3/10/13

Οι αρχές του πολέμου στις σύγχρονες στρατιωτικές επιχειρήσεις

Οι Αρχές του Πολέμου έχουν διαχρονική αξία για την ορθή και αποτελεσματική διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Η εφαρμογή τους δεν εξασφαλίζει τη νίκη, αλλά η παράβλεψη ή η παραβίασή τους οδηγεί εκ του ασφαλούς στην ήττα. Η οποιασδήποτε έκτασης επιτυχής εφαρμογή τους προϋποθέτει την ύπαρξη δυνατοτήτων ανάλογων των εκάστοτε απαιτήσεων του επιχειρησιακού περιβάλλοντος. Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις δυστυχώς δεν έχουν δημιουργήσει τέτοιες δυνατότητες, με συνέπεια να αδυνατούν να εφαρμόσουν πλήρως τις Αρχές του Πολέμου.
Ο πόλεμος είναι μια πολύ πολύπλοκη, ιδιόμορφη και δύσκολη δραστηριότητα, η επιτυχία της οποίας ε­ξαρτάται από πολλούς μεταβαλλόμενους,
δύ­σκολους στον προσδιορισμό και αστάθμητους παράγο­ντες όπως είναι το μέγεθος και η σύνθεση της πολεμι­κής ισχύος των αντιπάλων, η διεθνής πολιτική κατά­σταση, το φυσικό επιχειρησιακό περιβάλλον και άλλοι. Τη δυσκολία του πολέμου ήλθαν ως έναν βαθμό να πε­ριορίσουν οι αρχές διεξαγωγής του, οι οποίες διαμορ­φώθηκαν μέσα από τις εμπειρίες των συγκρούσεων του παρελθόντος,
Η θεωρία περί της τέχνης του πολέμου άρχισε να διαμορφώνεται και να δημιουργεί κανόνες διεξαγωγής του από τους αρχαίους χρόνους, βασικά από τότε που άρχισαν οι συγκρούσεις μεταξύ οργανωμένων στρατών, Πολλοί ήταν εκείνοι που με βάση τις εμπειρίες και τις πα­ρατηρήσεις τους εξέφρασαν απόψεις για την επιτυχή διε­ξαγωγή του πολέμου. Σημαντικά και αντιπροσωπευτικά έργα περί πολέμου θεωρούνται το Ή Τέχνη του Πολέμου», του Κινέ­ζου στοχαστή Σούν Τζού (5ος-4ος αι. π.Χ.), τα ιστορικά κείμενα των Θουκυδίδη, Ξενοφώντα, Πλούταρχου, Πολύβιου και άλλων αρχαί­ων Ελλήνων ιστορικών, το έργο «Περί της Τέχνης του Πολέμου» του Λατίvou συγγραφέα Βεκέτιου (4ος αι. π.Χ.), τα «Απομνημονεύματα από τον Γαλατικό και τον Εμφύλιο Πόλεμο» του Ιουλίου Καίσαρα (1ος αι. π.Χ.), τα «Πολεμικά Στρατηγή­ματα» του επίσης Ρωμαίου στρατηγού και θεωρητικού του πολέμου Σέξτου Ιούλιου Φροντίνου (1ος αιώνας), «Το σύνταγμα και η επιστήμη της νίκης» του Ρώσου στρατη­γού Αλεξάντερ Σουβόροφ (1729-1800), τα κείμενα του Πρώσου βασιλιά Φρειδερίκου Β’ του Μεγάλου (1712- 1786), του Μεγάλου Ναπολέοντα (1769-1821), του Κλαούζεβιτς (1770-1831) και άλλων στρατιωτικών και θεωρητικών του 18ου και του 19ου αιώνα.
Μέσα από τις πολλές και διάφορες παρατηρήσεις και γνώμες που έχουν εκφρα­στεί και τη συσσωρευμένη εμπειρία των πολέμων του παρελθόντος έγινε η διαμόρφωση και η διατύπωση των αρχών του πολέμου ως πάγιων και αδιαμφισβήτη­των αληθειών για την επιτυχή διεξαγω­γή του. Η πρώτη προσπάθεια προσδιο­ρισμού και διατύπωσής τους έγινε κατά τη διάρκεια του Α’ ΠΠ από τον Βρετανό υποστράτηγο Τζων Φούλερ, ο οποίος ε­ξέδωσε τότε οδηγίες για την εκπαίδευ­ση του Βρετανικού Στρατού. Οι αρχές, όπως διατυπώθηκαν στις οδηγίες του Φούλερ, με μικρές αναδιατυπώσεις υιοθετήθηκαν από τον Αμερικανικό και άλ­λους προηγμένους στρατούς και εφαρ­μόστηκαν κατά τον Β1 ΠΠ. Οι εμπειρίες από εκείνο τον μακρόχρονο και τερά­στιας έκτασης πόλεμο επιβεβαίωσαν την ορθότητά τους. Ακόμα και η χρήση των πυρηνικών όπλων προσαρμόστηκε στις συγκεκριμένες αρχές, που υιοθε­τήθηκαν από το NATO και σύγχρονους στρατούς και καθιερώθηκαν σχεδόν πα­γκοσμίως, όπως ισχύουν σήμερα. Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ), στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στο NATO, υιοθέτησαν τις αρχές του πολέ­μου και με βάση αυτές, θεωρητικά του­λάχιστον, εκπαιδεύονται και προετοιμά­ζονται για την εκπλήρωση της πολεμι­κής αποστολής τους.

Επιλογή του σκοπού και εμμονή σε αυτόν

Ο στρατηγικός στρατιωτικός σκο­πός του πολέμου απορρέει από τον πο­λιτικό σκοπό του και είναι η καταστρο­φή των ενόπλων δυνάμεων του εχθρού και η συντριβή της θέλησής του να συνεχίσει την αντίσταση. Όλοι οι ενδιάμε­σοι και οι τακτικοί σκοποί που καθορίζο­νται πρέπει να οδηγούν και να συμβάλ­λουν άμεσα ή έμμεσα στην επίτευξη του τελικού σκοπού στον συντομότερο δυνατό χρόνο, με τα λιγότερα δυνατά μέσα και με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Ο σκοπός που επιλέγεται πρέ­πει να επιτρέπει τη χρησιμοποίηση της μέγιστης ισχύος των διατιθέμενων μέ­σων, να βρίσκεται εντός των δυνατοτή­των της διατιθέμενης ισχύος και να εί­ναι σύμφωνος με τους περιορισμούς που θέτει το περιβάλλον. Η εμμονή στον σκοπό υλοποιείται με την καθοδήγηση κάθε σκέψης και ε­νέργειας προς την επίτευξή του. Η αξία της εμμονής βασικά έγκειται στην πί­στη του αντιπάλου στην αποφασιστικό­τητα της άλλης πλευράς να τον συντρί­ψει. Οπωσδήποτε αυτή δεν έχει νόημα αν από την εξέλιξη των επιχειρήσεων καταστεί προφανές ότι δεν υπάρχει δυνατότητα και προοπτική συντριβής του αντίπαλου. Εμμονή στον σκοπό σε μία τέτοια περίπτωση αποτελεί αφροσύνη κάτι που έχει καταδειχθεί πλήρως σε ό­λους σχεδόν τους πολέμους, με πρώ­τους τους δύο παγκοσμίους, σε ό,τι α­φορούσε την εμμονή των τελικώς ηττηθέντων όταν τα αποτελέσματα είχαν κα­ταστεί ορατά σε κάθε εχέφρονα και α­ντικειμενικό μελετητή και αναλυτή. Το πότε μια εμπόλεμη πλευρά πρέπει να αλλάζει ή να διαφοροποιεί τον αρχικό σκοπό του πολέμου έχει αποτελέσει και συνεχίζει να αποτελεί σοβαρότατο αντι­κείμενο των ειδικών.

Επιθετική ενέργεια

Για να επιτευχθεί ο σκοπός του πο­λέμου, δηλαδή η καταστροφή του ε­χθρού, αποτελεί απαραίτητη προϋπό­θεση η επιθετική ενέργεια. Μόνο με την τελευταία είναι δυνατό να αναληφθεί και να διατηρηθεί η πρωτοβουλία των ε­πιχειρήσεων, να καταφερθεί καίριο πλήγμα επί του εχθρού και να καταβλη­θεί η θέλησή του να συνεχίσει τον πό­λεμο. Η εφαρμογή της συγκεκριμένης αρχής δεν αποκλείει την τήρηση και α­μυντικής στάσης, αλλά αυτή πρέπει να είναι προσωρινή, μέχρι να γίνουν οι ανα­γκαίες προετοιμασίες για την ανάληψη της επίθεσης, ή να περιορίζεται σε ένα τμήμα του μετώπου προκειμένου να ε­ξοικονομηθούν δυνάμεις και μέσα για ισχυρότερη επίθεση στην κύρια προσπά­θεια, όταν θα επιδιώκεται το αποφασι­στικό αποτέλεσμα. Ακόμη και κατά την αμυντική στάση είναι απαραίτητη η δια­τήρηση του επιθετικού πνεύματος, με την εκδήλωση αντεπιθέσεων και την α­νάληψη άλλων πρωτοβουλιών για την καταστροφή του εχθρού.

Συγκεντρωση και οικονομια δυναμεων

Πρόκειται για δύο αλληλένδετες αρ­χές που αφορούν την ποσοτική κατανο­μή των δυνάμεων στο θέατρο επιχειρή­σεων και στα πεδία των μαχών. Συνήθως οι δυνάμεις και τα μέσα είναι πάντα λι­γότερα από τα απαιτούμενα σε έναν πό­λεμο. Γι’ αυτό επιβάλλεται να γίνεται συ­γκέντρωση τους ώστε στον αποφασιστι­κό τόπο και χρόνο να υπερτερούν σημα­ντικά έναντι εκείνων του αντιπάλου. Τό­σο κατά τη συγκέντρωση δυνάμεων στην κύρια προσπάθεια, όσο και κατά τη διάθεση αυτών στις δευτερεύουσες αποστολές, πρέπει να επικρατεί πνεύμα οικονομίας ώστε να είναι δυνατή η αντι­μετώπιση απρόβλεπτων καταστάσεων, η συνέχιση της προσπάθειας και η απο­φυγή της σπατάλης πολεμικού δυναμι­κού. Προς εφαρμογή των παραπάνω α­ναλαμβάνονται οι αμυντικές και υποχω­ρητικές ενέργειες.

Ελιγμός

Συνίσταται στην κατανομή των δυ­νάμεων και στην εκδήλωση ενεργειών έτσι ώστε να επιτυγχάνονται η ανάληψη της πρωτοβουλίας και η ελευθερία ε­νεργειών, η μείωση της τρωτότητας των δυνάμεων, η συγκέντρωση υπέρτερης έναντι του αντιπάλου ισχύος σε αποφα­σιστικό τόπο και χρόνο και η εκμετάλλευση των επιτυχιών. Ο ελιγμός αποτε­λεί το βασικότερο στοιχείο της σχεδία­σης των επιχειρήσεων. Απαιτεί ταχυκινησία των δυνάμεων, η οποία τους προσδίδει δυνατότητες ευελιξίας, ευ­καμψίας και κατ’ ακολουθία ταχείας α­ντίδρασης σε μεταβαλλόμενες κατα­στάσεις ώστε να τις φέρει σε πλεονεκτι­κή θέση και κατάσταση έναντι ταυ αντι­πάλου.

Αιφνιδιασμος

Ο επιτυχής ελιγμός αποτελεί βασικό στοιχείο του αιφνιδιασμού. Ο αιφνιδια­σμός, ο οποίος είναι δυνατό να αποτε­λέσει κύριο συντελεστή της νίκης, μπορεί να επιτευχ8εί με την ταχύτητα ενεργείας, τη μυστικότητα, την εξαπάτηση (παρουσίαση παραπλανητικών καταστά­σεων και εκτέλεση παραπλανητικών ε­νεργειών), τη χρησιμοποίηση πρωτότυ­πων ή μη αναμενόμενων μεθόδων-τρόπων ενεργείας, όπλων και μέσων, βασι­κό στοιχείο για την επίτευξη του είναι οι ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες πε­ρί του εχθρού. Με τον αιφνιδιασμό κα­τά βάση υποβαθμίζεται η ισχύς του αιφνιδιαζόμενου και επέρχεται σύγχυση και αποδιοργάνωση στις τάξεις του, με συνέπεια την αδυναμία αξιοποίησης των δυνατοτήτων του και κατά κανόνα την ήττα του, ακόμη και αν αρχικά διέ­θετε υπεροχή ισχύος. Ο επιτυχής ελιγ­μός και ο αιφνιδιασμός αποτελούν τους βασικούς συντελεστές στην αξιοποίηση της ισχύος και του επιχειρησιακού περι­βάλλοντος για τη νίκη.

Απλοτητα

Η εγγενής πολυπλοκότητα που χα­ρακτηρίζει τις πολεμικές ενέργειες τις καθιστά δύσκολες στην εκτέλεσή τους, Η δυσκολία αυξάνεται από το ότι τα σχέ­δια βασίζονται σε πολλές προϋποθέ­σεις, επηρεάζονται από πολλούς απρό­βλεπτους παράγοντες και εφαρμόζο­νται με ταχείς ρυθμούς υπό κατά βάση μεταβαλλόμενες συνθήκες. Οι δυσκο­λίες μπορούν να αντιμετωπιστούν με την απλότητα της σχεδίασης και των διαταγών ώστε αυτές να κατανοούνται εύκολα από τους εκτελεστές, να εφαρ­μόζονται σωστά και να αναπροσαρμόζο­νται γρήγορα. Η απλότητα της σχεδία­σης πρέπει να συνοδεύεται από απλότη­τα στις Βασικές Οδηγίες Επιχειρήσεων (ΒΟΕ), στην οργάνωση και στη συγκρό­τηση των τμημάτων, όπως και στη λει­τουργία των πολεμικών μέσων.

Ενοτητα διοικησης

Για τη μεγιστοποίηση τις ισχύος των δυνάμεων και των μέσων και την αποτε­λεσματικότερη αξιοποίησή της προς ε­πίτευξη του κοινού σκοπού απαιτείται ο συντονισμός των δραστηριοτήτων, που καταρχάς επιτυγχάνεται με τη συνεργα­σία με βάση ένα κοινό πλαίσιο αρχών και κανόνων. Ο συντονισμός καθίσταται ου­σιαστικός και πλήρως αποτελεσματικός με τη διάθεση των δυνάμεων και των μέσων υπό μία ενιαία διοίκηση, η οποία έχει την αρμόζουσα εξουσία και την όλη ευθύνη μιας επιχείρησης.

Ασφαλεια

Η επιτυχής δράση των δυνάμεων και η εφαρμογή των άλλων αρχών του πολέ­μου υλοποιούνται όταν η μια πλευρά α­δυνατεί να πληροφορηθεί την ισχύ, τη διάταξη και τους σχεδιασμούς των δυνάμεων της άλλης και να παρέμβει στις προπαρασκευαστικές δραστηριότητες αυτών, λόγω της λήψης αποτελεσματι­κών μέτρων ασφάλειας πληροφοριών, ενεργειών, μονάδων, μέσων και εγκατα­στάσεων.

Αρχές του πολεμου και ελληνικες ενοπλες δυναμεις

Οι αρχές του πολέμου έχουν αξία σε κάθε πολεμική σύγκρουση και για κάθε εμπόλεμη πλευρά, ανεξάρτητα από τον συσχετισμό ισχύος. Αν η εφαρμογή τους από την πλευρό που διαθέτει υπεροχή ισχύος αποσκοπεί στην καλύτερη αξιο­ποίηση αυτής και στην επίτευξη της νί­κης με το μικρότερο δυνατό κόστος, για την πλευρά η οποία υστερεί σε ισχύ α­ποτελεί βασική προϋπόθεση για την υ­περίσχυση και τη νίκη. Η υστερούσα σε ισχύ πλευρά μόνο με την επιτυχή εφαρ­μογή των αρχών του πολέμου μπορεί να προσδοκά να αναδειχθεί νικήτρια.  Η παραπάνω διαπίστωση ισχύει για την Ελλάδα και τις Ελληνικές ΕΔ (ΕΕΔ) σε έναν πόλεμο με αντίπαλο έστω και μόνη την Τουρκία, από την οποία προ­έρχεται και η κύρια κατά των ελληνικών δικαίων και συμφερόντων απειλή (1). Οι ΕΕΔ υστερούν σημαντικά έναντι των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΤΕΔ) σε όγκο και ισχύ. Το 6άσιμο αυτό δεδομένο δεν επιτρέπει την εκ μέρους τους επι­δίωξη όχι της καταστροφής του ε­χθρού. αλλά ούτε οποιασδήποτε έκτα­σης υπερίσχυση και νίκη ετΐ αυτού σε μία μετωπική αντιπαράθεση. Στο σύγ­χρονο επιχειρησιακό περιβάλλον οι κα­λά οργανωμένες και οχυρωμένες αμυ­ντικές γραμμές, τις οποίες η Ελλάδα ού­τε καν διαθέτει, μπορούν από πολύ λίγο ως ελάχιστα να αποτελέσουν ανυπέρ­βλητα τείχη μπροστά στα οποία θα συ­ντρίβουν οι επιτιθέμενοι. Οι οχυρωμέ­νες γραμμές έχουν χάσει τη βασική αξία τους από τον Β’ ΠΠ και θα ήταν πολύ α­φελές να πιστεύει κάποιος ότι θα απο­τελέσουν ουσιαστικό συντελεστή της νίκης σήμερα (2).
Το ανέφικτο της επιδίωξης της νίκης με την αναχαίτιση, έστω, του αντιπάλου στις συνοριακές αμυντικές γραμμές, καθιστά για τις ΕΕΔ απόλυτα αναγκαία την πλήρη εφαρμογή όλων των αρχών του πολέμου και βασικά αυτών της συ­γκέντρωσης, της οικονομίας των δυνά­μεων, της επιθετικής ενέργειας, του ε­λιγμού και του αιφνιδιασμού. Η υπερί­σχυση των ΕΕΔ επί του αντιπάλου μπορεί να γίνει μόνο με επιθετικές επιχει­ρήσεις, οι οποίες όμως, για να αναλη­φθούν και νσ έχουν πιθανότητες επιτυχίας, απαιτούν τη συγκέντρωση συντριπτικά υπέρτερης μαχητικής ι­σχύος έναντι του αντιπάλου σε συγκε­κριμένους τομείς Η συγκέντρωση της ισχύος για την επίθεση μπορεί να γίνει με την οικονομία (τον περιορισμό) των δυνάμεων σε άλλους τομείς και την τή­ρηση ισχυρών ταχυκίνητων εφεδρειών σε κεντρικές θέσεις. Έτσι μπορεί να ε­φαρμοστεί ελιγμός με συνδυασμό άμυ­νας και επίθεσης, που θα φέρει τις ελ­ληνικές δυνάμεις σε πλεονεκτική θέση και κατάσταση έναντι του αντιπάλου και θα τον αιφνιδιάσει ώστε να ηττηθεί και να συντριβεί.
Η εφαρμογή του παραπάνω ελιγμού ενέχει την επιδίωξη καταστροφής του αντιπάλου. Η καταστροφή αυτή όμως πρέπει να αποτελεί και διακηρυγμένο σκοπό του πολέμου και της κάθε επιχεί­ρησης των ΕΕΔ, όπως επιβάλλει η πρώ­τη αρχή του πολέμου, για να καθοδηγεί όλες τις επιμέρους ενέργειες και να δη­μιουργεί στα τμήματα και κυρίως στις διοικήσεις το πνεύμα της μέχρις εξό­ντωσης (καταστροφής ή αιχμαλωσίας) του αντιπάλου συνέχισης της επιχείρη­σης (3). Μόνο με την καταστροφή του πολεμικού δυναμικού του είναι δυνατόν ο αντίπαλος να συνθηκολογήσει και να δεχθεί τους όρους ειρήνης του νικητή. Αν περιμένουμε ότι οι Τούρκοι θα απο­δεχθούν την ήττα τους όσο θα διαθέ­τουν δυναμικό για να συνεχίζουν τον α­γώνα, είμαστε εκτός πραγματικότητας. Ακόμη και στην ευμενή για την Ελλάδα περίπτωση που λόγω άλλων απειλών δε­χθούν ανακωχή με εμάς, δεν θα αποδε­χθούν την ήττα τους. Απλώς θα αξιοποιήσουν την ανακωχή για να αντιμετωπί­σουν τις άλλες απειλές και τα προβλή­ματα και θα επαναλάβουν τον πόλεμο με την Ελλάδα όταν θα κρίνουν σκόπιμο και δυνατό (4).
Ο τρόπος με τον οποίο η ελληνική η­γεσία σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει το πολεμικό δυναμικό της χώρας σε ενδε­χόμενη σύρραξη δεν είναι, ούτε πρέπει να είναι γνωστός. Στις πολεμικές επιχει­ρήσεις όμως οι προθέσεις και οι επιδιώ­ξεις αποκτούν περιεχόμενο όταν βασί­ζονται σε δυνατότητες για την επίτευξή τους. Η επιδίωξη οποιουδήποτε σκοπού και της εφαρμογής οποιασδήποτε σχε­δίασης χωρίς τις απαιτούμενες δυνατό­τητες αποτελεί μάλλον συνταγή για την αποτυχία. Με δεδομένο ότι η ελληνική στρατιωτική, τουλάχιστον, ηγεσία δεν μπορεί να σχεδιάζει και να επιχειρήσει ενέργειες αναντίστοιχες με τις δυνατό­τητες των ΕΕΔ, δεν μένει παρά να εξε­ταστεί αν αυτές διαθέτουν την απαι­τούμενη ισχύ και έχουν δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την εφαρμογή των αρχών του πολέμου, ε­φαρμογή που σημαίνει αξιοποίηση της διατιθέμενης, περιορισμένης έναντι ε­κείνης του αντιπάλου, ισχύος για τη με­γιστοποίηση του επιδιωκόμενου αποτε­λέσματος, το οποίο είναι η καταστροφή του πολεμικού δυναμικού της Τουρκίας και η νίκη
Από τα γνωστά στοιχεία περί της ι­σχύος των ΕΕΔ, τα οποία είναι σχεδόν αδύνατο να διαφέρουν από τα πραγματικά, αυτή δεν μπορεί να εκτιμηθεί ως επαρκής για τη σχεδίαση και την επιδίω­ξη της καταστροφής του τουρκικού πο­λεμικού δυναμικού με την προσβολή στόχων σε βάθος στο εσωτερικό της Τουρκίας. Αν και τα τελευταία χρόνια έ­χει γίνει κάποια προσπάθεια για τον ε­ξοπλισμό των ΕΕΔ με προηγμένα επιθε­τικά μέσα, το διατιθέμενο δυναμικό δεν μπορεί να κριθεί επαρκές για τον σκοπό αυτό. Παράλληλα οι ΕΕΔ έχουν δημιουρ­γήσει λίγες προϋποθέσεις εφαρμογής αρχών του πολέμου όπως η συγκέντρω­ση και η οικονομία των δυνάμεων, η επι­θετική ενέργεια, ο ελιγμός και ο αιφνι­διασμός. Αυτό καταδεικνύεται βασικά από τον συνδυασμό των διατιθέμενων δυνατοτήτων και τη διάταξη του πολε­μικού δυναμικού (5).
Το βασικό στοιχείο από το οποίο κα­θίσταται απόλυτα εμφανής και διαπι­στώνεται η αδυναμία εφαρμογής των αρχών του πολέμου, είναι η διάταξη των δυνάμεών μας, η οποία καταδεικνύει ε­λιγμό σταθερής άμυνας σε όλο το μή­κος της ελληνοτουρκικής μεθορίου και όλων των ακτών των νήσων. Ο ελιγμός αυτός σε συνδυασμό με τον μικρό, σχε­τικά με το μέτωπο, όγκο του ΕΣ οδήγη­σε και στην τεράστια διασπορά αυτού, η οποία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με βα­σικό κανόνα των αμυντικών επιχειρήσε­ων, σύμφωνα με τον οποίο όσο ευρύτε­ρο είναι το μέτωπο και απρόβλεπτες οι ενέργειες του αντιπάλου, τόσο λιγότε­ρες δυνάμεις διατίθενται στην πρώτη γραμμή και καθηλώνονται στο έδαφος και τόσο περισσότερες διατηρούνται σε εφεδρεία.
Η ελληνική ηγεσία έχει πράξει ακρι­βώς το αντίθετο στο στρατηγικό και στο τακτικό επίπεδο. Έχει τάξει τον όγκο των δυνάμεων στην πρώτη γραμμή του μετώπου, στο λεγόμενο ΠΟΤ (Πρόσθιο Όριο Τοποθεσίας), σε θέσεις με μικρή ως ανύπαρκτη φυσική προστασία και πλήρως γνωστές στον εχθρό, με ό,τι αυ­τό συνεπάγεται για την ασφάλεια τους Με την έναρξη του πολέμου ο όγκος του στρατού, το 80% τουλάχιστον αυ­τού, θα βρεθεί ταγμένος και καθηλωμέ­νος στις αμυντικές τοποθεσίες και ε­κτεθειμένος σε κάθε είδους σκοπευμένα πυρά του εχθρού, Με αυτή την αρχι­κή διάταξη δυνάμεων και την τεράστια διασπορά του περιορισμένου σε όγκο Ελληνικού Στρατού επί χιλιάδων χιλιο­μέτρων χερσαίων και θαλασσίων συνό­ρων, κατά τα πρώτα στάδια των επιχει­ρήσεων δεν μπορεί να γίνει καμία συ­γκέντρωση και κανένας επιθετικός ε­λιγμός αποφασιστικής σημασίας, πόσο μάλλον να επιτευχθεί αιφνιδιασμός. Οποιαδήποτε σχεδίαση και εκτίμηση πε­ρί της καταστροφής του αντιπάλου έ­στω και με τη διατήρηση των αμυντικών τοποθεσιών, θα κατεδείκνυε επικίνδυ­νη ασχετοσύνη και αφέλεια.
Κατά την εξέλιξη των επιχειρήσεων η καταστροφή του αντιπάλου θα μπο­ρούσε να σχεδιαστεί και να επιτευχθεί με τη διεξαγωγή της αποκαλούμενης «κινητής άμυνας». Η κινητή άμυνα συνε­πάγεται την εκούσια σχεδιασμένη παραχώρηση εδάφους και αναλαμβάνεται για την εφέλκυση του αντιπάλου σε χώ­ρους όπου, με την εξαπόλυση ισχυρών επιθέσεων, θα επιτευχθεί η καταστρο­φή του. Η επιτυχής εφαρμογή τέτοιου ελιγμού προϋποθέτει τη συγκράτηση των αντιπάλων δυνάμεων σε προκαθο­ρισμένες γραμμές άμυνας και την τα­χεία, με ασφάλεια και μυστικότητα, συ­γκέντρωση ισχυρών δυνάμεων ελιγμού και πυρός σε χώρους κατάλληλους για την εξαπόλυση των επιθέσεων. Μια τέ­τοια ενέργεια θα μπορούσε να γίνει στο μέτωπο της Θράκης και στα μεγάλα νη­σιά του ανατολικού Αιγαίου, όμως οι ΕΕΔ έχουν ελάχιστες σχετικές δυνατότητες.
Η μορφολογία του ελληνικού χώρου, με την εναλλαγή κοιλάδων (ποταμών) και οροσειρών και τη μεσολάβηση της θάλασσας, το σχετικά περιορισμένης ι­κανότητας σιδηροδρομικό και οδικό δί­κτυο (με μερικές εξαιρέσεις) και η σχετική έλλειψη επαρκών μεταφορικών μέ­σων, σε συνδυασμό με την αναπόφευ­κτη παρεμβολή του εχθρού, δεν θα επι­τρέψουν την ταχεία μετακίνηση όγκου δυνάμεων από το ένα τμήμα του μετώπου στο άλλο και ιδιαίτερα μεταξύ ηπει­ρωτικού και νησιωτικού χώρου, Για παράδειγμα, θεωρείται σχεδόν αδύνατη η μετακίνηση 2-3 μεραρχιών εντός 24-48 ωρών από τον ηπειρωτικό στον νησιωτι­κό χώρο. Για αυτό θα ήταν βασιμότερο να εκτιμηθεί ότι δεν θα εφαρμοστεί ο ε­λιγμός της κινητής άμυνας και δεν θα ε­πιχειρηθεί η δι’ αυτού καταστροφή του εχθρού (άλλωστε δεν διεξάγονται και α­σκήσεις για τη δοκιμή τέτοιων μετακι­νήσεων δυνάμεων) Η αδυναμία αυτή δεν σημαίνει τίποτα άλλο από το ότι ενώ κάποιες δυνάμεις θα αγωνίζονται σκλη­ρά και ενδεχομένως θα καταστρέφο­νται, άλλες θα παραμένουν άπραγες.
Η απόκτηση δυνατοτήτων πληρέ­στερης εφαρμογής των αρχών του πο­λέμου οπωσδήποτε είναι δύσκολη και αρκετά επώδυνη, αλλά μπορεί να επι­τευχθεί. Η Ελλάδα δεν είναι καταδικα­σμένη να βρίσκεται συνεχώς υπό την ο­μηρία των τουρκικών βουλήσεων, ούτε να υποστεί νέα ήττα και ταπείνωση. Για να αποκτήσουν οι ΕΕΔ τις δυνα­τότητες που απαιτούνται για την εφαρ­μογή των αρχών του πολέμου και την καταστροφή του αντιπάλου τους ή, έ­στω, την υπερίσχυση έναντι αυτού, θα πρέπει να γίνει καταρχάς πλήρως κατα­νοητό ότι στο σύγχρονο πολεμικό περι­βάλλον δεν είναι δυνατή η εξασφάλιση της ακεραιότητας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας με την αναχαίτι­ση του εχθρού μπροστά και πάνω στα σύνορα, ούτε με σοφίσματα περί «ισόρ­ροπων απωλειών» και «ισοδυνάμων πληγμάτων». Αν η Τουρκία αποφασίσει να επιτύχει τους ανθελληνικούς σκο­πούς της με την ισχύ των όπλων, θα επι­διώξει μία σύντομη, καθαρή και αδιαμ­φισβήτητη νίκη, που θα αναγκάσει την Ελλάδα να προβεί οε πολύ επώδυνες και ταπεινωτικές παραχωρήσεις. Στις ί­διες παραχωρήσεις θα αναγκαστεί να προβεί η Ελλάδα και στη λιγότερο πιθα­νή περίπτωση κατά την οποία θα επιτύ­χει, με τη μεσολάβηση των ισχυρών του κόσμου, διακοπή των εχθροπραξιών πριν υποστεί ολοσχερή ήττα.
Η προσπάθεια λύσης του προβλήμα­τος πρέπει και μπορεί να κινηθεί σε τρεις βασικούς άξονες. Ο πρώτος άξο­νας αφορά την ασφάλεια-επιβίωση των δυνάμεων. Αυτή μπορεί να επιτευχθεί με την απόκρυψη-προστασία των δυνά­μεων, κυρίως των στατικών, σε πραγμα­τικά ασφαλείς (σε σχέση με τις δυνατό­τητες των σύγχρονων πολεμικών μέ­σων) υπόγειους χώρους, τη χρησιμοποί­ηση αυτοματοποιημένων συστημάτων αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής ά­μυνας και την κινητικότητα των τμημά­των. Η χρησιμοποίηση του ελληνικού θαλάσσιου χώρου και πλωτών μέσων τήρησης-μετακίνησης των τμημάτων μπο­ρεί να αποτελέσει μια καλή μεθόδευση για την ασφάλεια- επιβίωση σημαντικού μέρους των εφεδρικών δυνάμεων. Ο δεύτερος άξονας αφορά την ταχυκινησία -ευκαμψία των δυνάμεων και της ι­σχύος πυρός. Αυτή μπορεί να επιτευ­χθεί με την ύπαρξη επαρκών μέσων και εγκαταστάσεων για τη σύντομη μετακί­νηση ισχυρών δυνάμεων από τον ηπει­ρωτικό στον νησιωτικό χώρο και αντί­στροφα, όπως και στο εσωτερικό των χώρων αυτών. Στο συγκεκριμένο πλαί­σιο πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η πε­ραιτέρω ενίσχυση των ΕΕΔ με εναέρια (αεροσκάφη) και πλωτά οπλικά συστή­ματα, έστω και σε βάρος των οπλικών συστημάτων ξηράς. Ο τρίτος και σημα­ντικότερος άξονας είναι αυτός των επιτευγμάτων της σύγχρονης τεχνολογίας και ιδιαίτερα της πληροφορικής, τα ο­ποία αποτελούν βασικό στοιχείο στη διαμόρφωση του σύγχρονου επιχειρη­σιακού περιβάλλοντος. Η Ελλάδα έχει χάσει προ πολλού κάθε δυνατότητα α­νταγωνισμού της Τουρκίας στον τομέα του όγκου των ΕΔ. Το συγκεκριμένο μει­ονέκτημα μπορεί να το αντισταθμίσει με την απόκτηση όπλων και μέσων (δο­ρυφορικών, εναέριων, ξηράς και θάλασ­σας) πολύ υψηλής τεχνολογίας. Αυτά θα δώσουν στις ΕΕΔ τη δυνατότητα ακρι­βούς εντοπισμού και καταστροφής στό­χων πίσω από τις γραμμές του μετώπου και σε όλο το βάθος του τουρκικού χώ­ρου, αλλά και εξάρθρωσης όχι μόνο του πολεμικού αλλά και ολόκληρου του κρα­τικού δυναμικού της Τουρκίας (π.χ. με προσβολές στον κυβερνοχώρο).

Σημειώσεις

(1) Η Ελλάδα τώρα βασικά απειλείται με ένοπλη βία μόνο οπό την Τουρκία, Οι μέχρι και εδαφικές σε βάρος μας βλέψεις των βορείων γειτόνων μας και κυρίως της Αλβανίας και των Σκοπίων ενέχουν και την ένοπλη απειλή, που μπορεί να εκδηλωθεί κατά τη διάρκεια ενός ελληνοτουρκικού πολέμου, ιδιαίτερα αν η Ελλάδα βρεθεί σε δυσχερή κατάσταση. Το ενδεχόμενο αυτό και μόνο επιβάλλει οι ΕΕΔ να λαμβάνουν τουλάχιστον μέτρα κάλυψης από τον βορρά και να τηρούν ετοιμότητα αντιμετώπισης ένοπλων εχθρικών ενεργειών. Τα μέτρα κάλυψης και η ετοιμότητα εμπίπτουν στην όλη πολεμική σχεδίαση των ΕΕΔ και καθιστούν ακόμη περισσότερο αναγκαία την εφαρμογή των αρχών του πολέμου.
(2) Το πραγματικά ισχυρότατο ‘Τείχος του Ατλαντικού» που είχαν κατασκευάσει οι Γερμανοί για να παρεμποδίσουν συμμαχική απόβαση στη Δυτική Ευρώπη, δεν μπόρεσε να τους αναδείξει νικητές.
(3)       Η ιστορία των πολεμικών επιχειρήσεων έχει καταδείξει ότι τα τμήματα και οι διοικήσεις, λόγω ι ης σωματικής κόπωσης και της ψυχικής πίεσης, πολλές φορές αρκούνται στην κάμψη της εχθρικής αντίστασης και περιορίζουν ή αναστέλλουν τη δράση τους, με συνέπεια ο εχθρός να διακόπτει την επαφή, να ανασυντάσσει τις δυνάμεις του και να συνεχίζει τον αγώνα.
(4)       Την πολιτική αυτή η Τουρκία την εφάρμοσε πολλές φορές κατά το παρελθόν. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων ανακωχών είναι εκείνες που επιζήτησε και πέτυχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία με τους αντιπάλους της κατά τον Α ‘ Βαλκανικό  Πόλεμο , τον Δεκέμβριο του 1912, όταν οι Βουλγαρικές δυνάμεις απειλούσαν τηνΚωνσταντινούπολη (η Ελλάδα δεν συμφώνησε τότε-), και κατά τον Α ‘ ΠΠ, τον Οκτώβριο του 1918, όταν τα συμμαχικά στρατεύματα απειλούσαν πάλι την Κωνσταντινούπολη. Ως έναν βαθμό το ίδιο μαρτυρεί και η κατάπαυση των εχθροπραξιών τον Ιούλιο του 1974, μετά την εισβολή των τουρκικών δυνάμεων στην Κύπρο.
(5) Η διάταξη δεν αφορά το δυναμικό του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) και της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ) κατά την εκτέλεση  αυτόνομων αποστολών. Οι Κλάδοι αυτοί διαθέτουν ευκινησία, ευελιξία δράσης και επομένως δυνατότητα ταχείας αναπροσαρμογής της σχεδίασης των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή και η εκτίμηση του τρόπου ενεργείας τους. Όσον αφορά όμως τη δράση τους σε συνδυασμό με τις επιχειρήσεις του ΕΣ, από τις οποίες κατά βάση θα εξαρτηθεί και το αποτέλεσμα του πολέμου, αυτή δεν μπορεί παρά να είναι προσαρμοσμένη στη σχεδίαση και στη διεξαγωγή των χερσαίων επιχειρήσεων.
Θα ήταν ευχής έργο η Ελλάδα να είχε ναυτική και αεροπορική υπεροχή έναντι της Τουρκίας, ώστε οι χερσαίες δυνάμεις να διαδραματίσουν ρόλο υποβοηθητικό. Το τελικό αποτέλεσμα του αγώνα θα κριθεί από την απόδοση όλων των Κλάδων των ΕΔ και τη στενή μεταξύ τους συνεργασία. Τον βασικό ρόλο όμως θα τον έχει ο ΕΣ, από την απόδοση του οποίου θα προκύψει και το τελικό αποτέλεσμα του πολέμου- Ο ΕΣ κατά βάση θα πρέπει να καταστρέψει το αντίστοιχο τουρκικό δυναμικό και με την παρουσία του να εξασφαλίσει την ελληνική κυριαρχία σε χερσαίους και νησιωτικούς χώρους.

του υποστρατήγου ε.α Δημήτρη Καντερέ, ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου