση των ακριτικών περιοχών ιδιαίτερα
στα νησιά του Αιγαίου και στη Θράκη, με αποτέλεσμα τη μείωση των φυσικών
προφυλακών του έθνους. Σύμφωνα με τα στοιχεία που φαίνονται στους παρακάτω
πίνακες, παρατηρείται μία μεγάλη μείωση στον αριθμό των γεννήσεων στις εν λόγω περιφέρειες κατά το χρονικό διάστημα από το 1980 στο 2013. Συγκεκριμένα η
μείωση στις περιφέρειες της Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης και Ηπείρου ανέρχεται περίπου σε ποσοστό 40% ενώ στις περιφέρειες βορείου και νοτίου Αιγαίου το
ποσοστό μείωσης είναι της τάξης περίπου του 30% και 10% αντίστοιχα. Αξίζει να
σημειωθεί ότι κατά τη δεκαετία 2000-2010 είχαμε μία αύξηση των γεννήσεων σε
όλες τις περιφέρειες, πιθανότατα και λόγω των μέτρων που πάρθηκαν κατά το
ανωτέρω χρονικό διάστημα για τη στήριξη των πολύτεκνων και τρίτεκνων οικογενειών. Από τις αρχές όμως της δεκαετίας που διανύουμε έχουμε σταδιακή μείωση
των γεννήσεων, το οποίο οφείλεται κυρίως στην οικονομική κρίση που μαστίζει τη
χώρα μας.
Παράλληλα, η μεγάλη γονιμότητα του μουσουλμανικού πληθυσμού στη Θράκη θα
έχει ως αποτέλεσμα η μουσουλμανική μειονότητα να γίνει πλειονότητα, επιτείνοντας έτσι τα προβλήματα της περιοχής. Τα πληθυσμιακά κενά πάλι, που δημιουρ-
γούνται σε διάφορες ακριτικές περιοχές (νησιά Αιγαίου - Βόρεια και ιδιαίτερα Βορειοανατολικά σύνορα) υπάρχει και είναι ορατός ήδη ο κίνδυνος, να καλυφθούν
από αλλοδαπούς και εντόπιους αλλόθρησκους και τα επακόλουθα θα είναι εξαιρετικά δυσμενή για την χώρα μας (αλλαγή ποσοστού εθνοτήτων που διαβιούν στις
περιοχές με ότι αυτό συνεπάγεται στον σημερινό κόσμο). Είναι γνωστή άλλωστε η
θεωρία ότι, σε περίπτωση εισόδου της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή ‘Ένωση οι πολίτες της θα αποκτήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης και εγκατάστασης
στις Ευρωπαϊκές χώρες και κατά συνέπεια και στην Ελλάδα, με ότι αυτό συνεπάγεται για να νησιά κυρίως του ανατολικού Αιγαίου και τη Θράκη.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΤΙΣ ΕΔ
Η διατήρηση από την Ελλάδα ισχυρού και αποτελεσματικού στρατού, ήταν και
είναι σήμερα ανάγκη υπάρξεως ως Έθνους. Πηγή για την άντληση ανθρώπινου
δυναμικού, για τις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων, αποτελεί η Ελληνική νεολαία,
η οποία δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες στελέχωσης του Στρατού με εφέδρους.
Η αδυναμία αυτή σχετίζεται με την υπογεννητικότητα, την μετανάστευση, την αποφυγή της στρατιωτικής υποχρέωσης και γενικά με τις αλλαγές των παραδοσιακών
κοινωνικών δομών και αξιών.
Η μαχητική αξία ενός έθνους είναι συνδεδεμένη και εξαρτάται τόσο από την
ποσοτική επάρκεια όσο και από την ποιοτική αξία του έμψυχου δυναμικού του.
Σήμερα, η ποιοτική αξία αποκτά ιδιαίτερη σημασία, λόγω της ταχύτατης τεχνολογικής εξέλιξης των μέσων διεξαγωγής του πολέμου. Το γεγονός αυτό, καθιστά δυσχερή την εκμάθηση και το χειρισμό των πολλών και πολύπλοκων αυτών μέσων,
επιβάλλοντας τη δημιουργία πολλών ειδικοτήτων, έτσι ώστε ο εκάστοτε χειριστής
να εξειδικεύεται στο συγκεκριμένο μέσο. Βέβαια, παρόλο που τα σημερινά οπλικά
συστήματα παρέχουν μεγαλύτερη ισχύ, συγκρινόμενα με εκείνα του παρελθόντος,
οι ανάγκες σε προσωπικό δεν μειώθηκαν αισθητά.
Οι ανωτέρω απαιτήσεις της ποσοτικής επάρκειας και της ποιοτικής αξίας των
Ενόπλων Δυνάμεων, έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας, που είναι υπο-
χρεωμένη να διατηρεί το Στρατό της τόσο σε υψηλά επίπεδα ποιότητας όσο και
αριθμών, για τους εξής λόγους:
α. Τη μεγάλη γεωπολιτική αξία του Ελληνικού χώρου, ο οποίος παρέχει τη
δυνατότητα ελέγχου ζωτικών περιοχών και επιπρόσθετα διεγείρει και προκαλεί
βλέψεις.
β. Τη γεωστρατηγική της θέση, σε συνδυασμό με τη μορφολογία του ελλη-
νικού χώρου, που δημιουργούν αυξημένες ανάγκες σε προσωπικό για την άμυνα
της χώρας.
γ. Την ανάγκη διατήρησης υψηλής ποιοτικής στάθμης του προσωπικού
στις Ε. Δ. προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ποσοτική διαφορά δυναμικού που υπάρχει με την Τουρκία.
Υπό το ανωτέρω πρίσμα, η συνεχής αύξηση της υπογεννητικότητας και κατά
συνέπεια η δημογραφική γήρανση του ελληνικού πληθυσμού καθώς και η συγκέντρωση στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλοιώνουν την κοινωνική συνοχή και εξασθενίζουν την Εθνική Άμυνα της Χώρας.
Η μείωση της γονιμότητας ιδιαίτερα στις παραμεθόριες και εθνικά ευαίσθητες
περιοχές, θα δημιουργήσει ιδιαίτερα προβλήματα όχι μόνον στην άμυνα της χώρας, αλλά και στην εξωτερική πολιτική. Τα προβλήματα αυτά τον τελευταίο καιρό
είναι ήδη έντονα και όπως τουλάχιστον φαίνεται από την ακολουθούμενη πολιτική
της γείτονας χώρας θα ενταθούν.
Η συνακόλουθη μείωση του αριθμού των στρατεύσιμων θα δημιουργήσει
σοβαρό πρόβλημα στις Ένοπλες Δυνάμεις, ενώ θα δαπανώνται όλο και περισσότερα κεφάλαια για τον εξοπλισμό της χώρας, ως αντιστάθμισμα της μείωσης του
αριθμού των στρατεύσιμων που θα επηρεάσει τη γενικότερη ανάπτυξη και πρόοδο της χώρας.
Εξειδικεύοντας περισσότερο την ανάλυση μας, είναι σκόπιμο να αναφερθούμε
στα ακόλουθα σημεία:
Ελλείψεις σε προσωπικό
Ο θεσμός της υποχρεωτικής θητείας προβλέπεται από τις διατάξεις του άρ-
θρου 4 παρ. 6 του Συντάγματος («κάθε Έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι
υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της Πατρίδας, σύμφωνα με τους ορισμούς
των νόμων») και υφίσταται αφότου η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητο κράτος, η δε διαδικασία στράτευσης των Ελλήνων, συντελείτε με την πρόσκληση των κλάσεων, οι
οποίες καλούνται προς κατάταξη. Επίσης, οι Ένοπλες Δυνάμεις διατηρούν μια συγκεκριμένη Οροφή και Πίνακες προσωπικού, που η κάλυψη τους απαιτεί μια κανονική ροή. Η ύπαρξη ελλείψεων σε ανθρώπινο δυναμικό, όπως προαναφέρθηκε,
που διαπιστώνεται κατά την εκπλήρωση της ανωτέρω Συνταγματικής επιταγής,
είναι μια πραγματικότητα την οποία κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει και την
οποία βιώνουμε καθημερινά στις διάφορες στρατιωτικές Μονάδες είτε υπηρετούμε
σε αυτές είτε τις επισκεπτόμαστε.
Η υπογεννητικότητα όπως είπαμε και παραπάνω έχει άμεσα συνέπειες την εθνική άμυνα της χώρας. Συγκεκριμένα η απόδοση των Κλάσεων από το
έτος 2000 (83.000 ) έως στο 2013 (53.000 ) παρουσιάζει μία υστέρηση 30.000
στρατευσίμων, με τεράστια σημασία και ανυπολόγιστές επιπτώσεις στην άμυνα
της χώρας. Επιπλέον, πέραν του υψηλού ποσοστού αναβολών –απαλλαγών των
ΕΣΣΟ τα τελευταία χρόνια είναι πολύ σημαντικό ότι, οι γεννήσεις από 150.000
που ήταν το 1980 έχουν πέσει στις 100.000 περίπου από το 1990 και μετά. Επίσης, αφαιρώντας τις γεννήσεις των αλλοδαπών οι οποίοι δεν έχουν υποχρέωση
στράτευσης ήταν αναπόφευκτη η μείωση των στρατεύσιμων κατά τη διάρκεια της
προηγούμενης και της τωρινής δεκαετίας. Ακόμη με τις αποφάσεις της πολιτικής
ηγεσίας της χώρας, μειώθηκε η θητεία στους 12 μήνες για Πολεμική Αεροπορία και
Πολεμικό Ναυτικό και σε 9 μήνες για το Στρατό Ξηράς. Έτσι η διατήρηση της οροφής του τακτικού στρατού της χώρας στις 140.000 έναντι 700.000 της γείτονας
χώρας για τα επόμενα χρόνια μοιάζει με όνειρο θερινής νυκτός. Αποτέλεσμα θα
είναι η χαμηλή στελέχωση πολλών μονάδων ιδίως του Στρατού Ξηράς, που σε
συνδυασμό με την μικρή απόσταση των νησιών μας του ανατολικού Αιγαίου από
την Τουρκία θα μειώσει την αποτελεσματικότητα της άμυνάς τους σε ενδεχόμενη
αποβατική ενέργεια. Για την άμβλυνση του εν λόγω προβλήματος η Πολιτεία χρησιμοποιεί διάφορους τρόπους όπως, η πρόσληψη Επαγγελματιών Οπλιτών, αναδιοργάνωση Μονάδων και Υπηρεσιών κλπ. Πολλοί εδώ θα υποστηρίξουν ότι έχουμε ανάγκη μικρότερου και πιο ευέλικτου Στρατού με μεγαλύτερες δυνατότητες,
ο οποίος να επιχειρεί όπου απαιτείται. Όμως πως θα μπορέσει να μετακινηθεί στο
σημείο της έντασης στο αντίξοο περιβάλλον του Αιγαίου; Θα είναι εύκολη η αποστολή ένοπλων τμημάτων δια μέσω μιας «φλεγόμενης» θάλασσας ή μήπως θα
είναι αποστολή αυτοκτονίας; Μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι η διατήρηση
«ικανής» δύναμης αποτροπής σε κάθε μεγάλο νησί του ανατολικού Αιγαίου είναι
απαραίτητη.
Επιστρατευτικά Προβλήματα
Η συγκέντρωση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα και κυρίως στην ευρύ-
τερη περιφέρεια της πρωτεύουσας δημιουργεί ακόμη ένα μείζον πρόβλημα για τις
Ένοπλες Δυνάμεις. Συγκεκριμένα, η ερήμωση των παραμεθόριων περιοχών, λόγω της υπογεννητικότητας αλλά και της εσωτερικής μετανάστευσης, έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία ικανοποιητικής στελέχωσης των Μονάδων αυτών των περιοχών, κατά τις πρώτες ημέρες της επιστράτευσης σε ένα ενδεχόμενο πόλεμο, από
εφέδρους τοπικής εφεδρείας. Δεδομένου ότι, οι Μονάδες αυτές αναλαμβάνουν το
κύριο βάρος του αγώνα κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες της αντιμετώπισης ενός
εισβολέα, οι επιπτώσεις στην Εθνική Άμυνα δύνανται να αποβούν μοιραίες.
Πρόσθετα σοβαρά προβλήματα δημιουργούνται και από την ανάγκη ταχείας
μεταφοράς του ανθρώπινου δυναμικού από το εσωτερικό της χώρας προς τις παραμεθόριες περιοχές (Βόρεια Σύνορα – Έβρος) και ιδιαίτερα προς τα Ακριτικά νησιά, υπό την απειλή της εχθρικής Πολεμικής Αεροπορίας και του Πολεμικού Ναυτι-
κού.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ- ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ
ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Συμπεράσματα
Σε όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, σπάνια παρατηρήθηκε οι γεννήσεις να είναι
λιγότερες από τους θανάτους και όσες φορές συνέβη, οφειλόταν σε έκρυθμες καταστάσεις.
Στην Ελλάδα, η δημογραφική μετάβαση ακολούθησε το πρότυπο των άλ-
λων Ευρωπαϊκών χωρών που προηγήθηκαν, ξεκινώντας από την υψηλή γεννητικότητα και την υψηλή θνησιμότητα, για να καταλήξει στην περίοδο που διανύουμε,
κατά την οποία, το διαρκώς μειούμενο ποσοστό γεννητικότητας, συνάντησε (και
στη συνέχεια ξεπέρασε) το αυξανόμενο (λόγω της γήρανσης του πληθυσμού) ποσοστό θνησιμότητας.
Στη μεταπολεμική Ελλάδα και μετά από μία αρχική αύξηση των γεννήσεων,
οι δείκτες γεννητικότητας και γονιμότητας ακολουθούν διαρκώς φθίνουσα πορεία,
με αποτέλεσμα να κατατάσσεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών με το χαμηλότερο
δείκτη γονιμότητας στην Ευρώπη.
Από τα στοιχεία που παρατέθηκαν παραπάνω καταδεικνύεται σαφώς ότι,
μειώθηκαν όχι μόνον οι οικογένειες με τρία και περισσότερα παιδιά αλλά ακόμη και
αυτές με δύο.
Η συνέχιση του ίδιου αριθμού γεννήσεων κατά τα επόμενα χρόνια και η μη
λήψη των κατάλληλων μέτρων, θα επιφέρουν μείωση του συνολικού πληθυσμού
της χώρας κατά 200 χιλιάδες το 2025 και κατά 800 χιλιάδες το 2050, ενώ το ένα
τρίτο του πληθυσμού θα είναι γέροντες και κυρίως γερόντισσες. Σημειώνεται ότι,
στην εν λόγω εκτίμηση δεν υπολογίστηκε ο αριθμός των ατόμων που πρόκειται να
μεταναστεύσει από και προς την Ελλάδα.
Η Ελλάδα απειλείται με εξαιρετική μείωση γηγενούς πληθυσμού, γεγονός
που μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στο μέλλον της χώρας. Ο αριθμός μάλιστα των μαθητών με μετανάστες γονείς αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς ενώ αυτός
των μαθητών με γηγενείς γονείς μειώνεται συνεχώς.
Οι μοναδικές χώρες της Ευρώπης που εμφανίζουν χαμηλότερο δείκτη γονι-
μότητας από την Ελλάδα, είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Πολωνία. Σε ότι δε
αφορά τις όμορες χώρες, χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής οι αντίστοιχοι δείκτες της
Τουρκίας και της Αλβανίας, οι οποίοι διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, καταδεικνύοντας έτσι την πληθυσμιακή έκρηξη που διανύουν.
Όπως είναι εύκολα κατανοητό από όσα αναφέραμε παραπάνω, η χώρα
μας έχει ένα έντονο δημογραφικό πρόβλημα και γι’ αυτό απαιτείται άμεσα η χάραξη και εφαρμογή μιας πολιτικής για την αντιμετώπισή του. Επισημαίνεται ότι, για
την επιτυχή υλοποίηση της πολιτικής αυτής θα πρέπει να δούμε πια μέτρα εφαρμόστηκαν μέχρι τώρα και τι αποτελέσματα μας έδωσαν, έτσι ώστε οι προτάσεις για
την επίλυση του δημογραφικού προβλήματος να έχουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Ισχύοντα μέτρα δημογραφικής πολιτικής
Στη ισχύουσα δημογραφική πολιτική περιλαμβάνονται μέτρα που έχουν
ψηφιστεί κατά καιρούς από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και αφορά κυρίως τις πολύτεκνες και τρίτεκνες οικογένειες. Τα κυριότερα μέτρα όπως αναφέρονται στην επίσημη σελίδα της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων Ελλάδας (ΑΣΠΕ) είναι
τα ακόλουθα:
α. Επίδομα στήριξης τέκνων σε όλες τις οικογένειες, ανάλογα με τον α-
ριθμό των τέκνων και βάσει εισοδηματικών κριτηρίων. Παράλληλα, στις οικογένειες
με τρία τέκνα και άνω και με οικογενειακό εισόδημα μικρότερο των 45.000€ χορηγείται επιπρόσθετα επίδομα 1.500€ το χρόνο.
β. Χορήγηση επιδόματος 2.000€ εφάπαξ με την απόκτηση του τρίτου τέ-
κνου.
γ. Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) των προκηρυσσόμενων θέσεων τα-
κτικού προσωπικού και προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ κατά Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση,
φορέα και κλάδο ή ειδικότητα καλύπτονται από πολύτεκνους και τέκνα πολυτέκνων και περαιτέρω ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) από γονείς με τρία τέκνα και
τέκνα αυτών.
δ. Διορισμός των πολύτεκνων εκπαιδευτικών στη δημόσια εκπαίδευση
και τοποθέτηση σε σχολεία του νομού επιθυμίας τους. Προσλήψεις ως αναπληρωτές των τρίτεκνων εκπαιδευτικών και σε ποσοστό 20% του εκάστοτε αριθμού
προσλήψεων σε κενές θέσεις όλης της επικράτειας. (Εν λόγω διάταξη καταργήθηκε με το Νόμο 3848/10, με τον οποίο προβλέπεται ότι με τη διεξαγωγή του επόμε-
νου ΑΣΕΠ, οι τρίτεκνοι και πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί θα πριμοδοτούνται με συγκεκριμένο αριθμό μορίων, τα οποία θα προστίθενται στη βαθμολογία του ΑΣΕΠ).
ε. Μετάθεση των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων με τρία τέκνα και
άνω στον τόπο επιθυμίας τους. Επίσης, στέγαση και παραθέριση κατά προτεραιότητα των πολύτεκνων οικογενειών στα οικήματα και στα παραθεριστικά κέντρα
των ενόπλων δυνάμεων αντίστοιχα.
στ. Χορήγηση άδειας ανατροφής τέκνου με αποδοχές χρονικής διάρκει-
ας έξι μηνών στον ένα από τους δύο γονείς και μέχρι την ηλικία των έξι ετών του
τέκνου.
ζ. Τόσο η μητέρα, όσο και ο πατέρας δημόσιος υπάλληλος μπορούν
επίσης , να ζητήσουν άδεια άνευ αποδοχών συνολικής διάρκειας έως δύο (2) ετών
για ανατροφή παιδιού ηλικίας έως και έξι (6) ετών.
η. Επιπλέον, στις μητέρες υπαλλήλους ο χρόνος εργασίας μειώνεται
κατά δύο (2) ώρες ημερησίως εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας έως δύο (2) ετών και
κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών. Η μητέρα υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου.
θ. Πλήρης απαλλαγή από τα τέλη ταξινόμησης για αγορά αυτοκινήτου
έως 2000κ.εκ και 50% απαλλαγή για αυτοκίνητα άνω των 2000κ.εκ για τρίτεκνες
και πολύτεκνες οικογένειες.
ι. Χορήγηση χαμηλότοκων στεγαστικών δανείων και εργατικών κατοι-
κιών, καθώς και επιδότηση ενοικίου για τέκνα πολύτεκνων και τρίτεκνων που φοι-
τούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, βάσει εισοδηματικών κριτηρίων.
ια. Έκπτωση στους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ με την παροχή, μέσω κοι-
νωνικού τιμολογίου, χαμηλότερων χρεώσεων στις τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες, βάσει αυστηρών εισοδηματικών κριτηρίων.
ιβ. Εισαγωγή στις στρατιωτικές σχολές των τέκνων πολύτεκνων και τρί-
τεκνων οικογενειών ως ειδικές κατηγορίες με βάσεις εισαγωγής μικρότερες εκείνων
της γενικής σειράς.
ιγ. Μειωμένα εισιτήρια στα μέσα μαζικής μεταφοράς στις πολύτεκνες
οικογένειες και σε κάποιες περιπτώσεις και για τις οικογένειες με τρία τέκνα.
ιδ. Προσαύξηση του επιδόματος ανεργίας του δικαιούχου κατά 10% για
κάθε ένα προστατευόμενο μέλος του.
ιε. Πλήρη απαλλαγή στρατιωτικής θητείας για τον πατέρα τεσσάρων
παιδιών και μειώσεις για πατέρα με λιγότερα παιδιά. Μειωμένη στρατιωτική υποχρέωση για τέκνα πολύτεκνων και τρίτεκνων οικογενειών, ανάλογα με τον αριθμό
των τέκνων της οικογενείας.
ιστ. Προτεραιότητα για εισαγωγή σε κρατικούς παιδικούς και βρεφονηπι-
ακούς σταθμούς βάσει εισοδηματικών κριτηρίων.
ιζ. Επίσης, μέτρα που προστατεύουν την μητρότητα και δρουν επικουρι-
κά στην αντιμετώπιση του δημογραφικού είναι οι δύο μήνες άδεια πριν και τρεις
μήνες μετά τον τοκετό καθώς και η μη καταγγελία της σύμβασης εργασίας κατά
τον τοκετό και ένα χρόνο μετά.
Προτάσεις
« Βουλόμενος ο νομοθέτης ως πλείστους είναι τους Σπαρτιάτας, προάγεται
τους πολίτας ότι πλείστους ποιείσθαι παίδας, έστι γάρ αυτοίς νόμος τον μέν γενήσαντα τρείς υιούς άφρουρον είναι, τον δε τέττερας ατελή πάντων».
Μετάφραση: « Επειδή ο νομοθέτης ήθελε να είναι όσο το δυνατόν περισσό-
τεροι οι Σπαρτιάτες, πρότεινε στους πολίτες να γεννούν όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά, διότι υπάρχει σε αυτούς νόμος, αυτόν μεν που έχει γεννήσει τρεις γιους να μην υπηρετεί ως φρουρός, αυτόν δε που έχει τέσσερις γιους να μην πληρώνει κανένα φόρο». (ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ Πολιτ. 1270 β 1-5)
Στρατηγικός προσανατολισμός της δημογραφικής πολιτικής είναι η ανατρο-
πή των ιστορικών και αναμενόμενων δυσμενών τάσεων προς την επιθυμητή κατεύθυνση όλων των παραμέτρων που συνδυαστικά προσδιορίζουν την εξέλιξη του
πληθυσμού, καθώς και η προοδευτική αναβάθμιση της ποιότητας ζωής. Ειδικότερες ποσοτικές στοχεύσεις είναι η ενίσχυση των γεννήσεων, η επιμήκυνση του
προσδόκιμου επιβίωσης και η επιλεκτική ρύθμιση των μεταναστευτικών ρευμάτων
προκειμένου να καλύπτονται τα πληθυσμιακά κενά. Η ποιοτική αναβάθμιση της
ζωής μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη βοήθεια βελτιώσεων στα συστήματα υγείας, εκπαίδευσης και ενημέρωσης, παράλληλα με την καθολική και ουσιαστική κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Η πολιτική ενίσχυσης των γεννήσεων
στη χώρα μας επιβάλλεται να κλιμακωθεί στα ακόλουθα πέντε επίπεδα:
α. Δημιουργία συντονιστικού οργάνου επεξεργασίας και υλοποίησης
της δημογραφικής πολιτικής.
β. Εφαρμογή δοκιμασμένων και αποτελεσματικών μέτρων που θα α-
ποβλέπουν στην ενίσχυση του εισοδήματος ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών,
στην εναρμόνιση οικογενειακής και εργασιακής ζωής και στην πολλαπλή προσφορά υπηρεσιών για το παιδί (βρεφονηπιακοί και παιδικοί σταθμοί, νηπιαγωγεία, ολοήμερα σχολεία κτλ).
γ. Πολυδύναμη κοινωνική, ηθική και προνοιακή στήριξη της οικογένει-
ας, ιδίως για τα νέα ζευγάρια και την άγαμη μητέρα.
δ. Διαρκής μελέτη των εφαρμοζόμενων μέτρων στις χώρες με επιτυχή
δημογραφική πολιτική (Γαλλία, σκανδιναβικές χώρες κ.τ.λ.) και εφαρμογή ορισμένων (με τις αναγκαίες προσαρμογές και αναθεωρήσεις και συμπληρώσεις) στην
Ελλάδα.
ε. Συστηματική και υπεύθυνη ενημέρωση του πληθυσμού για τα ισχύ-
οντα μέτρα. Επισημαίνεται ότι, περιθώρια αύξησης των γεννήσεων υπάρχουν, αφού, όπως προέκυψε από έρευνες, η επιθυμητή τεκνογονία στη χώρα μας είναι
μεγαλύτερη από την πραγματική. Καταληκτικά, επισημαίνεται ότι η δημογραφική πολιτική ασκείται αποτελεσματικά μόνο όταν η οικονομία και η κοινωνία είναι σε
θέση να εξασφαλίσουν στο άτομο και την οικογένεια επαρκείς υλικούς πόρους και
ισχυρή θεσμική και ηθική στήριξη. Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις αυτές σε μεγάλο βαθμό δεν υφίστανται σήμερα, όπου η κρίση έχει αποκτήσει οικουμενικό χαρακτήρα και πλήττει με ιδιαίτερη βιαιότητα τη χώρα μας, είναι επίκαιρο να καταρτισθεί
ένα μακροχρόνιο και πολυδιάστατο πρόγραμμα αντιμετώπισης του δημογραφικού
μας προβλήματος.
Προς την κατεύθυνση αυτή και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις προαναφερό-
μενες παραμέτρους προτείνουμε τα ακόλουθα μέτρα για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος:
Παροχή προστασίας και υπηρεσιών στην έγκυο γυναίκα και τη μη-
τέρα
α. Πλήρης υγειονομική κάλυψη της μητέρας και του βρέφους πριν
και μετά τον τοκετό.
β. Κάλυψη των δαπανών προγεννητικού ελέγχου και εκείνων της
τεχνητής γονιμοποίησης.
γ. Διεύρυνση των Κέντρων Οικογενειακού Προγραμματισμού με
αντίστοιχη ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης αυτών και τη στελέχωση τους με
ειδικευμένους κοινωνικούς επιστήμονες για την παροχή ολοκληρωμένων υπηρε-
σιών, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης σχετικά με τη μητρότητα και της ψυχολογικής στήριξης αυτής.
δ. Θέσπιση και εισαγωγή στις τάξεις του Λυκείου μαθήματος «Οι-
κογενειακής ζωής» με στόχο την ενημέρωση των παιδιών και μελλοντικών γονέων
για την αξία της οικογένειας και το ρόλο των γονέων.
ε. Είναι ανάγκη να γίνει συστηματικότερος έλεγχος των απολύ-
σεων για τις γυναίκες που περιμένουν παιδί. Ο Νόμος ορίζει ότι ο εργοδότης δεν
μπορεί να αρνηθεί την πρόσληψη και απαγορεύεται η απόλυση εγκύου, στην
πραγματικότητα όμως οι εργοδότες αποφεύγουν την πρόσληψη όχι μόνο της ε-
γκύου αλλά και της μητέρας μικρών παιδιών, για αυτό μερικές γυναίκες κρύβουν
όχι μόνο την εγκυμοσύνη τους αλλά και το γεγονός ότι είναι μητέρες για να προσληφθούν στον ιδιωτικό τομέα.
στ. Η περιθωριοποίηση της άγαμης μητέρας και οι διακρίσεις κατά
της ίδιας και του παιδιού της είναι απαράδεκτες. Η πολιτεία και η κοινωνία πρέπει
να είναι υπερήφανες για κάθε παιδί που γεννιέται άσχετα από την ύπαρξη νομικού
δεσμού των γονέων του. Να βοηθηθεί αποτελεσματικά η άγαμη μητέρα που επιθυμεί να μεγαλώσει μόνη της το παιδί της.
ζ. Παροχή ιατρικών και κοινωνικών υπηρεσιών με κινητές μονά-
δες σε βρέφη, παιδιά και μητέρες στις αγροτικές, ορεινές και πεδινές, περιοχές.
Ειδικές υπηρεσίες φύλαξης παιδιών τους καλοκαιρινούς μήνες που οι γονείς εργάζονται στη γεωργία ή στον τουρισμό. Οι υπηρεσίες μπορεί να οργανώνονται από
τους Δήμους, ή εθελοντικές οργανώσεις. Εκπαίδευση και πληροφόρηση των γυναικών σε θέματα φροντίδας και ανατροφής των παιδιών.
η. Χορήγηση άδειας λοχείας ενός έτους στην οποία να καταβάλ-
λεται επίδομα αντίστοιχο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη από το κράτος, συνδυαζόμενη με τη μη καταγγελία της σύμβασης εργασίας κατά τον τοκετό
και δύο χρόνια μετά, ώστε να ωθούνται οι οικογένειες με ένα παιδί στην άμεση
απόκτηση δεύτερου παιδιού χωρίς να κινδυνεύουν με απώλεια της εργασίας
6.3.2 Εργασιακές διευκολύνσεις των γονέων
α. Ανάπτυξη ολοκληρωμένου προγράμματος για εισροή επενδύ-
σεων με σκοπό τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και καταπολέμησης της ανεργίας, η οποία έχει πάρει εφιαλτικές διαστάσεις στις μέρες μας και αποτελεί ίσως
τον σημαντικότερο παράγοντα της μεγάλης μείωσης των γεννήσεων κατά την τελευταία πενταετία.
β. Ενίσχυση του θεσμού της μερικής απασχόλησης.
γ. Επέκταση της χρονικής διάρκειας του ελαστικού ωραρίου για τις
εργαζόμενες μητέρες.
δ. Επέκταση και βελτίωση του υπάρχοντος δικτύου των κρατικών
και βρεφονηπιακών σταθμών καθώς και των ολοήμερων νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων.
ε. Παράλληλα ενδείκνυται να εφαρμοστεί το ελαστικό ωράριο,
που ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, κατά το οποίο η έναρξη και το πέρας της
ημερήσιας εργασίας του υπαλληλικού και εργατικού προσωπικού να έχει μία διακύμανση 1-2 ωρών. Ειδικότερα όσοι έχουν οικογένεια, να μπορούν να επιλέγουν
την ακριβή ώρα προσέλευσης και αποχώρησης. Όσοι πηγαίνουν νωρίτερα θα
φεύγουν νωρίτερα. Έτσι οι γονείς θα μπορούν να εναρμονίζουν καλύτερα την επαγγελματική και οικογενειακή τους ζωή.
Ενίσχυση του εισοδήματος των οικογενειών, ιδιαίτερα των οικογενειών με τρία ή περισσότερα παιδιά
α. Αύξηση των επιδομάτων που χορηγούνται στις οικογένειες
με παιδιά βάσει εισοδηματικών κριτηρίων και αναλογικά με τον αριθμό των τέκνων,
δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στις οικογένειες με τρία τέκνα και άνω.
β. Η αναπροσαρμογή των επιδομάτων στήριξης τέκνων ανά-
λογα με τον αριθμό των αποκτώμενων παιδιών, αποτελεί μέτρο δημογραφικής
πολιτικής που αποδείχτηκε αποτελεσματικό σε άλλες χώρες π.χ, στη Γαλλία με το
σκεπτικό ότι εάν ισχύει το καθεστώς του ίδιου επιδόματος σε κάθε παιδί, με βάση
μία αρχή ισότητας των παιδιών, τότε το ποσό του επιδόματος θα παραμείνει χαμηλό για τις πολύτεκνες οικογένειες και τα παιδιά τους θα είναι θύματα της ανέχειας των γονιών τους αλλά και της κρατικής πολιτικής. Το επίδομα για το τρίτο και τα
επόμενα παιδιά να είναι σημαντικά και να καλύπτουν τουλάχιστον ένα μέρος των
αναγκών τους διότι: α) είναι ιδιαίτερες οι οικονομικές και κοινωνικές δυσχέρειες
που αντιμετωπίζει η οικογένεια που ανατρέφει τρία ή περισσότερα παιδιά και β) η
οικογένεια αυτή ασκεί κοινωνικό λειτούργημα γιατί συμψηφίζει την ελλειμματικότητα των άλλων οικογενειών.
γ. Σωστό είναι να ενισχυθούν οι οικογένειες και να ελαφρυν-
θούν από το βάρος συντήρησης των παιδιών τους. Να υπάρξει δηλαδή μία οικονομική παροχή με την οποία να αντισταθμίζεται το μεγάλο κόστος ζωής της οικογένειας. Έτσι τα ζευγάρια που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί, και μάλιστα το δεύτερο ή τρίτο παιδί, να κάνουν την επιλογή τους χωρίς να διακυβεύεται η ποιότητα της ζωής τους.
δ. Επαναφορά του αφορολόγητου ορίου εισοδήματος προσαυ-
ξανόμενο ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων.
ε. Θέσπιση αφορολόγητου ορίου στον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτητών
Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) λαμβάνοντας υπόψη την οικογενειακή κατάσταση του φορολογουμένου.
στ. Ενθάρρυνση των νέων ζευγαριών με χαμηλό εισόδημα για
την απόκτηση ιδιόκτητης κατοικίας με την παροχή χαμηλότοκων δανείων.
Διατήρηση και βελτίωση της αγοραστικής δύναμης του εισοδήμα-
τος των νοικοκυριών με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Οι αυξήσεις των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών που έχουν ση-
μαντική βαρύτητα στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, δεν αποτελούν απλώς
σοβαρό παράγοντα ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά συρρικνώνουν
το πραγματικό εισόδημα και υποβαθμίζουν το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών με
μικρά και μεσαία εισοδήματα. Οι συνεχείς ανατιμήσεις των ειδών και υπηρεσιών
πρώτης ανάγκης και των τιμολογίων των ΔΕΚΟ εκμηδενίζουν τα ισχνά εισοδήματα
των μισθωτών που βρίσκονται στα κατώτατα εισοδηματικά κλιμάκια. Με απελπισία
βλέπει η νοικοκυρά να εκτινάσσονται και να διατηρούνται στα ύψη οι τιμές των
προϊόντων και το "καλάθι" της να αδειάζει. Αλλά και τα αγροτικά νοικοκυριά θεωρούν λεηλασία τη μεγάλη διαφορά μεταξύ του κόστους της πρώτης ύλης των προϊόντων που παράγουν και τις τιμές πώλησης των τελικών προϊόντων (π.χ. γάλα - γαλακτοκομικά, σιτάρι - ψωμί και αρτοσκευάσματα, σταφύλια - κρασιά, φρούτα -
χυμοί φρούτων, βαμβάκι-κλωστοϋφαντουργικά κλπ.) Η άναρχη και απαλλαγμένη
από έλεγχο προστασίας των καταναλωτών αγορά οδηγεί τις τιμές στα ύψη και διογκώνει τα κέρδη των βιομηχάνων και μεσαζόντων. Τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν επειγόντως για τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα είναι:
α. Παροχή έκπτωσης στις τιμές των αγαθών πρώτης ανάγκης με
την χορήγηση ειδικών κουπονιών από τους αρμόδιους φορείς, που θα αποδεικνύει την αδυναμία προμήθειας των εν λόγω αγαθών εξαιτίας των πενιχρών εισοδημάτων τους.
β. Καθήλωση των τιμολογίων των δημοσίων επιχειρήσεων και ορ-
γανισμών με καθιέρωση εκπτώσεων όχι μόνο για τις οικογένειες με 3 ή περισσότερα παιδιά, αλλά και για τις οικογένειες με 1 και 2, βάσει εισοδηματικών κριτηρίων.
γ. Εντατικός έλεγχος των καταναλωτικών αγαθών και της αγοράς
γενικότερα για τη διαπίστωση περιπτώσεων αισχροκέρδειας, με σκοπό την διατήρηση των τιμών των προϊόντων στα πραγματικά επίπεδα.
Προστασία της μονογονεϊκής οικογένειας
Η οικογένεια που ο αρχηγός της είναι άτομο διαζευγμένο, σε κατά-
σταση χηρείας, ή άγαμο χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα και προστασία. Έχει υπολογιστεί ότι το 90% των μονογονεϊκών οικογενειών έχει αρχηγό γυναίκα. Επομένως
είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα γι' αυτές τις οικογένειες που προβλέπεται ότι θα
πληθύνουν στο μέλλον, όπως βοήθεια στην εξεύρεση εργασίας, προτεραιότητα
στην επαγγελματική εκπαίδευση και επιμόρφωση, οικονομική ενίσχυση για τη φύλαξη των παιδιών, φορολογικές απαλλαγές και ελαφρύνσεις, προτεραιότητα στην
κοινωνική στέγαση, χαμηλότοκα στεγαστικά δάνεια, επιδότηση του ενοικίου κλπ.
Βελτίωση της διαδικασίας υιοθεσίας τέκνου
Να τροποποιηθεί ο νόμος που ισχύει σήμερα για την υιοθεσία ενός παιδιού,
γιατί είναι πολύπλοκος και γραφειοκρατικός με αποτέλεσμα να υπάρχουν ιδρύματα με πολλά παιδιά που έχουν εγκαταλειφθεί και οι διαδικασίες να αποτρέπουν
την υιοθεσία.
Αντιμετώπιση προβλημάτων γονιμοποίησης
Πολλές γυναίκες και ζευγάρια που επιθυμούν παιδί, θα μπορούσαν
να αποκτήσουν ένα ή περισσότερα αλλά αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας. Τα έξοδα θεραπείας και νέων μεθόδων αναπαραγωγής είναι απαγορευτικά,
ιδιαίτερα για εκείνες που ζουν στην επαρχία. Επομένως είναι ανάγκη να καταβληθεί ειδική φροντίδα μέσω των Κέντρων Οικογενειακού Προγραμματισμού και των Κέντρων Γονιμότητας των Κρατικών Νοσοκομείων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού. Υπάρχουν ελάχιστα κρατικά και πολλά ιδιωτικά
Κέντρα Γονιμότητας. Μέτρα που ενισχύουν τη γεννητικότητα είναι η ανάληψη των
εξόδων τεχνητής ή εξωσωματικής γονιμοποίησης από τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς και για τις ανασφάλιστες από το κράτος. Ένα προοδευτικό νομικό πλαίσιο
για τα θέματα αυτά είναι απαραίτητο.
Επιπρόσθετα, για την αποφυγή των εκτρώσεων τα Κέντρα Οικογενειακού Προγραμματισμού μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο. Βασικός
στόχος να είναι ο περιορισμός των αμβλώσεων, η θεραπεία της στειρότητας, και η
παροχή πληροφοριών για τη δημιουργία του επιθυμητού μεγέθους της οικογένειας. Με τον τρόπο αυτό θα συμβάλλουν στην αύξηση της γεννητικότητας. Πρέπει
να επεκταθούν σε όλη την Ελλάδα. Επειδή, όπως απέδειξαν οι έρευνες, ένας μεγάλος αριθμός αμβλώσεων γίνεται από νεαρά κορίτσια, ένα πρόγραμμα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης των εφήβων με κύριους άξονες την ανθρώπινη σεξουαλικότητα, την αναπαραγωγή και τις σχέσεις των δύο φύλων, είναι απαραίτητο.
Στήριξη των οικογενειών της υπαίθρου
Παροχή κινήτρων στους νέους των αγροτικών και ορεινών περιο-
χών με σκοπό την παραμονή τους στους τόπους κατοικίας τους. Στήριξη των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων της χώρας με την διαφήμιση και την
προώθησή τους στο εξωτερικό, έτσι ώστε να αυξηθούν οι ελληνικές εξαγωγές και
ως εκ τούτου η παραγωγή και τα εισοδήματα των οικογενειών της υπαίθρου. Παροχή επενδυτικών προγραμμάτων στους νέους αγρότες με σκοπό την ανάπτυξη
του τομέα της γεωργίας με την εφαρμογή καινοτόμων εργασιών και την παραγωγή
νέων προϊόντων, ελκυστικά προς του καταναλωτές και ανταγωνιστικά στη διεθνή
αγορά. Επίσης είναι εξίσου σημαντικά το κράτος να στηρίξει τους κατοίκους των
απομακρυσμένων περιοχών στους κρίσιμους τομείς της υγείας και παιδείας. Πως
είναι δυνατόν ένας νέος να θέλει να δημιουργήσει οικογένεια και μάλιστα πολυμελή
σε ένα τόπο, όπου δεν θα υπάρχει κέντρο υγείας και σχολείο για τα παιδιά του?
Όργανα δημογραφικής πολιτικής
Σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Οικογένειας με συμμετοχή εκ-
προσώπων των Πανελλήνιων ομοσπονδιών τριτέκνων και πολυτέκνων, των εμπλεκόμενων υπουργείων, ειδικών επιστημόνων και προσωπικοτήτων που ασχολούνται με τη δημογραφία. Έργο του Συμβουλίου θα είναι η χάραξη της εθνικής
δημογραφικής πολιτικής και η φροντίδα για την υλοποίηση της. Το Εθνικό Συμβούλιο Οικογένειας να έχει την υποχρέωση σύνταξης, κάθε δύο χρόνια, έκθεσης
για τη δημογραφική κατάσταση της χώρας και την υποβολή αυτής στους εμπλεκόμενους φορείς της κυβέρνησης οι οποίοι αντίστοιχα θα την υποβάλλουν στη Βουλή και θα αποτελεί αντικείμενο συζήτησης στην Ολομέλεια αυτής.
Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα, κυρίως τα τελευταία
χρόνια, δίκαια χαρακτηρίζεται ως μία βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια του ελληνικού Έθνους. Μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και οδηγεί αναγκαστικά στην
προώθηση και εφαρμογή μίας παρεμβατικής και συστηματικής δημογραφικής πολιτικής, με μέτρα μακρόπνοα και «γενναιόδωρα», προκειμένου να αμβλυνθούν οι
επιπτώσεις του δημογραφικού «κατρακυλίσματος».
Ευχή όλων των σκεπτόμενων Ελλήνων είναι η Πολιτεία να σκύψει με θέρμη
στο πρόβλημα αυτό και θέτοντας το στις άμεσες προτεραιότητες της, να βρει διεξόδους και λύσεις που θα το περιορίσουν ή θα το εξαλείψουν. Μέχρι να έλθει η
ώρα αυτή όμως, ας μην λησμονούμε την απάντηση του Μακρυγιάννη, στη διαπίστωση του ναυάρχου Δεριγνί, λίγο πριν τη νικηφόρο μάχη στους Μύλους της Λέρνης, ότι οι Έλληνες ήταν λίγοι:
«Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος, παρηγοριώμαστε μ ́ έναν τρόπο ότι η τύχη
μας έχει πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος παλαιόθεν και ως τώρα όλα τα θερία
πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά...Και
οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Κι όταν κάνουνε αυτή την απόφαση, λίγες
φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν...».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βιβλία
1. Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, «Η άτεκνη χώρα», εκδόσεις Ι. Σιδέρης 1997
2. Ήρα-Εμκε Πουλοπούλου, «Το δημογραφικό», εκδόσεις ΕΛΛΗΝ 1994
3. Γεώργιος Σιάμπος «Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδος» 1996
4. Χάρη Πάτση «Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια»
5. Γ.Ν. Τζιαφέτας : Το Δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας.
6. Μ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ – Γ. ΣΙΑΜΠΟΣ, Δημογραφικές εξελίξεις και προοπτικές του
ελληνικού πληθυσμού 1951-2041, Αθήνα, 1995, εκδόσεις Παπαζήση
Άρθρα
1. Δημογραφικές εξελίξεις και προοπτικές Β. Κοτζαμάνης -Εργαστήριο Δημογρα-
φικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ) Τεύχος 25ο
2. Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας: Τα συντριπτικά στοιχεία – Παύλος
Καρούσος
3. Ο Ελληνικός πληθυσμός μεταβάλλεται κυρίως από τη μετανάστευση (ΕΘΝΟΣ
31-1-2011)
4. «Μέτρα κατά της υπογονιμότητας»- Εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος, 15/6/2002.
5. Εκδοτικός Οίκος Β. Κυριακίδη, «Δημογραφικός χειμώνας στην Ελλάδα»- Internet, www. Toephimeron.gr
6. 1961-2014 Οι μεταβολές της πυραμίδας του πληθυσμού της Ελλάδας Β. Κο-
τζαμάνης (ΕΔΚΑ)
7. O κόσμος των πολυτέκνων (ΑΣΠΕ)
Δικτυακοί Τόποι
www.statistics.gr Εθνική Στατιστική Υπηρεσία
ec.europa.eu/eurostat Στατιστική υπηρεσία EE
www. e-demography.gr ΕΔΚΑ
πολυπλοκότερο, οξύτερο και δυσεπίλυτο, αφού στις επιμέρους ειδικές και ιστορικές αποχρώσεις του προστίθενται συνεχώς νέες, προερχόμενες από τις εξελίξεις που σημειώνονται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο ευρύτερο (ευρωπαϊκό και παγκόσμιο) περιβάλλον. Ανάλογο πρόβλημα, αν και με αισθητές διαφοροποιήσεις, παρουσιάζουν σχεδόν όλες οι αναπτυγμένες χώρες.
Η ύπαρξη ενός έθνους, εφόσον δεν απειλείται από άλλους εξωτερικούς παράγοντες, βασίζεται κατά κύριο λόγο στην αντικατάσταση των γενεών.
«Άνδρες γάρ πόλις καί ού τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί»
« Οι άνδρες λοιπόν είναι η πόλη (κράτος) και όχι τα τείχη, ούτε τα πλοία κενά από άνδρες». (ΘΟΥΚΙΔΙΔΗΣ Η 77)
« Μίαν γάρ πληγήν ούχ’ υπήνεγκεν η πόλις , αλλ’απώλετο δια την ολιγανθρωπίαν»
« Μια λοιπόν πληγή δεν υπέστη η πόλη (κράτος), αλλά χάθηκε εξαιτίας της ολιγανθρωπίας». (ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ Πολιτ. 1270 α 33 επ.)
Όπως μπορούμε να καταλάβουμε το φαινόμενο της «ολιγανθρωπίας» απασχόλησε τους Έλληνες από τους αρχαίους χρόνους και συνεχίζει να τους απασχολεί μέχρι και σήμερα.
«Δημογραφικό πρόβλημα» είναι η διατάραξη της ισορροπίας φαινομένων
βιολογικών (γεννήσεις – θάνατοι) ή κοινωνικών (μεταναστεύσεις– γάμοι – διαζύγια) που προκαλούν μεταβολές του πληθυσμού και επηρεάζουν αρχικά τη σύνθεσή του κατά φύλο, ηλικία και οικογενειακή κατάσταση και ακολούθως την εγκατάστασή του, την οικονομική δραστηριότητα και την κοινωνική συμπεριφορά του1.
Με την προσέγγιση και τη μελέτη των φαινομένων αυτών ασχολείται επιστημονικός κλάδος, η Δημογραφία2, η οποία χρησιμοποιεί συνδυασμούς επιστημών3 έχοντας ως υπόβαθρο τη Στατιστική.
Το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα, τα τελευταία σαράντα χρόνια,
βρίσκεται σε οξύτατη φάση και αναγνωρίζεται ως εθνικό πρόβλημα γιατί:
α Η υπογεννητικότητα του πληθυσμού της χώρας, σε συνδυασμό με την πληθυσμιακή έκρηξη των γειτόνων, ιδιαίτερα της Τουρκίας και της Αλβανίας, επαυξάνει τους κινδύνους.
β Η μείωση των γεννήσεων και η αύξηση του ορίου ζωής έχουν ως
αποτέλεσμα την σταδιακή γήρανση του πληθυσμού και
γ Η μετανάστευση, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό, αποδυναμώνει την ύπαιθρο χώρα, ανατρέπει την ισόρροπη διασπορά του πληθυσμού και δημιουργεί εξογκωμένα αστικά κέντρα, με επιπτώσεις στον κοινωνικό και οικονομικό τομέα, στο περιβάλλον, την ποιότητα ζωής και την υγεία.
Προϋποθέσεις
Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη γεννητικότητα είναι πλέον εξακριβωμένοι, συνάμα όμως τόσο αστάθμητοι ώστε πολλές φορές τα δημογραφικά δεδομένα και οι προοπτικές για την περαιτέρω εξέλιξη ενός πληθυσμού να ανατρέπονται.
1 Γ.Ν Τζιαφέτας, Το Δημογραφικό Πρόβλημα της Ελλάδας
2 Δημογραφία ετυμολογικά από το Δήμος και Γράφω (περιγράφω τον πληθυσμό)
3 Η νομική, οι πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες, η ιατρική, η γεωγραφία, η ιστορία, η βιομετρία, η εθνογραφία, η ανθρωπογεωγραφία, κλπ.
Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, είναι απαραίτητο στην παρούσα έρευνα να τεθούν εξαρχής οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Ότι οι δείκτες γεννητικότητας και γονιμότητας θα ακολουθήσουν τις τά
σεις των τελευταίων ετών.
β. Ότι οι συνταγματικά προστατευόμενοι θεσμοί της οικογένειας και της μη-
τρότητας, θα απολάβουν του ενδιαφέροντος που τους αναλογεί, εκ μέρους της Πολιτείας.
γ. Ότι η είσοδος μεταναστών στη χώρα μας, θα συνεχίσει να υπερέχει ένα-
ντι της αποδημίας.
δ. Ότι η απειλή από ανατολάς θα εξακολουθήσει να παραμένει ενεργή και
κύρια για την Ελλάδα.
ε. Ότι τα στοιχεία που έχουν ληφθεί από την Ελληνική (ΕΛΣΤΑΤ) και Ευ-
ρωπαϊκή (EUROSTAT) Στατιστική Υπηρεσία, κρίνονται ως πλήρως αξιόπιστα, διότι όπως είναι γνωστό όλα αναφέρονται στον «πραγματικό πληθυσμό» δηλαδή το σύνολο των για οποιαδήποτε αιτία παρόντων σε μια περιφέρεια – δήμο προσώπων κατά την ημέρα της απογραφής ,είτε αυτά διαμένουν μόνιμα εκεί, είτε βρέθηκαν να διαμένουν προσωρινά ή τυχαία.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ιστορική αναδρομή
Το Έθνος μας δεν αντιμετωπίζει για πρώτη φορά τη δημογραφική απειλή.
Κύρια αιτία της υποδούλωσης της Ελλάδας στους Ρωμαίους, όπως αναφέρει ο ιστορικός Πολύβιος, ήταν η «απαιδία και συλλήβδην η ολιγανθρωπία».
Ακόμη όμως και η τελική πτώση του Βυζαντίου, στην ολιγανθρωπία των
Ελλήνων δεν οφείλεται; Ο δυστυχής Φραντζής, που είχε διαταχθεί τις παραμονές της Άλωσης από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να έλθει σε επαφή με τους δημάρχους της Βασιλεύουσας για να καταγράψει το μέγιστο αριθμό των μαχίμων που θα μπορούσαν να υπερασπίσουν την Πόλη, με πόνο ψυχής αναφέρει 4.970 άνδρες όλων των κατηγοριών. Αυτοί οι άνδρες αντιμετώπισαν τελικά τους 160.000 καλά γυμνασμένους στρατιώτες του Πορθητή. Η πραγματική «κερκόπορτα» ήταν η ολιγανθρωπία των Ελλήνων και είχε ανοιχθεί πολλά χρόνια πριν.
Δημογραφική μετάβαση
Η δημογραφική μετάβαση στη Χώρα μας ακολούθησε το πρότυπο των άλ-
λων Ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες προηγήθηκαν προς αυτή την κατεύθυνση και μπορούμε να διακρίνουμε τις ακόλουθες πέντε φάσεις εξελίξεως:
α. Η πρώτη φάση είναι εκείνη της υψηλής γεννητικότητας και της υψηλής
θνησιμότητας, οι οποίες δίνουν ευκαιρία για μικρή μόνο αύξηση του πληθυσμού.
Στη φάση αυτή βρέθηκε η χώρα μας κατά τη διάρκεια του 19 ου αιώνα, με επίπεδα γεννητικότητας και θνησιμότητας άνω των 35 και 45 σε 1.000 κατοίκους. Ήταν η περίοδος εκείνη, κατά την οποία οι γονείς θεωρούσαν τους εαυτούς τους ευτυχείς εάν από το σύνολο των παιδιών που αποκτούσαν, κατόρθωναν να επιζήσουν δύο τουλάχιστον και να έλθουν σε γάμο, αποκτώντας και αυτά τα δικά τους παιδιά.
β. Η δεύτερη φάση αρχίζει με την έναρξη μειώσεως της θνησιμότητας γε-
νικά και της βρεφικής θνησιμότητας ειδικότερα. Στη φάση αυτή φαίνεται ότι εισήλθε η χώρα μας στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η μείωση αυτή της θνησιμότητας, δημιούργησε μεγαλύτερο περιθώριο αυξήσεως του πληθυσμού, επειδή το ποσοστό γεννητικότητας εξακολουθούσε να είναι υψηλό. Με την πάροδο του χρόνου όμως, φαίνεται ότι οι γονείς άρχισαν να πείθονται πως ήταν δυνατό να τους επιζήσουν περισσότερα παιδιά, ακόμη κι αν περιόριζαν τις γεννήσεις τους.
γ. Η τρίτη φάση αρχίζει να γίνεται αισθητή από τότε που τα έγγαμα ζεύγη,
δεδομένου ότι τα εξώγαμα αποτελούσαν πάντα μικρό ποσοστό στην Ελλάδα, αύξησαν τις ελπίδες τους ότι, θα μπορούσαν να επιζήσουν περισσότερα από τα παιδιά που αποκτούσαν. Αυτό φαίνεται ότι συνέβη κατά την μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων περίοδο, οπότε το ποσοστό γεννητικότητας από τις 40 ή 45 γεννήσεις στους 1.000 κατοίκους της προηγούμενης περιόδου, μειώθηκε σε 30 γεννήσεις κατά το 1930 και σε 25, μόλις πριν από τον τελευταίο πόλεμο. Η μείωση της γεννητικότητας κατά τη φάση αυτή δεν περιόρισε πολύ τη φυσική αύξηση, επειδή εξακολούθησε εκ παραλλήλου η μείωση της θνησιμότητας. Με αυτές τις τάσεις λοιπόν, το ποσοστό της φυσικής αύξησης διατηρήθηκε στο 12 έως 13 στους 1.000 κατοίκους. Αν και η περίοδος του πολέμου ανέτρεψε τα επίπεδα αυτά και μετέτρεψε τη φυσική αύξηση του πληθυσμού σε αρνητική, κατά τη μεταπολεμική περίοδο
(μετά το 1950) συνεχίσθηκε μία βραδεία μείωση του ποσοστού γεννητικότητας κάτω των 20 γεννήσεων, ενώ εκ παραλλήλου, η τάση του πολύ χαμηλού ποσοστού θνησιμότητας οριζοντιώθηκε και μετά το 1960 άρχισε μία βραδεία αύξηση.
δ. Η τέταρτη φάση αρχίζει από τότε που το μειούμενο ποσοστό γεννητικό-
τητας δεν ακολουθείται από μείωση ποσοστού θνησιμότητας, αλλά παραμένει σε στασιμότητα στη δεκαετία του 1950 και στη συνέχεια, λόγω της γήρανσης της πυραμίδας του πληθυσμού, αρχίζει μία βαθμιαία αύξηση από τη δεκαετία του 1960 και ύστερα, οπότε το ποσοστό της φυσικής αύξησης (μετρούμενο σε 1.000 κατοίκους) αρχίζει να περιορίζεται από 12 της δεκαετίας του 1950, σε 10 στη δεκαετία του 1960, σε 7 στη δεκαετία του 1970 και σε 2,5 περίπου στη δεκαετία του 1980.
ε. Η πέμπτη φάση, την οποία άλλωστε και διανύουμε, είναι αυτή που το
μειούμενο ποσοστό γεννητικότητας, όχι μόνον συνάντησε αλλά και ξεπέρασε το αυξανόμενο (λόγω της γήρανσης του πληθυσμού) ποσοστό θνησιμότητας. Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τα έτη 2000 και 2014, οι γεννήσεις ανήλθαν σε 114.766 και 92.148 αντίστοιχα, ενώ οι θάνατοι σε 109.084 και 113.740.
Οι φάσεις αυτές από τις οποίες διήλθαν η γεννητικότητα και η θνησιμότητα
στην Ελλάδα, επηρέασαν και διαμόρφωσαν την εξέλιξη της σύνθεσης του πληθυσμού της κατά τα διάφορα χαρακτηριστικά του, όπως είναι το φύλο, η ηλικία, η οικογενειακή κατάσταση κ.ά.
Η εξέλιξη των δεικτών των γεννήσεων και των θανάτων (ανά 1000 κατοί-
κους) από το 1931 μέχρι το 2014 φαίνεται στον παρακάτω πίνακα 1, ενώ στο
γράφημα 1 φαίνεται παραστατικά η συνάντηση των δύο δεικτών το 2000 καθώς και η πορεία τους από το 2010 και μετά όταν ο αριθμός θανάτων άρχισε να ξεπερνά των αριθμό γεννήσεων:
Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
Η εξέλιξη της γεννητικότητας
Γεννητικότητα είναι η συχνότητα των γεννήσεων στον πληθυσμό. Για τη μέ-
τρηση της γεννητικότητας χρησιμοποιούνται κυρίως δύο δείκτες4 :
α. Το ακαθάριστο ποσοστό γεννητικότητας (ΑΠΓ) δηλαδή οι γεννήσεις
ζωντανών παιδιών σε 1.000 κατοίκους και,
β. Ο δείκτης γονιμότητας ή μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα. Πρόκει-
ται για τον αριθμό γεννήσεων ζωντανών παιδιών ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας 15-49 ετών.
Για να εξασφαλιστεί η αντικατάσταση των γενεών σε ένα πληθυσμό ,θα
πρέπει από κάθε γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία να γεννιούνται 2,1 παιδιά ή 2.100 παιδιά από 1.000 γυναίκες . Το επίπεδο αναπλήρωσης γενεών λαμβάνει υπόψη τις γεννήσεις κατά ηλικία της μητέρας, την αναλογία των φύλων κατά τη γέννηση και το επίπεδο θνησιμότητας.
Ο δείκτης γονιμότητας από το 1950 έως το 1980 διατηρήθηκε στο 2,3-2,2
γεννήσεις ανά γυναίκα με μικρές διακυμάνσεις. Τα ποσοστά αυτά χαρακτηρίζονται ως πολύ ικανοποιητικά, αν λάβουμε υπόψη το επίπεδο αναπλήρωσης των γενεών. Αυτή όμως η σταθερότητα του δείκτη γονιμότητας δεν συνεχίζεται μετά το 1981. Αντίθετα, παρατηρείται μία ιδιαίτερα σημαντική και επικίνδυνη πτώση, κατεβάζοντας τα μεγέθη για το έτος 1984 σε 1,82 γεννήσεις ανά γυναίκα ενώ για τα έτη 1987 έως 1999 ο δείκτης γονιμότητας κατεβαίνει ακόμη περισσότερο και θα φτάσει το 1999 1,23. Στην επόμενη δεκαετία παρατηρείται μία μικρή αύξηση του δείκτη από 1,23 στο 1,50 το 2009 και τέλος το χρονικό διάστημα από το 2009 έως το
2013 ο δείκτης μειώνεται ξανά για να φτάσει στο 1,29, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών με το χαμηλότερο δείκτη γονιμότητας στην
Ευρώπη.
4 Γ. Σιάμπος, «Δημογραφικές εξελίξεις»
Η μείωση της αναπαραγωγής του πληθυσμού την τελευταία δεκαετία, είχε
ως αποτέλεσμα τον περιορισμό όχι μόνον των μεγάλων οικογενειών, ιδιαίτερα αυτών με τρία και τέσσερα παιδιά, αλλά ακόμη και αυτόν των οικογενειών με δύο παιδιά. Σύμφωνα με στοιχεία των απογραφών των ετών 2001 και 2011, προκύπτει ως διαπίστωση ότι, μέσα σε μία δεκαετία, αυξήθηκαν κατά 16,27% και 11,35 τα παντρεμένα ζευγάρια χωρίς παιδιά και ένα παιδί αντίστοιχα, ενώ αντίθετα μειώθηκαν κατά 1.86% οι οικογένειες με δύο παιδιά, κατά 6,35% οι οικογένειες με τρία παιδιά, κατά 15,68% οι οικογένειες με τέσσερα παιδιά και κατά 23,16% οι οικογένειες με πέντε και πάνω παιδιά.
Στο γράφημα 3 απεικονίζονται τα παραπάνω στοιχεία:
Τα στοιχεία αυτά στην ουσία δείχνουν ότι, τα τελευταία χρόνια αυξάνονται
ιλιγγιωδώς οι οικογένειες χωρίς παιδιά, δηλαδή αυξάνεται ο πληθυσμός που γερνάει και μειώνονται με πολύ ανησυχητικούς ρυθμούς, οι οικογένειες με παιδιά.
Θνησιμότητα
Θνησιμότητα είναι η σχέση των θανάτων προς τον πληθυσμό. Ο ακαθάρι-
στος συντελεστής θνησιμότητας (θάνατοι ανά 1000 κατοίκους) παρουσιάζει την εξής εξέλιξη όπως φαίνεται και στον γράφημα 4:
Οι θάνατοι, κατά το 2013, παρουσίασαν μείωση κατά 4,2 % και ανήλθαν σε
111.794, (57.630 άντρες και 54.164 γυναίκες) έναντι 116.668 (60.135 άντρες και 56.533 γυναίκες) που ήταν το 2012. Όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, κυριότερες αιτίες θανάτου για το 2013 ήταν τα νοσήματα του κυκλοφορικού συστήματος με 46.342 θανάτους. Ακολουθούν οι θάνατοι από νεοπλάσματα που ανήλθαν σε 28.857, ενώ σε 10.924 ανήλθαν οι θάνατοι που οφείλονται σε νοσήματα του αναπνευστικού συστήματος.
Διεθνείς Συγκρίσεις
Η πτώση του συντελεστή γονιμότητας κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης
γενεών, δεν αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο. Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όλες σχεδόν οι χώρες της Ευρώπης παρουσίασαν ανοδικές τάσεις στη γονιμότητα, το οποίο συνεχίστηκε μέχρι το 1964 ενώ από την επόμενη χρονιά άρχισε η μείωση της, η οποία εξαπλώθηκε στη Βόρεια και Δυτική Ευρώπη και μετά το 1980 και στις χώρες της Νότιας Ευρώπης με ταχύ ρυθμό.
Σύμφωνα με στοιχεία έτους 2013 της Eurostat όπως απεικονίζονται στο
γράφημα 5 σε καμία από τι χώρες της ΕΕ ο δείκτης γονιμότητας δεν ξεπερνά το επίπεδο αναπλήρωσης των γενεών.
Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στους ουραγούς της Ευρώπης σε ότι αφορά
τη γονιμότητα, κατέχοντας την 25η θέση στην κατάταξη των σχετικών δεικτών σε
σύνολο 28 χωρών της ΕΕ. Ο δείκτης γονιμότητας, που όπως προαναφέρθηκε έ
φτασε το 1,29 ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι στο 1,55 .
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι, η Πορτογαλία και η Ισπανία κατέχουν τους
χαμηλότερους δείκτες με 1,21 και 1,27 αντίστοιχα, ενώ οι χώρες με τους υψηλό-
τερους δείκτες γονιμότητας είναι η Γαλλία με 1,99 και Ιρλανδία με 1,96.
ΑΙΤΙΑ ΥΠΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Η ευημερία υπήρξε ένας από τους βασικούς λόγους που προκάλεσε το
μέγα πρόβλημα της υπογεννητικότητας. Η ευημερία αυτή επιδιώχθηκε, όχι τόσο με
την αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας, αλλά και με τη μείωση των
μελών της οικογένειας, που κατέληξε στην υπογεννητικότητα. Σήμερα, το "πνεύμα
της ευζωίας" μετακίνησε τον κύλινδρο της ζωής έξω από τα βιολογικά, από τα φυσιολογικά πλαίσια.
Η μείωση των γεννήσεων που έχει πάρει σήμερα δραματικές διαστάσεις
στη χώρα μας, δεν είναι ένα φαινόμενο ανεξάρτητο από το κοινωνικοοικονομικό
γίγνεσθαι αλλά και από την κάθε μορφής ανθρώπινη δραστηριότητα. Αντίθετα, διαμορφώθηκε από πλείστους όσους παράγοντες, όπως κοινωνικούς, οικονομικούς,
πολιτισμικούς, δημογραφικούς, ψυχολογικούς κ.ά. που μάλιστα αλληλοεπηρεάζονται. Ας δούμε όμως, τους κυριότερους εξ αυτών:
Μείωση της γαμηλιότητας
Η γαμηλιότητα, που ορίζεται ως η συχνότητα γάμων στον πληθυσμό, ήταν υ-
ψηλή κατά τη μεταπολεμική περίοδο, αλλά έχει παρατηρηθεί αισθητή μείωση τα
τελευταία χρόνια. Για τη μέτρηση της γαμηλιότητας χρησιμοποιείται ο Ακαθάριστος
Συντελεστής Γαμηλιότητας (αριθμός γάμων σε 1.000 κατοίκους). Τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρουσιάστηκε μείωση του
συντελεστή στην περίοδο 1960-1990, που ήταν ιδιαίτερα αισθητή μετά το 1980. Τα
τελευταία χρόνια έχει παρουσιαστεί το φαινόμενο της αναβολής των γάμων, γεγονός που επηρεάζει άμεσα την πορεία της γεννητικότητας στην Ελλάδα, όπου οι
περισσότερες γεννήσεις λαμβάνουν χώρα μέσα στο γάμο. Ως παράγοντες που
διαμορφώνουν τη γαμηλιότητα, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε την αύξηση της
μέσης ηλικίας γάμου, την αύξηση της ηλικίας των αγάμων, την ανεργία και κατά
επέκταση την έλλειψη εισοδήματος, κλπ.
Αύξηση των διαζυγίων
Ο αριθμός των διαζυγίων αυξήθηκε σημαντικά στις χώρες της Ευρώπης και
στην Ελλάδα. Όταν τα διαζύγια αφορούν τις ηλικίες κάτω του 50ού έτους, ηλικίες
που δεν έχουν ολοκληρώσει την αναπαραγωγική περίοδο τους, έχουν δυσμενή
δημογραφικά επακόλουθα.
Ανεργία
Στη χώρα μας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής
Υπηρεσίας, το ποσοστό ανεργίας κατά το πρώτο τρίμηνο του 2014 ανήλθε στο
27,8%, που είναι από τα μεγαλύτερα ποσοστά των τελευταίων δεκαετιών για τη
χώρα μας καθώς και το μεγαλύτερο στην ΕΕ σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Βέβαια, τα διαθέσιμα στοιχεία, δεν αποδίδουν με ακρίβεια το πραγματικό μέγεθος
της ανεργίας, γιατί δεν μπορούν να μετρήσουν την "συγκεκαλυμμένη ανεργία"
στον αγροτικό τομέα και δεν καταγράφουν την απασχόληση στην παραοικονομία.
Επίσης δεν υπολογίζονται άτομα, που έχουν αποθαρρυνθεί, λόγω της αδυναμίας
εξεύρεσης εργασίας και γι' αυτό αποσύρονται από το εργατικό δυναμικό, φαινόμενο εκτεταμένο στο γυναικείο πληθυσμό.
Επιπλέον, οι πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας με την
εμφάνιση της οικονομικής κρίσης δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό την εύρεση εργα-
σίας και πολύ περισσότερο μόνιμης από τους νέους, στοιχείο το οποίο δημιουργεί
ανασφάλεια και αποτελεί πρόσθετο αρνητικό παράγοντα για τη σύναψη γάμου και
τη γέννηση παιδιών. Ιδιαίτερα στις μέρες μας που το κοινωνικό κράτος έχει παραλύσει τα οικογενειακά επιδόματα, η στήριξη των πολυμελών οικογενειών καθώς
και η προώθηση μιας πολιτικής φιλικής ως προς την αύξηση της γεννητικότητας
δεν θεωρούνται προτεραιότητα του κράτους. Άλλωστε, τα κοινωνικά δικαιώματα
που αναφέρονται στο Σύνταγμα (όπως η οικογένεια, η μητρότητα) διακηρύσσεται
ότι πρέπει να προφυλάσσονται, όμως η ουσιαστική τους εφαρμογή και προστασία
εναπόκειται στην οικονομική ευρωστία του κράτους.
Με την ανεργία εμφανίζονται πλείστα σοβαρά, ατομικά και κοινωνικά προ-
βλήματα και οδηγούν τους νέους και τις νέες στο περιθώριο της κοινωνίας, δημιουργούν ψυχώσεις και κοινωνικά τραύματα, προκαλούν ανυπολόγιστες ηθικές,
ψυχικές και κοινωνικές ζημίες. Χιλιάδες άνδρες και γυναίκες ικανοί για εργασία είναι καταδικασμένοι σε αναγκαστική αργία. Καθώς η ανεργία παρατείνεται μπαίνει
σε λειτουργία μία διαδικασία φθοράς. Υπάρχουν οικονομικές δυσχέρειες, απώλεια
αυτοπεποίθησης, απώλεια ψυχικής ευεξίας, οικογενειακά και στεγαστικά προβλήματα, κοινωνική απομόνωση κλπ. Πώς κάτω από αυτές τις συνθήκες τα υπεύθυνα
ζευγάρια και γυναίκες θα αποφασίσουν να κάνουν παιδιά;
Για όλους αυτούς τους λόγους υπάρχει μείωση του αριθμού των γεννήσεων
κυρίως στις νεότερες ηλικίες. Επομένως η ανεργία, η υποαπασχόληση ακόμα και η
περιστασιακή απασχόληση των νέων ανδρών και γυναικών συμβάλλει στη μείω-
ση των γεννήσεων.
Κόστος ανατροφής των παιδιών
Η Μικροοικονομική θεωρία υποθέτει ότι κάθε ζευγάρι αποφασίζει για το πό-
σα παιδιά θα αποκτήσει με βάση το εισόδημα που διαθέτει, τις σχετικές προτιμή-
σεις του για τα παιδιά και το κόστος των παιδιών σε σχέση με άλλα αγαθά και
δραστηριότητες, με στόχο να πετύχει τον καλύτερο συνδυασμό παιδιών και άλλων
αγαθών. Μία αύξηση του εισοδήματος, δεν επηρεάζει μόνο τον αριθμό των παιδιών αλλά και την ποιότητα της ζωής τους.
Η ικανοποίηση που αποκομίζεται από το παιδί εξαρτάται από την ποιότητα
του. Όσο πιο υψηλή είναι η ποιότητα τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανοποίηση. Η
ποιότητα ορίζεται βάσει του χρηματικού ποσού που καταβάλλουν οι γονείς για τα
έξοδα των παιδιών. Μία αύξηση του εισοδήματος οδηγεί σε αύξηση του αριθμού
των παιδιών (ποσότητα), αλλά και αύξηση στην ποιότητα, δηλαδή ένα ζευγάρι
μπορεί να αποκτήσει λιγότερα παιδιά αλλά να δώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στην
ανατροφή τους και ιδιαίτερα στην εκπαίδευση τους. Μία αύξηση στο συγκριτικό
κόστος των παιδιών θα πρέπει να προκαλέσει πτώση της γεννητικότητας.
Η απόφαση για την απόκτηση ενός συγκεκριμένου αριθμού παιδιών λαμ-
βάνεται κάτω από τον περιορισμό του εισοδήματος που διαθέτει το ζευγάρι και το
κόστος των παιδιών σε σύγκριση με τις τιμές άλλων αγαθών. Η μόρφωση απαιτεί
επένδυση χρόνου και χρήματος αλλά αποδίδει μόνο όταν η διαδικασία έχει ολοκληρωθεί. Η απόκτηση και η φροντίδα των παιδιών συνδέεται με ένα χρηματικό
κόστος (την τιμή των καταναλωτικών αγαθών που χρησιμοποιούνται για την ανατροφή τους) και ένα κόστος χρόνου, που αποτελεί βασικό στοιχείο για τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά. Ο αριθμός των παιδιών που αποκτούν τα ζευγάρια
καθορίζεται από το εισόδημα των γονιών, το κόστος των παιδιών, τις τιμές των άλλων αγαθών και τις προτιμήσεις των γονιών.
Οι προτιμήσεις αυτές μεταβάλλονται και επηρεάζονται από διάφορους πα-
ράγοντες, όπως ο τόπος κατοικίας, η εθνικότητα, το θρήσκευμα αλλά και από την
κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γονιών τους όταν οι ίδιοι ήταν σε εφηβική ηλικία. Τα ζευγάρια που ανατράφηκαν από εύπορους γονείς, συχνά προτιμούν την
απόκτηση αγαθών πολυτελείας αντί για παιδιά, ενώ για τα ζευγάρια που έχουν
ανατραφεί από φτωχότερους γονείς ισχύει το αντίθετο.
Από μελέτη διεθνούς εμπειρογνώμονα προέκυψε ότι η αύξηση της αναλο-
γίας των ζευγαριών με δύο μισθούς, συνέβαλε στη μείωση της γονιμότητας κάτω
από το επίπεδο αντικατάστασης των γενεών. Η αύξηση του πραγματικού εισοδήματος των δύο συζύγων, προκαλεί μία παράλληλη αύξηση του κόστους εκπαίδευσης των παιδιών τους, που είναι ικανή να απορροφήσει τους πρόσθετους πόρους.
Επισημαίνεται ότι, μία αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών επηρεάζει
τις προτιμήσεις και τις αξίες σε τέτοιο βαθμό, ώστε να περιορίζει τον αριθμό των
παιδιών. Πολλοί γονείς προτιμούν να αγοράσουν ή να αλλάξουν αυτοκίνητο, να
αγοράσουν εξοχικό σπίτι ή καινούρια έπιπλα παρά να αποκτήσουν ένα ακόμη
παιδί. Η κατανάλωση τους είναι ανταγωνιστική προς την απόκτηση παιδιών.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι επειδή για το μεγαλύτερο μέρος της ελληνι-
κής κοινωνίας το διαθέσιμο εισόδημα είναι καθορισμένο και το κόστος της ανατροφής των παιδιών υψηλό, υπάρχει αλληλεπίδραση ποσότητας και ποιότητας ως
προς την απόφαση για τη γεννητικότητα.
Η επαγγελματική απασχόληση της γυναίκας
Ορισμένοι αποδίδουν τη μείωση της γονιμότητας μόνο ή κυρίως, στην ε-
παγγελματική απασχόληση της γυναίκας. Αυτό όμως, δεν είναι απόλυτα σωστό
αφού η μείωση των γεννήσεων δεν οφείλεται σε ένα μόνο παράγοντα, αλλά σε
πολλούς. Η πανελλήνια έρευνα γονιμότητας θεώρησε την απασχόληση της γυναίκας ως έναν από τους παράγοντες που αποδείχθηκαν στατιστικά σημαντικοί στη
μείωση της γονιμότητας. Στη διεθνή βιβλιογραφία, η γονιμότητα και η επαγγελματική απασχόληση είναι αλληλένδετες και θεωρούνται ως λογικές αποφάσεις που
προσδιορίζονται από το οικονομικό κόστος και τα οφέλη.
Στις μέρες μας, η επαγγελματική απασχόληση των γυναικών, αποτελεί μία
πραγματικότητα και μία ανάγκη όχι μόνο για την οικογένεια αφού ο ένας μισθός
δεν φτάνει για να αντιμετωπιστούν οι οικογενειακές δαπάνες, αλλά και για τις ίδιες τις γυναίκες για να δημιουργήσουν και σε άλλους τομείς έξω από το σπίτι αφού
έχουν τις δυνατότητες και τα εφόδια. Η γυναίκα έχει σήμερα περισσότερες απαιτήσεις. Θέλει να εργαστεί, να κάνει καριέρα, να έχει οικονομική άνεση, επιθυμώντας
παράλληλα να αποκτήσει και παιδιά. Δεν θέλει όμως να έχει πολλά παιδιά, τα οποία απαιτούν χρόνο και χρήμα, που ως επί το πλείστον, δεν διαθέτουν οι εργαζόμενοι γονείς.
Οι έρευνες και μελέτες, που έγιναν για την Ελλάδα, έδειξαν την αρνητική
σχέση γονιμότητας και επιπέδου εκπαίδευσης. Επιστημονική μελέτη κατέληξε στο
συμπέρασμα ότι η γονιμότητα "βαίνει μειούμενη αντιστρόφως προς το επίπεδο
μορφώσεως". Γυναίκες με υψηλότερη μόρφωση εργάζονται για την ικανοποίηση
που τους προσφέρει το επάγγελμα που ασκούν, επομένως οι προτιμήσεις τους
μετατοπίζονται από το ρόλο της συζύγου και μητέρας προς το επάγγελμα τους.
Η φύλαξη των παιδιών και οι βρεφονηπιακοί σταθμοί
Οι βρεφονηπιακοί σταθμοί αποτελούν σημαντικό μέτρο κοινωνικής προ-
στασίας που έμμεσα συμβάλλει σημαντικά στην ενίσχυση της αναπαραγωγικότη-
τας. Στην Ελλάδα υπάρχουν κρατικοί, δημοτικοί και ιδιωτικοί σταθμοί, όχι όμως
αρκετοί για να καλύψουν τις υφιστάμενες ανάγκες. Πολλές φορές μάλιστα, η ακαταλληλότητα των υπηρεσιών φύλαξης παιδιών, είναι ανάμεσα στις αιτίες που κάνουν τα ζευγάρια και τις γυναίκες να αποκτούν λιγότερα παιδιά από όσα θα επιθυμούσαν. Όταν οι βρεφονηπιακοί σταθμοί λειτουργούν κάτω από καλές συνθήκες,
αναμφισβήτητα παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο γιατί το
παιδί που έρχεται στον κόσμο δεν είναι μόνο παιδί ενός ζευγαριού ή μιας μητέρας,
αλλά ένας πολίτης που θα προσφέρει κοινωνικά και οικονομικά στη μελλοντική
ζωή της χώρας.
Το φορολογικό σύστημα
Το φορολογικό σύστημα που ισχύει στην Ελλάδα, δεν ευνοεί και ιδιαίτερα
στην απόκτηση παιδιών και στη δημιουργία μεγάλων οικογενειών. Η σημερινή
μορφή του φορολογικού συστήματος, είναι κοινωνικά άδικη. Δεν είναι δυνατόν να
εξακολουθήσει η υπέρμετρη φορολόγηση των πολυμελών οικογενειών, χωρίς να
λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των μελών στον επιμερισμό του διαθέσιμου οικογενειακού εισοδήματος, όταν είναι γνωστές οι απαιτήσεις για την ανατροφή των παιδιών. Εν κατακλείδι, οι παροχές του κράτους θεωρούνται ανεπαρκείς ή και ασήμαντες από τα ζευγάρια και τις γυναίκες και δεν συμβάλλουν στην απόκτηση του επιθυμητού αριθμού παιδιών. Επομένως η έλλειψη κοινωνικής υποδομής και η άσκηση πλημμελούς πολιτικής επί του θέματος, αποτελούν βασική αιτία περιορισμού των γεννήσεων.
Η αστικοποίηση
Στην Ελλάδα, οι πολυμελείς οικογένειες ήταν κυρίως αγροτικές. Από τα μέ-
σα της δεκαετίας του 1950 και μετά, πολλοί νέοι αγρότες άρχισαν να μετακινού-
νται στις πόλεις ή να μεταναστεύουν στο εξωτερικό. Επομένως η μείωση της γονιμότητας στις αγροτικές περιοχές, οφείλεται στη μείωση του πληθυσμού αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι αγρότες που εγκαθίστανται στις πόλεις υιοθετούν το μικρό μέγεθος της οικογένειας που ισχύει σ' αυτές αφού η γονιμότητα επηρεάζεται σημαντικά από τον τόπο κατοικίας. Όσο μεγαλύτερη είναι η πόλη, τόσο μικρότερη είναι
η γονιμότητα. Από παλαιότερη μελέτη αποδείχθηκε ότι, η γονιμότητα στην περιφέρεια της πρωτεύουσας είναι μικρότερη από τη γονιμότητα των αστικών περιοχών,
η οποία είναι μικρότερη των ημιαστικών περιοχών και τέλος η γονιμότητα των ημιαστικών περιοχών είναι μικρότερη της γονιμότητας των αγροτικών περιοχών.
Μετανάστευση
Σε πολλές μελέτες αναφέρεται ότι η εξωτερική μετανάστευση ασκεί αρνητική
επίδραση στη γονιμότητα διότι προκαλεί τον χωρισμό των συζύγων και είναι επιλεκτική ως προς το φύλο και την ηλικία: π.χ. στην περίοδο 1955-1977 για την οποία υπάρχουν στατιστικά στοιχεία οι περισσότεροι (58,7%) από τους 1.236.290
μετανάστες, ήταν άνδρες και 8 στους 10 μετανάστες ανήκαν στην ομάδα ηλικιών
15-44 ετών.
Μελέτη απέδειξε ότι στην Ελλάδα υπήρξε αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στη
μετανάστευση προς το εξωτερικό και τα επίπεδα γονιμότητας. Καθώς δηλαδή η
μετανάστευση αυξανόταν, η γονιμότητα μίκραινε αφού απομακρύνονταν οι σύζυγοι
ο ένας από τον άλλο και χάνονταν για τη χώρα άτομα των αναπαραγωγικών ηλικιών.
Το φαινόμενο της μετανάστευσης δεν αφορά όμως μόνο τις προηγούμενες
δεκαετίες αλλά και την προηγούμενη και αυτή που τώρα διανύουμε. Αρκετοί νέοι
εγκαταλείπουν την πατρίδα μας επιλέγοντας να μεταναστεύσουν για σπουδές και
τελικά μένουν στις χώρες εγκατάστασης τους, μια και στην Ελλάδα δεν μπορούν
να βρουν εργασία που να ανταποκρίνεται στα προσόντα τους, δεδομένου της οικονομικής κατάστασης που επικρατεί στη χώρα μας. Σημειώνεται ότι, αυτή τη φορά η πλειονότητα των Ελλήνων μεταναστών είναι υψηλού μορφωτικού επιπέδου
και ως εκ τούτου η Ελλάδα δεν χάνει μόνο τους νέους που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία αλλά και τους αυριανούς της επιστήμονες.
Πέραν όσων κατεγράφησαν παραπάνω, μπορούμε σαφώς να προσμετρήσουμε στα αίτια μείωσης της γονιμότητας, ορισμένους μη μετρήσιμους αλλά εύκολα ορατούς παράγοντες, όπως είναι η απομάκρυνση από τα παραδοσιακά ελλη-
νικά πρότυπα με τη χαλάρωση των οικογενειακών δεσμών, η διαρκώς ελαττωμένη
επίδραση των αρχών της Χριστιανικής διδασκαλίας, παρά τις προσπάθειες ανοίγματος της Εκκλησίας προς τους νέους που συντελούνται κατά τα τελευταία χρόνια,
καθώς επίσης και η εισαγόμενη λανθάνουσα (μάλλον) αντίληψη για τον οικογενειακό προγραμματισμό.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Είναι γεγονός ότι μερικοί από εμάς που ζουν στη μακαριότητα του ευδαιμονι-
σμού και της ευημερίας μπορούν εύκολα να ισχυρισθούν ότι κινδυνολογούν όσοι
επισείουν τους κινδύνους από τη συρρίκνωση του πληθυσμού και χαρακτηρίζουν
το ζήτημα της υπογεννητικότητας ως μείζον εθνικό πρόβλημα.
Έρχεται όμως η Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Βουλής των
Ελλήνων, που συστήθηκε για τη μελέτη του δημογραφικού προβλήματος της χώρας μας και τη διατύπωση προτάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του,
να τους αποστομώσει, αφού ρητά και εμφαντικά αναφέρει στο πόρισμά της ότι
« Στη χώρα μας στην οποία σήμερα η γεννητικότητα είναι από τις χαμηλότερες της
Ευρώπης, το δημογραφικό πρόβλημα παίρνει τεράστιες εθνικές διαστάσεις, που
μπορεί να απειλήσουν την εθνική μας ανεξαρτησία και την εδαφική μας ακεραιότητα»5.
Επιπρόσθετα, αξίζει να σημειωθεί ότι, το δημογραφικό πρόβλημα συμπεριλαμβάνεται στα αδύνατα σημεία της Ελληνικής πλευράς, σύμφωνα με την Πολιτική
Εθνικής Άμυνας (ΠΕΑ) της Χώρας.
Οι κυριότερες επιπτώσεις του δημογραφικού προβλήματος στην Ελληνική κοι-
νωνία είναι οι ακόλουθες:
Η δημογραφική γήρανση
Γήρανση πληθυσμού ή δημογραφική γήρανση ορίζεται η αύξηση της ανα-
λογίας των ηλικιωμένων ατόμων (65 και άνω) στον πληθυσμό, η οποία αντανακλάται στη επακόλουθη αύξηση της μέσης ηλικίας του πληθυσμού (15-64), με
ταυτόχρονη μείωση της αναλογίας των νέων (0-14 ή 0-19). Με άλλα λόγια όταν η
γονιμότητα είναι χαμηλή και ο αριθμός των ηλικιωμένων αυξάνει, η μέση ηλικία
ανέρχεται και η διάρθρωση του πληθυσμού γερνάει.
Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ευρύτατες ανισότητες ως προς το ύψος σύ-
νταξης και τις προϋποθέσεις απονομής της και από κατακερματισμό των ασφαλιστικών φορέων. Με την αυξανόμενη δυσαναλογία συνταξιούχων προς εργαζόμενους δυσχεραίνεται η χρηματοδότηση των συντάξεων και η βελτίωση των χαμηλών συντάξεων.
5 Διακομματική Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων (Φεβρουάριος 1993)
Επιπλέον, η δημογραφική γήρανση με την ταυτόχρονη μείωση του νεανι-
κού εργατικού δυναμικού οδηγεί στην μείωση της παραγωγικότητας και της εξέλιξης της τεχνολογίας. Αυτό συμβαίνει καθώς οι ηλικιωμένοι δεν μπορούν να είναι το
ίδιο ενεργητικοί και δημιουργικοί σε σύγκριση με της νέους και τους είναι δύσκολο
να προσαρμόζονται στην νέα τεχνολογία και στη γεωγραφική και επαγγελματική
κινητικότητα. Τα στοιχεία αυτά λοιπόν επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την οικονομική ανάπτυξη και την ανάπτυξη της τεχνολογίας, η οποίες μένουν στάσιμες.
Επίσης, η δημογραφική γήρανση αποτελεί βασικό παράγοντα διαμόρφω-
σης αυξητικής τάσης των δαπανών υγείας, κάτω από τη διπλή επίδραση της αύξησης του αριθμού των ηλικιωμένων και της αύξησης της ροπής για κατανάλωση
ιατρικών υπηρεσιών σε αυτήν την ηλικία. Η αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων στον πληθυσμό, και η αύξηση του μέσου όρου ζωής συνεπάγονται σημαντική
αύξηση των δαπανών για τις συντάξεις. Οι ασφαλιστικοί Οργανισμοί, στα μέσα της
δεκαετίας του 1990 αντιμετώπισαν μεγάλη αύξηση του αριθμού των συνταξιούχων, εκείνων που γεννήθηκαν στη δεκαετία 1930 όταν η γεννητικότητα ήταν υψηλή (25-31 /1000) και μείωση των νεοεισερχόμενων στο εργατικό δυναμικό δηλαδή
εκείνων που γεννήθηκαν στη δεκαετία του 1970 όταν η γεννητικότητα ήταν ήδη
χαμηλή (15-16 /1000) και συνέχιζε να μειώνεται. Η επιδείνωση των δημογραφικών
δεδομένων αντανακλάται στη σχέση ηλικιωμένων – συνταξιούχων που αναλύεται
στο παρακάτω γράφημα.
Η βελτίωση των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης στην χώρα μας, η πα-
ροχή τους σε ευρεία κλίμακα στο σύνολο του πληθυσμού, μαζί με την συνεχιζόμενη πρόοδο της ιατρικής επιστήμης, κατατάσσουν πλέον τον λαό μας ανάμεσα
στους μακροβιότερους του πλανήτη με τα 78 χρόνια προσδόκιμο ζωής. Έτσι το
1971 οι άνω των 65 ετών ήταν 956.564 (10,92% του συνολικού πληθυσμού), το
1981 γίνανε 1.237.708 (12,71%), το 1991 έγιναν 1.402.717 (13,72%), το 2001
1.827.004 (16,71%) και το 2011 φτάσανε τους 2.108.669 σε ποσοστό 19,50% του
συνολικού πληθυσμού.
Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε ότι η ύπαρξη περισσοτέρων ηλικιωμένων σε
σχέση με νέους έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του εργατικού δυναμικού που απασχολείται με χειρωνακτικές εργασίες, στα επίπονα και ανθυγιεινά επαγγέλματα
(λατομεία, ναυπηγία, οικοδομές, γεωργία κλπ.). Το γεγονός αυτό οδηγεί στην παρακμή της οικονομίας μας και δεν συντελεί στην αυτάρκεια της χώρας.
Αλλοίωση του πληθυσμιακού στοιχείου
Η μετανάστευση πληθυσμών από γειτονικές χώρες που έχει λάβει στις μέ-
ρες μας επικίνδυνες διαστάσεις, τείνει να καλύψει το κενό των γεννήσεων, που
όπως προαναφέρθηκε, ολοένα και διευρύνεται. Σύμφωνα με την απογραφή του
2011 οι νόμιμα διαβιούντες και εργαζόμενοι αλλοδαποί στην Ελλάδα ανέρχονται στις 912.000, ποσοστό δηλαδή 8,43% επί του συνολικού πραγματικού πληθυσμού
της χώρας μας. Η κατάσταση σαφώς έχει χειροτερέψει σημαντικά τα τελευταία
τέσσερα χρόνια λόγω των εξελίξεων στις χώρες της Μέσης Ανατολής με αποτέλεσμα ο αριθμός των αλλοδαπών να ξεπερνά πλέον κατά πολύ το 1 εκατομμύριο.
Επιπρόσθετα, οι γεννήσεις στην Ελλάδα, κατά το 2014, όπως προαναφέρθηκε
ανήλθαν σε 92.148. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σχετικά με την υπηκοότητα της μητέρας, το 2014 καταγράφηκαν 79.975 γεννήσεις από Ελληνίδες (ποσοστό 86,8%)
και 12.173 από αλλοδαπές (ποσοστό 13,2%).
Επιπλέον, η δημογραφική κρίση των προηγούμενων δεκαετιών, οδήγησε
στην δημιουργία κενών θέσεων εργασίας στις χειρωνακτικές δουλειές, το οποίο
ενθάρρυνε τους αλλοδαπούς κυρίως από τις χώρες της Αλβανίας και της Ασίας,
να μεταναστεύσουν στη χώρα μας. Το στοιχείο αυτό είναι στενά συνυφασμένο με
την επίταση του φαινομένου της ξενοφοβίας και των ρατσιστικών εκδηλώσεων. Οι
ντόπιοι θεωρούν πως οι ξένοι μετανάστες τους παίρνουν τις δουλείες καθώς και
ότι είναι υπεύθυνοι για την αύξηση της εγκληματικότητας, στην οποία καταφεύγουν
λόγω της άσχημης οικονομικής κατάστασης τους. Όλα αυτά έχουν δυσμενή απο-
τελέσματα στην συνοχή του πληθυσμού και στην ενότητα του, η οποία δέχεται ένα
σημαντικό πλήγμα.
Ερήμωση της υπαίθρου
Η δημογραφική κρίση έχει ως επίπτωση την κρίση του θεσμού της οικογένει-
ας. Παρατηρείται αύξηση του αριθμού των ατόμων που ζουν μόνα τους, αύξηση
επίσης σημειώνεται και στον αριθμό των μονογονεϊκών οικογενειών ενώ οι πολυμελείς οικογένειες ολοένα και μειώνονται. Το στοιχείο αυτό σε συνδυασμό με την
αύξηση της αστικοποίησης έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση του μεγαλύτερου
όγκου του πληθυσμού της χώρας στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ η ύπαιθρος και
τα απομακρυσμένα χωριά της Ελλάδας ερημώνουν και παρουσιάζουν εικόνα εγκατάλειψης.
Τα αποτελέσματα της υπογεννητικότητας είναι πλέον ολοφάνερα, στις αί-
θουσες των δημοτικών κυρίως της περιφέρειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια κλείνει μεγάλος αριθμός σχολείων παρά τον σημαντικό και ολοένα αυ-
ξανόμενο αριθμό αλλοδαπών μαθητών. Από το σχολικό έτος 1980-81 έως το
2009-2010 ο συνολικός αριθμός των μαθητών έχει περιοριστεί περισσότερο από
το 1⁄4 του αρχικού του μεγέθους, ως φυσικό επακόλουθο της δημογραφικής γή-
ρανσης. Το πρόβλημα καθρεπτίζεται εξάλλου και στους υποβιβασμούς των σχολείων. Τα μονοθέσια σχολεία δεν έχουν συνήθως περισσότερους από 8 μαθητές,
ενώ αρκετά λειτουργούν με 2-3 παιδιά. Συνεπώς, παρατηρούμε πως τα δεδομένα
αποδεικνύουν ότι οι μαθητές λιγοστεύουν, τα σχολεία κλείνουν και τα χωριά μετατρέπονται σε κατοικίες γερόντων.
Εθνικές- Γεωπολιτικές συνέπειες
Το δημογραφικό πρόβλημα μιας χώρας είναι Εθνικό θέμα. Είναι ο βασικός
παράγοντας για την εξέλιξη του πληθυσμού της χώρας, την ανανέωσή του, την
ανάλογη αύξησή του και την δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την περαιτέρω
ομαλή πορεία ενός Έθνους, στον χρόνο. Τόσο η Εθνική ανεξαρτησία μιας χώρας,
όσο και η εδαφική της ακεραιότητα, εξαρτώνται από την ύπαρξη ενός ανανεωμένου και αυξανόμενου πληθυσμού. Δεν είναι επομένως υπερβολή να αναφερθεί ότι
πέρα από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του, το δημογραφικό πρόβλημα είναι θέμα κυριολεκτικά Εθνικής επιβίωσης.
Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο πως η δημογραφική ανισορροπία μεταξύ γει-
τονικών κρατών και μεταξύ ομάδων θρησκείας ή εθνικοτήτων που διαβιούν στο
εσωτερικό μιας χώρας αργά ή γρήγορα τείνει να καλυφθεί με ειρηνικό ή βίαιο τρόπο και οδηγεί στην επικράτηση εκείνου που διαθέτει τις υπέρτερες δημογραφικές
δυνάμεις ακόμη και αν δεν υπερτερεί στην πολεμική τέχνη. Το γεγονός αυτό έχει
παρατηρηθεί και επισημανθεί από την αρχαιότητα και πιο συγκεκριμένα από τον
Θουκυδίδη, κατά τον οποίο ο πληθυσμός είναι το πιο ουσιαστικό στοιχείο μιας
χώρας.
Συγκριτικά με τις γειτονικές χώρες η Ελλάδα κατέχει τον μικρότερο δείκτη
γεννητικότητας με 8,6 γεννήσεις ανά 1000 κατοίκους ενώ η Αλβανία έχει τον δεύτερο υψηλότερο δείκτη με 12,3, μετά την Τουρκία στην οποία ο δείκτης γεννητικότητας είναι σχεδόν διπλάσιος της Ελλάδας με 16,9 γεννήσεις ανά 1000 κατοίκους.
Μεταφράζοντας τους εν λόγω δείκτες σε απόλυτους αριθμούς συμπεράνουμε ότι
το 2013 στην Ελλάδα είχαμε 94.134 γεννήσεις ενώ στη Τουρκία 1.283.068. Λαμβάνοντας υπόψη τη διατήρηση των εν λόγω δεικτών γεννητικότητας και θνησιμότητας προκύπτει ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας σε δέκα χρόνια θα μειωθεί κατά
200.000 περίπου και της Τουρκίας θα αυξηθεί κατά 9.000.000 περίπου προσεγγίζοντας τα 85 εκατομμύρια.
Ταυτόχρονα θα επιτείνεται η αραίωση των ακριτικών περιοχών ιδιαίτερα
στα νησιά του Αιγαίου και στη Θράκη, με αποτέλεσμα τη μείωση των φυσικών
προφυλακών του έθνους. Σύμφωνα με τα στοιχεία που φαίνονται στους παρακάτω
πίνακες, παρατηρείται μία μεγάλη μείωση στον αριθμό των γεννήσεων στις εν λόγω περιφέρειες κατά το χρονικό διάστημα από το 1980 στο 2013. Συγκεκριμένα η
μείωση στις περιφέρειες της Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης και Ηπείρου ανέρχεται περίπου σε ποσοστό 40% ενώ στις περιφέρειες βορείου και νοτίου Αιγαίου το
ποσοστό μείωσης είναι της τάξης περίπου του 30% και 10% αντίστοιχα. Αξίζει να
σημειωθεί ότι κατά τη δεκαετία 2000-2010 είχαμε μία αύξηση των γεννήσεων σε
όλες τις περιφέρειες, πιθανότατα και λόγω των μέτρων που πάρθηκαν κατά το
ανωτέρω χρονικό διάστημα για τη στήριξη των πολύτεκνων και τρίτεκνων οικογενειών. Από τις αρχές όμως της δεκαετίας που διανύουμε έχουμε σταδιακή μείωση
των γεννήσεων, το οποίο οφείλεται κυρίως στην οικονομική κρίση που μαστίζει τη
χώρα μας.
Παράλληλα, η μεγάλη γονιμότητα του μουσουλμανικού πληθυσμού στη Θράκη θα
έχει ως αποτέλεσμα η μουσουλμανική μειονότητα να γίνει πλειονότητα, επιτείνοντας έτσι τα προβλήματα της περιοχής. Τα πληθυσμιακά κενά πάλι, που δημιουρ-
γούνται σε διάφορες ακριτικές περιοχές (νησιά Αιγαίου - Βόρεια και ιδιαίτερα Βορειοανατολικά σύνορα) υπάρχει και είναι ορατός ήδη ο κίνδυνος, να καλυφθούν
από αλλοδαπούς και εντόπιους αλλόθρησκους και τα επακόλουθα θα είναι εξαιρετικά δυσμενή για την χώρα μας (αλλαγή ποσοστού εθνοτήτων που διαβιούν στις
περιοχές με ότι αυτό συνεπάγεται στον σημερινό κόσμο). Είναι γνωστή άλλωστε η
θεωρία ότι, σε περίπτωση εισόδου της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή ‘Ένωση οι πολίτες της θα αποκτήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης και εγκατάστασης
στις Ευρωπαϊκές χώρες και κατά συνέπεια και στην Ελλάδα, με ότι αυτό συνεπάγεται για να νησιά κυρίως του ανατολικού Αιγαίου και τη Θράκη.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΤΙΣ ΕΔ
Η διατήρηση από την Ελλάδα ισχυρού και αποτελεσματικού στρατού, ήταν και
είναι σήμερα ανάγκη υπάρξεως ως Έθνους. Πηγή για την άντληση ανθρώπινου
δυναμικού, για τις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων, αποτελεί η Ελληνική νεολαία,
η οποία δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες στελέχωσης του Στρατού με εφέδρους.
Η αδυναμία αυτή σχετίζεται με την υπογεννητικότητα, την μετανάστευση, την αποφυγή της στρατιωτικής υποχρέωσης και γενικά με τις αλλαγές των παραδοσιακών
κοινωνικών δομών και αξιών.
Η μαχητική αξία ενός έθνους είναι συνδεδεμένη και εξαρτάται τόσο από την
ποσοτική επάρκεια όσο και από την ποιοτική αξία του έμψυχου δυναμικού του.
Σήμερα, η ποιοτική αξία αποκτά ιδιαίτερη σημασία, λόγω της ταχύτατης τεχνολογικής εξέλιξης των μέσων διεξαγωγής του πολέμου. Το γεγονός αυτό, καθιστά δυσχερή την εκμάθηση και το χειρισμό των πολλών και πολύπλοκων αυτών μέσων,
επιβάλλοντας τη δημιουργία πολλών ειδικοτήτων, έτσι ώστε ο εκάστοτε χειριστής
να εξειδικεύεται στο συγκεκριμένο μέσο. Βέβαια, παρόλο που τα σημερινά οπλικά
συστήματα παρέχουν μεγαλύτερη ισχύ, συγκρινόμενα με εκείνα του παρελθόντος,
οι ανάγκες σε προσωπικό δεν μειώθηκαν αισθητά.
Οι ανωτέρω απαιτήσεις της ποσοτικής επάρκειας και της ποιοτικής αξίας των
Ενόπλων Δυνάμεων, έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας, που είναι υπο-
χρεωμένη να διατηρεί το Στρατό της τόσο σε υψηλά επίπεδα ποιότητας όσο και
αριθμών, για τους εξής λόγους:
α. Τη μεγάλη γεωπολιτική αξία του Ελληνικού χώρου, ο οποίος παρέχει τη
δυνατότητα ελέγχου ζωτικών περιοχών και επιπρόσθετα διεγείρει και προκαλεί
βλέψεις.
β. Τη γεωστρατηγική της θέση, σε συνδυασμό με τη μορφολογία του ελλη-
νικού χώρου, που δημιουργούν αυξημένες ανάγκες σε προσωπικό για την άμυνα
της χώρας.
γ. Την ανάγκη διατήρησης υψηλής ποιοτικής στάθμης του προσωπικού
στις Ε. Δ. προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ποσοτική διαφορά δυναμικού που υπάρχει με την Τουρκία.
Υπό το ανωτέρω πρίσμα, η συνεχής αύξηση της υπογεννητικότητας και κατά
συνέπεια η δημογραφική γήρανση του ελληνικού πληθυσμού καθώς και η συγκέντρωση στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλοιώνουν την κοινωνική συνοχή και εξασθενίζουν την Εθνική Άμυνα της Χώρας.
Η μείωση της γονιμότητας ιδιαίτερα στις παραμεθόριες και εθνικά ευαίσθητες
περιοχές, θα δημιουργήσει ιδιαίτερα προβλήματα όχι μόνον στην άμυνα της χώρας, αλλά και στην εξωτερική πολιτική. Τα προβλήματα αυτά τον τελευταίο καιρό
είναι ήδη έντονα και όπως τουλάχιστον φαίνεται από την ακολουθούμενη πολιτική
της γείτονας χώρας θα ενταθούν.
Η συνακόλουθη μείωση του αριθμού των στρατεύσιμων θα δημιουργήσει
σοβαρό πρόβλημα στις Ένοπλες Δυνάμεις, ενώ θα δαπανώνται όλο και περισσότερα κεφάλαια για τον εξοπλισμό της χώρας, ως αντιστάθμισμα της μείωσης του
αριθμού των στρατεύσιμων που θα επηρεάσει τη γενικότερη ανάπτυξη και πρόοδο της χώρας.
Εξειδικεύοντας περισσότερο την ανάλυση μας, είναι σκόπιμο να αναφερθούμε
στα ακόλουθα σημεία:
Ελλείψεις σε προσωπικό
Ο θεσμός της υποχρεωτικής θητείας προβλέπεται από τις διατάξεις του άρ-
θρου 4 παρ. 6 του Συντάγματος («κάθε Έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι
υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της Πατρίδας, σύμφωνα με τους ορισμούς
των νόμων») και υφίσταται αφότου η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητο κράτος, η δε διαδικασία στράτευσης των Ελλήνων, συντελείτε με την πρόσκληση των κλάσεων, οι
οποίες καλούνται προς κατάταξη. Επίσης, οι Ένοπλες Δυνάμεις διατηρούν μια συγκεκριμένη Οροφή και Πίνακες προσωπικού, που η κάλυψη τους απαιτεί μια κανονική ροή. Η ύπαρξη ελλείψεων σε ανθρώπινο δυναμικό, όπως προαναφέρθηκε,
που διαπιστώνεται κατά την εκπλήρωση της ανωτέρω Συνταγματικής επιταγής,
είναι μια πραγματικότητα την οποία κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει και την
οποία βιώνουμε καθημερινά στις διάφορες στρατιωτικές Μονάδες είτε υπηρετούμε
σε αυτές είτε τις επισκεπτόμαστε.
Η υπογεννητικότητα όπως είπαμε και παραπάνω έχει άμεσα συνέπειες την εθνική άμυνα της χώρας. Συγκεκριμένα η απόδοση των Κλάσεων από το
έτος 2000 (83.000 ) έως στο 2013 (53.000 ) παρουσιάζει μία υστέρηση 30.000
στρατευσίμων, με τεράστια σημασία και ανυπολόγιστές επιπτώσεις στην άμυνα
της χώρας. Επιπλέον, πέραν του υψηλού ποσοστού αναβολών –απαλλαγών των
ΕΣΣΟ τα τελευταία χρόνια είναι πολύ σημαντικό ότι, οι γεννήσεις από 150.000
που ήταν το 1980 έχουν πέσει στις 100.000 περίπου από το 1990 και μετά. Επίσης, αφαιρώντας τις γεννήσεις των αλλοδαπών οι οποίοι δεν έχουν υποχρέωση
στράτευσης ήταν αναπόφευκτη η μείωση των στρατεύσιμων κατά τη διάρκεια της
προηγούμενης και της τωρινής δεκαετίας. Ακόμη με τις αποφάσεις της πολιτικής
ηγεσίας της χώρας, μειώθηκε η θητεία στους 12 μήνες για Πολεμική Αεροπορία και
Πολεμικό Ναυτικό και σε 9 μήνες για το Στρατό Ξηράς. Έτσι η διατήρηση της οροφής του τακτικού στρατού της χώρας στις 140.000 έναντι 700.000 της γείτονας
χώρας για τα επόμενα χρόνια μοιάζει με όνειρο θερινής νυκτός. Αποτέλεσμα θα
είναι η χαμηλή στελέχωση πολλών μονάδων ιδίως του Στρατού Ξηράς, που σε
συνδυασμό με την μικρή απόσταση των νησιών μας του ανατολικού Αιγαίου από
την Τουρκία θα μειώσει την αποτελεσματικότητα της άμυνάς τους σε ενδεχόμενη
αποβατική ενέργεια. Για την άμβλυνση του εν λόγω προβλήματος η Πολιτεία χρησιμοποιεί διάφορους τρόπους όπως, η πρόσληψη Επαγγελματιών Οπλιτών, αναδιοργάνωση Μονάδων και Υπηρεσιών κλπ. Πολλοί εδώ θα υποστηρίξουν ότι έχουμε ανάγκη μικρότερου και πιο ευέλικτου Στρατού με μεγαλύτερες δυνατότητες,
ο οποίος να επιχειρεί όπου απαιτείται. Όμως πως θα μπορέσει να μετακινηθεί στο
σημείο της έντασης στο αντίξοο περιβάλλον του Αιγαίου; Θα είναι εύκολη η αποστολή ένοπλων τμημάτων δια μέσω μιας «φλεγόμενης» θάλασσας ή μήπως θα
είναι αποστολή αυτοκτονίας; Μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι η διατήρηση
«ικανής» δύναμης αποτροπής σε κάθε μεγάλο νησί του ανατολικού Αιγαίου είναι
απαραίτητη.
Επιστρατευτικά Προβλήματα
Η συγκέντρωση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα και κυρίως στην ευρύ-
τερη περιφέρεια της πρωτεύουσας δημιουργεί ακόμη ένα μείζον πρόβλημα για τις
Ένοπλες Δυνάμεις. Συγκεκριμένα, η ερήμωση των παραμεθόριων περιοχών, λόγω της υπογεννητικότητας αλλά και της εσωτερικής μετανάστευσης, έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία ικανοποιητικής στελέχωσης των Μονάδων αυτών των περιοχών, κατά τις πρώτες ημέρες της επιστράτευσης σε ένα ενδεχόμενο πόλεμο, από
εφέδρους τοπικής εφεδρείας. Δεδομένου ότι, οι Μονάδες αυτές αναλαμβάνουν το
κύριο βάρος του αγώνα κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες της αντιμετώπισης ενός
εισβολέα, οι επιπτώσεις στην Εθνική Άμυνα δύνανται να αποβούν μοιραίες.
Πρόσθετα σοβαρά προβλήματα δημιουργούνται και από την ανάγκη ταχείας
μεταφοράς του ανθρώπινου δυναμικού από το εσωτερικό της χώρας προς τις παραμεθόριες περιοχές (Βόρεια Σύνορα – Έβρος) και ιδιαίτερα προς τα Ακριτικά νησιά, υπό την απειλή της εχθρικής Πολεμικής Αεροπορίας και του Πολεμικού Ναυτι-
κού.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ- ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ
ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Συμπεράσματα
Σε όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, σπάνια παρατηρήθηκε οι γεννήσεις να είναι
λιγότερες από τους θανάτους και όσες φορές συνέβη, οφειλόταν σε έκρυθμες καταστάσεις.
Στην Ελλάδα, η δημογραφική μετάβαση ακολούθησε το πρότυπο των άλ-
λων Ευρωπαϊκών χωρών που προηγήθηκαν, ξεκινώντας από την υψηλή γεννητικότητα και την υψηλή θνησιμότητα, για να καταλήξει στην περίοδο που διανύουμε,
κατά την οποία, το διαρκώς μειούμενο ποσοστό γεννητικότητας, συνάντησε (και
στη συνέχεια ξεπέρασε) το αυξανόμενο (λόγω της γήρανσης του πληθυσμού) ποσοστό θνησιμότητας.
Στη μεταπολεμική Ελλάδα και μετά από μία αρχική αύξηση των γεννήσεων,
οι δείκτες γεννητικότητας και γονιμότητας ακολουθούν διαρκώς φθίνουσα πορεία,
με αποτέλεσμα να κατατάσσεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών με το χαμηλότερο
δείκτη γονιμότητας στην Ευρώπη.
Από τα στοιχεία που παρατέθηκαν παραπάνω καταδεικνύεται σαφώς ότι,
μειώθηκαν όχι μόνον οι οικογένειες με τρία και περισσότερα παιδιά αλλά ακόμη και
αυτές με δύο.
Η συνέχιση του ίδιου αριθμού γεννήσεων κατά τα επόμενα χρόνια και η μη
λήψη των κατάλληλων μέτρων, θα επιφέρουν μείωση του συνολικού πληθυσμού
της χώρας κατά 200 χιλιάδες το 2025 και κατά 800 χιλιάδες το 2050, ενώ το ένα
τρίτο του πληθυσμού θα είναι γέροντες και κυρίως γερόντισσες. Σημειώνεται ότι,
στην εν λόγω εκτίμηση δεν υπολογίστηκε ο αριθμός των ατόμων που πρόκειται να
μεταναστεύσει από και προς την Ελλάδα.
Η Ελλάδα απειλείται με εξαιρετική μείωση γηγενούς πληθυσμού, γεγονός
που μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στο μέλλον της χώρας. Ο αριθμός μάλιστα των μαθητών με μετανάστες γονείς αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς ενώ αυτός
των μαθητών με γηγενείς γονείς μειώνεται συνεχώς.
Οι μοναδικές χώρες της Ευρώπης που εμφανίζουν χαμηλότερο δείκτη γονι-
μότητας από την Ελλάδα, είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Πολωνία. Σε ότι δε
αφορά τις όμορες χώρες, χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής οι αντίστοιχοι δείκτες της
Τουρκίας και της Αλβανίας, οι οποίοι διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, καταδεικνύοντας έτσι την πληθυσμιακή έκρηξη που διανύουν.
Όπως είναι εύκολα κατανοητό από όσα αναφέραμε παραπάνω, η χώρα
μας έχει ένα έντονο δημογραφικό πρόβλημα και γι’ αυτό απαιτείται άμεσα η χάραξη και εφαρμογή μιας πολιτικής για την αντιμετώπισή του. Επισημαίνεται ότι, για
την επιτυχή υλοποίηση της πολιτικής αυτής θα πρέπει να δούμε πια μέτρα εφαρμόστηκαν μέχρι τώρα και τι αποτελέσματα μας έδωσαν, έτσι ώστε οι προτάσεις για
την επίλυση του δημογραφικού προβλήματος να έχουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Ισχύοντα μέτρα δημογραφικής πολιτικής
Στη ισχύουσα δημογραφική πολιτική περιλαμβάνονται μέτρα που έχουν
ψηφιστεί κατά καιρούς από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και αφορά κυρίως τις πολύτεκνες και τρίτεκνες οικογένειες. Τα κυριότερα μέτρα όπως αναφέρονται στην επίσημη σελίδα της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων Ελλάδας (ΑΣΠΕ) είναι
τα ακόλουθα:
α. Επίδομα στήριξης τέκνων σε όλες τις οικογένειες, ανάλογα με τον α-
ριθμό των τέκνων και βάσει εισοδηματικών κριτηρίων. Παράλληλα, στις οικογένειες
με τρία τέκνα και άνω και με οικογενειακό εισόδημα μικρότερο των 45.000€ χορηγείται επιπρόσθετα επίδομα 1.500€ το χρόνο.
β. Χορήγηση επιδόματος 2.000€ εφάπαξ με την απόκτηση του τρίτου τέ-
κνου.
γ. Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) των προκηρυσσόμενων θέσεων τα-
κτικού προσωπικού και προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ κατά Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση,
φορέα και κλάδο ή ειδικότητα καλύπτονται από πολύτεκνους και τέκνα πολυτέκνων και περαιτέρω ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) από γονείς με τρία τέκνα και
τέκνα αυτών.
δ. Διορισμός των πολύτεκνων εκπαιδευτικών στη δημόσια εκπαίδευση
και τοποθέτηση σε σχολεία του νομού επιθυμίας τους. Προσλήψεις ως αναπληρωτές των τρίτεκνων εκπαιδευτικών και σε ποσοστό 20% του εκάστοτε αριθμού
προσλήψεων σε κενές θέσεις όλης της επικράτειας. (Εν λόγω διάταξη καταργήθηκε με το Νόμο 3848/10, με τον οποίο προβλέπεται ότι με τη διεξαγωγή του επόμε-
νου ΑΣΕΠ, οι τρίτεκνοι και πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί θα πριμοδοτούνται με συγκεκριμένο αριθμό μορίων, τα οποία θα προστίθενται στη βαθμολογία του ΑΣΕΠ).
ε. Μετάθεση των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων με τρία τέκνα και
άνω στον τόπο επιθυμίας τους. Επίσης, στέγαση και παραθέριση κατά προτεραιότητα των πολύτεκνων οικογενειών στα οικήματα και στα παραθεριστικά κέντρα
των ενόπλων δυνάμεων αντίστοιχα.
στ. Χορήγηση άδειας ανατροφής τέκνου με αποδοχές χρονικής διάρκει-
ας έξι μηνών στον ένα από τους δύο γονείς και μέχρι την ηλικία των έξι ετών του
τέκνου.
ζ. Τόσο η μητέρα, όσο και ο πατέρας δημόσιος υπάλληλος μπορούν
επίσης , να ζητήσουν άδεια άνευ αποδοχών συνολικής διάρκειας έως δύο (2) ετών
για ανατροφή παιδιού ηλικίας έως και έξι (6) ετών.
η. Επιπλέον, στις μητέρες υπαλλήλους ο χρόνος εργασίας μειώνεται
κατά δύο (2) ώρες ημερησίως εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας έως δύο (2) ετών και
κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών. Η μητέρα υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου.
θ. Πλήρης απαλλαγή από τα τέλη ταξινόμησης για αγορά αυτοκινήτου
έως 2000κ.εκ και 50% απαλλαγή για αυτοκίνητα άνω των 2000κ.εκ για τρίτεκνες
και πολύτεκνες οικογένειες.
ι. Χορήγηση χαμηλότοκων στεγαστικών δανείων και εργατικών κατοι-
κιών, καθώς και επιδότηση ενοικίου για τέκνα πολύτεκνων και τρίτεκνων που φοι-
τούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, βάσει εισοδηματικών κριτηρίων.
ια. Έκπτωση στους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ με την παροχή, μέσω κοι-
νωνικού τιμολογίου, χαμηλότερων χρεώσεων στις τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες, βάσει αυστηρών εισοδηματικών κριτηρίων.
ιβ. Εισαγωγή στις στρατιωτικές σχολές των τέκνων πολύτεκνων και τρί-
τεκνων οικογενειών ως ειδικές κατηγορίες με βάσεις εισαγωγής μικρότερες εκείνων
της γενικής σειράς.
ιγ. Μειωμένα εισιτήρια στα μέσα μαζικής μεταφοράς στις πολύτεκνες
οικογένειες και σε κάποιες περιπτώσεις και για τις οικογένειες με τρία τέκνα.
ιδ. Προσαύξηση του επιδόματος ανεργίας του δικαιούχου κατά 10% για
κάθε ένα προστατευόμενο μέλος του.
ιε. Πλήρη απαλλαγή στρατιωτικής θητείας για τον πατέρα τεσσάρων
παιδιών και μειώσεις για πατέρα με λιγότερα παιδιά. Μειωμένη στρατιωτική υποχρέωση για τέκνα πολύτεκνων και τρίτεκνων οικογενειών, ανάλογα με τον αριθμό
των τέκνων της οικογενείας.
ιστ. Προτεραιότητα για εισαγωγή σε κρατικούς παιδικούς και βρεφονηπι-
ακούς σταθμούς βάσει εισοδηματικών κριτηρίων.
ιζ. Επίσης, μέτρα που προστατεύουν την μητρότητα και δρουν επικουρι-
κά στην αντιμετώπιση του δημογραφικού είναι οι δύο μήνες άδεια πριν και τρεις
μήνες μετά τον τοκετό καθώς και η μη καταγγελία της σύμβασης εργασίας κατά
τον τοκετό και ένα χρόνο μετά.
Προτάσεις
« Βουλόμενος ο νομοθέτης ως πλείστους είναι τους Σπαρτιάτας, προάγεται
τους πολίτας ότι πλείστους ποιείσθαι παίδας, έστι γάρ αυτοίς νόμος τον μέν γενήσαντα τρείς υιούς άφρουρον είναι, τον δε τέττερας ατελή πάντων».
Μετάφραση: « Επειδή ο νομοθέτης ήθελε να είναι όσο το δυνατόν περισσό-
τεροι οι Σπαρτιάτες, πρότεινε στους πολίτες να γεννούν όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά, διότι υπάρχει σε αυτούς νόμος, αυτόν μεν που έχει γεννήσει τρεις γιους να μην υπηρετεί ως φρουρός, αυτόν δε που έχει τέσσερις γιους να μην πληρώνει κανένα φόρο». (ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ Πολιτ. 1270 β 1-5)
Στρατηγικός προσανατολισμός της δημογραφικής πολιτικής είναι η ανατρο-
πή των ιστορικών και αναμενόμενων δυσμενών τάσεων προς την επιθυμητή κατεύθυνση όλων των παραμέτρων που συνδυαστικά προσδιορίζουν την εξέλιξη του
πληθυσμού, καθώς και η προοδευτική αναβάθμιση της ποιότητας ζωής. Ειδικότερες ποσοτικές στοχεύσεις είναι η ενίσχυση των γεννήσεων, η επιμήκυνση του
προσδόκιμου επιβίωσης και η επιλεκτική ρύθμιση των μεταναστευτικών ρευμάτων
προκειμένου να καλύπτονται τα πληθυσμιακά κενά. Η ποιοτική αναβάθμιση της
ζωής μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη βοήθεια βελτιώσεων στα συστήματα υγείας, εκπαίδευσης και ενημέρωσης, παράλληλα με την καθολική και ουσιαστική κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Η πολιτική ενίσχυσης των γεννήσεων
στη χώρα μας επιβάλλεται να κλιμακωθεί στα ακόλουθα πέντε επίπεδα:
α. Δημιουργία συντονιστικού οργάνου επεξεργασίας και υλοποίησης
της δημογραφικής πολιτικής.
β. Εφαρμογή δοκιμασμένων και αποτελεσματικών μέτρων που θα α-
ποβλέπουν στην ενίσχυση του εισοδήματος ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών,
στην εναρμόνιση οικογενειακής και εργασιακής ζωής και στην πολλαπλή προσφορά υπηρεσιών για το παιδί (βρεφονηπιακοί και παιδικοί σταθμοί, νηπιαγωγεία, ολοήμερα σχολεία κτλ).
γ. Πολυδύναμη κοινωνική, ηθική και προνοιακή στήριξη της οικογένει-
ας, ιδίως για τα νέα ζευγάρια και την άγαμη μητέρα.
δ. Διαρκής μελέτη των εφαρμοζόμενων μέτρων στις χώρες με επιτυχή
δημογραφική πολιτική (Γαλλία, σκανδιναβικές χώρες κ.τ.λ.) και εφαρμογή ορισμένων (με τις αναγκαίες προσαρμογές και αναθεωρήσεις και συμπληρώσεις) στην
Ελλάδα.
ε. Συστηματική και υπεύθυνη ενημέρωση του πληθυσμού για τα ισχύ-
οντα μέτρα. Επισημαίνεται ότι, περιθώρια αύξησης των γεννήσεων υπάρχουν, αφού, όπως προέκυψε από έρευνες, η επιθυμητή τεκνογονία στη χώρα μας είναι
μεγαλύτερη από την πραγματική. Καταληκτικά, επισημαίνεται ότι η δημογραφική πολιτική ασκείται αποτελεσματικά μόνο όταν η οικονομία και η κοινωνία είναι σε
θέση να εξασφαλίσουν στο άτομο και την οικογένεια επαρκείς υλικούς πόρους και
ισχυρή θεσμική και ηθική στήριξη. Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις αυτές σε μεγάλο βαθμό δεν υφίστανται σήμερα, όπου η κρίση έχει αποκτήσει οικουμενικό χαρακτήρα και πλήττει με ιδιαίτερη βιαιότητα τη χώρα μας, είναι επίκαιρο να καταρτισθεί
ένα μακροχρόνιο και πολυδιάστατο πρόγραμμα αντιμετώπισης του δημογραφικού
μας προβλήματος.
Προς την κατεύθυνση αυτή και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις προαναφερό-
μενες παραμέτρους προτείνουμε τα ακόλουθα μέτρα για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος:
Παροχή προστασίας και υπηρεσιών στην έγκυο γυναίκα και τη μη-
τέρα
α. Πλήρης υγειονομική κάλυψη της μητέρας και του βρέφους πριν
και μετά τον τοκετό.
β. Κάλυψη των δαπανών προγεννητικού ελέγχου και εκείνων της
τεχνητής γονιμοποίησης.
γ. Διεύρυνση των Κέντρων Οικογενειακού Προγραμματισμού με
αντίστοιχη ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης αυτών και τη στελέχωση τους με
ειδικευμένους κοινωνικούς επιστήμονες για την παροχή ολοκληρωμένων υπηρε-
σιών, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης σχετικά με τη μητρότητα και της ψυχολογικής στήριξης αυτής.
δ. Θέσπιση και εισαγωγή στις τάξεις του Λυκείου μαθήματος «Οι-
κογενειακής ζωής» με στόχο την ενημέρωση των παιδιών και μελλοντικών γονέων
για την αξία της οικογένειας και το ρόλο των γονέων.
ε. Είναι ανάγκη να γίνει συστηματικότερος έλεγχος των απολύ-
σεων για τις γυναίκες που περιμένουν παιδί. Ο Νόμος ορίζει ότι ο εργοδότης δεν
μπορεί να αρνηθεί την πρόσληψη και απαγορεύεται η απόλυση εγκύου, στην
πραγματικότητα όμως οι εργοδότες αποφεύγουν την πρόσληψη όχι μόνο της ε-
γκύου αλλά και της μητέρας μικρών παιδιών, για αυτό μερικές γυναίκες κρύβουν
όχι μόνο την εγκυμοσύνη τους αλλά και το γεγονός ότι είναι μητέρες για να προσληφθούν στον ιδιωτικό τομέα.
στ. Η περιθωριοποίηση της άγαμης μητέρας και οι διακρίσεις κατά
της ίδιας και του παιδιού της είναι απαράδεκτες. Η πολιτεία και η κοινωνία πρέπει
να είναι υπερήφανες για κάθε παιδί που γεννιέται άσχετα από την ύπαρξη νομικού
δεσμού των γονέων του. Να βοηθηθεί αποτελεσματικά η άγαμη μητέρα που επιθυμεί να μεγαλώσει μόνη της το παιδί της.
ζ. Παροχή ιατρικών και κοινωνικών υπηρεσιών με κινητές μονά-
δες σε βρέφη, παιδιά και μητέρες στις αγροτικές, ορεινές και πεδινές, περιοχές.
Ειδικές υπηρεσίες φύλαξης παιδιών τους καλοκαιρινούς μήνες που οι γονείς εργάζονται στη γεωργία ή στον τουρισμό. Οι υπηρεσίες μπορεί να οργανώνονται από
τους Δήμους, ή εθελοντικές οργανώσεις. Εκπαίδευση και πληροφόρηση των γυναικών σε θέματα φροντίδας και ανατροφής των παιδιών.
η. Χορήγηση άδειας λοχείας ενός έτους στην οποία να καταβάλ-
λεται επίδομα αντίστοιχο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη από το κράτος, συνδυαζόμενη με τη μη καταγγελία της σύμβασης εργασίας κατά τον τοκετό
και δύο χρόνια μετά, ώστε να ωθούνται οι οικογένειες με ένα παιδί στην άμεση
απόκτηση δεύτερου παιδιού χωρίς να κινδυνεύουν με απώλεια της εργασίας
6.3.2 Εργασιακές διευκολύνσεις των γονέων
α. Ανάπτυξη ολοκληρωμένου προγράμματος για εισροή επενδύ-
σεων με σκοπό τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και καταπολέμησης της ανεργίας, η οποία έχει πάρει εφιαλτικές διαστάσεις στις μέρες μας και αποτελεί ίσως
τον σημαντικότερο παράγοντα της μεγάλης μείωσης των γεννήσεων κατά την τελευταία πενταετία.
β. Ενίσχυση του θεσμού της μερικής απασχόλησης.
γ. Επέκταση της χρονικής διάρκειας του ελαστικού ωραρίου για τις
εργαζόμενες μητέρες.
δ. Επέκταση και βελτίωση του υπάρχοντος δικτύου των κρατικών
και βρεφονηπιακών σταθμών καθώς και των ολοήμερων νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων.
ε. Παράλληλα ενδείκνυται να εφαρμοστεί το ελαστικό ωράριο,
που ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, κατά το οποίο η έναρξη και το πέρας της
ημερήσιας εργασίας του υπαλληλικού και εργατικού προσωπικού να έχει μία διακύμανση 1-2 ωρών. Ειδικότερα όσοι έχουν οικογένεια, να μπορούν να επιλέγουν
την ακριβή ώρα προσέλευσης και αποχώρησης. Όσοι πηγαίνουν νωρίτερα θα
φεύγουν νωρίτερα. Έτσι οι γονείς θα μπορούν να εναρμονίζουν καλύτερα την επαγγελματική και οικογενειακή τους ζωή.
Ενίσχυση του εισοδήματος των οικογενειών, ιδιαίτερα των οικογενειών με τρία ή περισσότερα παιδιά
α. Αύξηση των επιδομάτων που χορηγούνται στις οικογένειες
με παιδιά βάσει εισοδηματικών κριτηρίων και αναλογικά με τον αριθμό των τέκνων,
δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στις οικογένειες με τρία τέκνα και άνω.
β. Η αναπροσαρμογή των επιδομάτων στήριξης τέκνων ανά-
λογα με τον αριθμό των αποκτώμενων παιδιών, αποτελεί μέτρο δημογραφικής
πολιτικής που αποδείχτηκε αποτελεσματικό σε άλλες χώρες π.χ, στη Γαλλία με το
σκεπτικό ότι εάν ισχύει το καθεστώς του ίδιου επιδόματος σε κάθε παιδί, με βάση
μία αρχή ισότητας των παιδιών, τότε το ποσό του επιδόματος θα παραμείνει χαμηλό για τις πολύτεκνες οικογένειες και τα παιδιά τους θα είναι θύματα της ανέχειας των γονιών τους αλλά και της κρατικής πολιτικής. Το επίδομα για το τρίτο και τα
επόμενα παιδιά να είναι σημαντικά και να καλύπτουν τουλάχιστον ένα μέρος των
αναγκών τους διότι: α) είναι ιδιαίτερες οι οικονομικές και κοινωνικές δυσχέρειες
που αντιμετωπίζει η οικογένεια που ανατρέφει τρία ή περισσότερα παιδιά και β) η
οικογένεια αυτή ασκεί κοινωνικό λειτούργημα γιατί συμψηφίζει την ελλειμματικότητα των άλλων οικογενειών.
γ. Σωστό είναι να ενισχυθούν οι οικογένειες και να ελαφρυν-
θούν από το βάρος συντήρησης των παιδιών τους. Να υπάρξει δηλαδή μία οικονομική παροχή με την οποία να αντισταθμίζεται το μεγάλο κόστος ζωής της οικογένειας. Έτσι τα ζευγάρια που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί, και μάλιστα το δεύτερο ή τρίτο παιδί, να κάνουν την επιλογή τους χωρίς να διακυβεύεται η ποιότητα της ζωής τους.
δ. Επαναφορά του αφορολόγητου ορίου εισοδήματος προσαυ-
ξανόμενο ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων.
ε. Θέσπιση αφορολόγητου ορίου στον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτητών
Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) λαμβάνοντας υπόψη την οικογενειακή κατάσταση του φορολογουμένου.
στ. Ενθάρρυνση των νέων ζευγαριών με χαμηλό εισόδημα για
την απόκτηση ιδιόκτητης κατοικίας με την παροχή χαμηλότοκων δανείων.
Διατήρηση και βελτίωση της αγοραστικής δύναμης του εισοδήμα-
τος των νοικοκυριών με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Οι αυξήσεις των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών που έχουν ση-
μαντική βαρύτητα στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, δεν αποτελούν απλώς
σοβαρό παράγοντα ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά συρρικνώνουν
το πραγματικό εισόδημα και υποβαθμίζουν το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών με
μικρά και μεσαία εισοδήματα. Οι συνεχείς ανατιμήσεις των ειδών και υπηρεσιών
πρώτης ανάγκης και των τιμολογίων των ΔΕΚΟ εκμηδενίζουν τα ισχνά εισοδήματα
των μισθωτών που βρίσκονται στα κατώτατα εισοδηματικά κλιμάκια. Με απελπισία
βλέπει η νοικοκυρά να εκτινάσσονται και να διατηρούνται στα ύψη οι τιμές των
προϊόντων και το "καλάθι" της να αδειάζει. Αλλά και τα αγροτικά νοικοκυριά θεωρούν λεηλασία τη μεγάλη διαφορά μεταξύ του κόστους της πρώτης ύλης των προϊόντων που παράγουν και τις τιμές πώλησης των τελικών προϊόντων (π.χ. γάλα - γαλακτοκομικά, σιτάρι - ψωμί και αρτοσκευάσματα, σταφύλια - κρασιά, φρούτα -
χυμοί φρούτων, βαμβάκι-κλωστοϋφαντουργικά κλπ.) Η άναρχη και απαλλαγμένη
από έλεγχο προστασίας των καταναλωτών αγορά οδηγεί τις τιμές στα ύψη και διογκώνει τα κέρδη των βιομηχάνων και μεσαζόντων. Τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν επειγόντως για τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα είναι:
α. Παροχή έκπτωσης στις τιμές των αγαθών πρώτης ανάγκης με
την χορήγηση ειδικών κουπονιών από τους αρμόδιους φορείς, που θα αποδεικνύει την αδυναμία προμήθειας των εν λόγω αγαθών εξαιτίας των πενιχρών εισοδημάτων τους.
β. Καθήλωση των τιμολογίων των δημοσίων επιχειρήσεων και ορ-
γανισμών με καθιέρωση εκπτώσεων όχι μόνο για τις οικογένειες με 3 ή περισσότερα παιδιά, αλλά και για τις οικογένειες με 1 και 2, βάσει εισοδηματικών κριτηρίων.
γ. Εντατικός έλεγχος των καταναλωτικών αγαθών και της αγοράς
γενικότερα για τη διαπίστωση περιπτώσεων αισχροκέρδειας, με σκοπό την διατήρηση των τιμών των προϊόντων στα πραγματικά επίπεδα.
Προστασία της μονογονεϊκής οικογένειας
Η οικογένεια που ο αρχηγός της είναι άτομο διαζευγμένο, σε κατά-
σταση χηρείας, ή άγαμο χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα και προστασία. Έχει υπολογιστεί ότι το 90% των μονογονεϊκών οικογενειών έχει αρχηγό γυναίκα. Επομένως
είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα γι' αυτές τις οικογένειες που προβλέπεται ότι θα
πληθύνουν στο μέλλον, όπως βοήθεια στην εξεύρεση εργασίας, προτεραιότητα
στην επαγγελματική εκπαίδευση και επιμόρφωση, οικονομική ενίσχυση για τη φύλαξη των παιδιών, φορολογικές απαλλαγές και ελαφρύνσεις, προτεραιότητα στην
κοινωνική στέγαση, χαμηλότοκα στεγαστικά δάνεια, επιδότηση του ενοικίου κλπ.
Βελτίωση της διαδικασίας υιοθεσίας τέκνου
Να τροποποιηθεί ο νόμος που ισχύει σήμερα για την υιοθεσία ενός παιδιού,
γιατί είναι πολύπλοκος και γραφειοκρατικός με αποτέλεσμα να υπάρχουν ιδρύματα με πολλά παιδιά που έχουν εγκαταλειφθεί και οι διαδικασίες να αποτρέπουν
την υιοθεσία.
Αντιμετώπιση προβλημάτων γονιμοποίησης
Πολλές γυναίκες και ζευγάρια που επιθυμούν παιδί, θα μπορούσαν
να αποκτήσουν ένα ή περισσότερα αλλά αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας. Τα έξοδα θεραπείας και νέων μεθόδων αναπαραγωγής είναι απαγορευτικά,
ιδιαίτερα για εκείνες που ζουν στην επαρχία. Επομένως είναι ανάγκη να καταβληθεί ειδική φροντίδα μέσω των Κέντρων Οικογενειακού Προγραμματισμού και των Κέντρων Γονιμότητας των Κρατικών Νοσοκομείων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού. Υπάρχουν ελάχιστα κρατικά και πολλά ιδιωτικά
Κέντρα Γονιμότητας. Μέτρα που ενισχύουν τη γεννητικότητα είναι η ανάληψη των
εξόδων τεχνητής ή εξωσωματικής γονιμοποίησης από τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς και για τις ανασφάλιστες από το κράτος. Ένα προοδευτικό νομικό πλαίσιο
για τα θέματα αυτά είναι απαραίτητο.
Επιπρόσθετα, για την αποφυγή των εκτρώσεων τα Κέντρα Οικογενειακού Προγραμματισμού μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο. Βασικός
στόχος να είναι ο περιορισμός των αμβλώσεων, η θεραπεία της στειρότητας, και η
παροχή πληροφοριών για τη δημιουργία του επιθυμητού μεγέθους της οικογένειας. Με τον τρόπο αυτό θα συμβάλλουν στην αύξηση της γεννητικότητας. Πρέπει
να επεκταθούν σε όλη την Ελλάδα. Επειδή, όπως απέδειξαν οι έρευνες, ένας μεγάλος αριθμός αμβλώσεων γίνεται από νεαρά κορίτσια, ένα πρόγραμμα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης των εφήβων με κύριους άξονες την ανθρώπινη σεξουαλικότητα, την αναπαραγωγή και τις σχέσεις των δύο φύλων, είναι απαραίτητο.
Στήριξη των οικογενειών της υπαίθρου
Παροχή κινήτρων στους νέους των αγροτικών και ορεινών περιο-
χών με σκοπό την παραμονή τους στους τόπους κατοικίας τους. Στήριξη των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων της χώρας με την διαφήμιση και την
προώθησή τους στο εξωτερικό, έτσι ώστε να αυξηθούν οι ελληνικές εξαγωγές και
ως εκ τούτου η παραγωγή και τα εισοδήματα των οικογενειών της υπαίθρου. Παροχή επενδυτικών προγραμμάτων στους νέους αγρότες με σκοπό την ανάπτυξη
του τομέα της γεωργίας με την εφαρμογή καινοτόμων εργασιών και την παραγωγή
νέων προϊόντων, ελκυστικά προς του καταναλωτές και ανταγωνιστικά στη διεθνή
αγορά. Επίσης είναι εξίσου σημαντικά το κράτος να στηρίξει τους κατοίκους των
απομακρυσμένων περιοχών στους κρίσιμους τομείς της υγείας και παιδείας. Πως
είναι δυνατόν ένας νέος να θέλει να δημιουργήσει οικογένεια και μάλιστα πολυμελή
σε ένα τόπο, όπου δεν θα υπάρχει κέντρο υγείας και σχολείο για τα παιδιά του?
Όργανα δημογραφικής πολιτικής
Σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Οικογένειας με συμμετοχή εκ-
προσώπων των Πανελλήνιων ομοσπονδιών τριτέκνων και πολυτέκνων, των εμπλεκόμενων υπουργείων, ειδικών επιστημόνων και προσωπικοτήτων που ασχολούνται με τη δημογραφία. Έργο του Συμβουλίου θα είναι η χάραξη της εθνικής
δημογραφικής πολιτικής και η φροντίδα για την υλοποίηση της. Το Εθνικό Συμβούλιο Οικογένειας να έχει την υποχρέωση σύνταξης, κάθε δύο χρόνια, έκθεσης
για τη δημογραφική κατάσταση της χώρας και την υποβολή αυτής στους εμπλεκόμενους φορείς της κυβέρνησης οι οποίοι αντίστοιχα θα την υποβάλλουν στη Βουλή και θα αποτελεί αντικείμενο συζήτησης στην Ολομέλεια αυτής.
Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα, κυρίως τα τελευταία
χρόνια, δίκαια χαρακτηρίζεται ως μία βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια του ελληνικού Έθνους. Μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και οδηγεί αναγκαστικά στην
προώθηση και εφαρμογή μίας παρεμβατικής και συστηματικής δημογραφικής πολιτικής, με μέτρα μακρόπνοα και «γενναιόδωρα», προκειμένου να αμβλυνθούν οι
επιπτώσεις του δημογραφικού «κατρακυλίσματος».
Ευχή όλων των σκεπτόμενων Ελλήνων είναι η Πολιτεία να σκύψει με θέρμη
στο πρόβλημα αυτό και θέτοντας το στις άμεσες προτεραιότητες της, να βρει διεξόδους και λύσεις που θα το περιορίσουν ή θα το εξαλείψουν. Μέχρι να έλθει η
ώρα αυτή όμως, ας μην λησμονούμε την απάντηση του Μακρυγιάννη, στη διαπίστωση του ναυάρχου Δεριγνί, λίγο πριν τη νικηφόρο μάχη στους Μύλους της Λέρνης, ότι οι Έλληνες ήταν λίγοι:
«Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος, παρηγοριώμαστε μ ́ έναν τρόπο ότι η τύχη
μας έχει πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος παλαιόθεν και ως τώρα όλα τα θερία
πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά...Και
οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Κι όταν κάνουνε αυτή την απόφαση, λίγες
φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν...».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βιβλία
1. Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, «Η άτεκνη χώρα», εκδόσεις Ι. Σιδέρης 1997
2. Ήρα-Εμκε Πουλοπούλου, «Το δημογραφικό», εκδόσεις ΕΛΛΗΝ 1994
3. Γεώργιος Σιάμπος «Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδος» 1996
4. Χάρη Πάτση «Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια»
5. Γ.Ν. Τζιαφέτας : Το Δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας.
6. Μ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ – Γ. ΣΙΑΜΠΟΣ, Δημογραφικές εξελίξεις και προοπτικές του
ελληνικού πληθυσμού 1951-2041, Αθήνα, 1995, εκδόσεις Παπαζήση
Άρθρα
1. Δημογραφικές εξελίξεις και προοπτικές Β. Κοτζαμάνης -Εργαστήριο Δημογρα-
φικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ) Τεύχος 25ο
2. Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας: Τα συντριπτικά στοιχεία – Παύλος
Καρούσος
3. Ο Ελληνικός πληθυσμός μεταβάλλεται κυρίως από τη μετανάστευση (ΕΘΝΟΣ
31-1-2011)
4. «Μέτρα κατά της υπογονιμότητας»- Εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος, 15/6/2002.
5. Εκδοτικός Οίκος Β. Κυριακίδη, «Δημογραφικός χειμώνας στην Ελλάδα»- Internet, www. Toephimeron.gr
6. 1961-2014 Οι μεταβολές της πυραμίδας του πληθυσμού της Ελλάδας Β. Κο-
τζαμάνης (ΕΔΚΑ)
7. O κόσμος των πολυτέκνων (ΑΣΠΕ)
Δικτυακοί Τόποι
www.statistics.gr Εθνική Στατιστική Υπηρεσία
ec.europa.eu/eurostat Στατιστική υπηρεσία EE
www. e-demography.gr ΕΔΚΑ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου